Δείχνει τόσο αδύναμη η αμερικανική οικονομία ώστε να χρειάζεται αλλεπάλληλες μειώσεις επιτοκίων; Ή οι μαζικές εισροές κεφαλαίων στους αμερικανικούς τίτλους δείχνουν πόσο ελκυστική είναι η αμερικανική οικονομία; Δεν μπορούν να ισχύουν και τα δύο. Και όμως φέτος έχουν γραφτεί πολλά για το ότι οι ξένοι επενδυτές θα μειώσουν την έκθεσή τους στους αμερικανικούς τίτλους εξαιτίας της ανορθόδοξης λαϊκιστικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά δεν συμβαίνει αυτό.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τον Ιούνιο ξένοι επενδυτές αγόρασαν αμερικανικούς τίτλους αξίας 192 δισ. δολ., ενώ είχαν προηγηθεί τον Μάιο αντίστοιχες εισροές ύψους 326 δισ. δολ. Η ζήτηση από το ξένο κεφάλαιο για τίτλους των ΗΠΑ είναι σαφώς μεγάλη και η εξήγηση είναι απλή: το επενδυτικό κεφάλαιο εξακολουθεί να τοποθετείται σε αμερικανικούς τίτλους επειδή οι επενδυτές ανά τον κόσμο πιστεύουν πως θα υπάρξει σημαντική ανάπτυξη και έτσι θα συγκεντρώσουν τα μεγαλύτερα κέρδη. «Η εικόνα των εισροών είναι εντυπωσιακά καλή», επισημαίνει ο Ρόμπιν Μπρουκς, στέλεχος του Ινστιτούτου Brookings της Ουάσιγκτον, που τονίζει πως «δεν φαίνεται από αυτές τις εισροές να μπορεί κανείς να υποστηρίξει τη θεωρία της απομάκρυνσης από το δολάριο και του τέλους της αμερικανικής υπεροχής». Υπάρχει βέβαια κάποια λογική στη θεωρία περί εγκατάλειψης του δολαρίου, καθώς το δολάριο έχει υποχωρήσει κατά 10% τους τελευταίους 12 μήνες, με τους πρώτους μήνες του έτους να έχει καταγράψει τη χειρότερη πορεία του για τα τελευταία 50 χρόνια.
Τον Ιούνιο ξένοι επενδυτές αγόρασαν αμερικανικούς τίτλους αξίας 192 δισ. δολ., ενώ τον Μάιο οι εισροές ήταν 326 δισ. δολ.
Το μεγαλύτερο μέρος της πτώσης κατεγράφη, όμως, την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου, ενώ τους τελευταίους τέσσερις μήνες ο δείκτης του δολαρίου παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητος. Η υποχώρηση που σημειώνει το δολάριο, παρά τις τόσο μεγάλες εισροές κεφαλαίου στους αμερικανικούς τίτλους, είναι αξιοπερίεργη και ακατανόητη. Ισως, όμως, ακόμη πιο ακατανόητη να είναι αυτή η αποσύνδεση των προσδοκιών για τις κινήσεις της Federal Reserve, την εικόνα της αμερικανικής οικονομίας και τις εισροές κεφαλαίων. Οι διαπραγματευτές τίτλων προβλέπουν ότι η Fed θα προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων κατά περίπου 125 μονάδες βάσης μέχρι το τέλος του έτους. Ανάμεσα στις κεντρικές τράπεζες του G10 αυτή η πρόβλεψη είναι η πιο αισιόδοξη για όσους υποστηρίζουν την αναπτυξιακή νομισματική πολιτική. Από την εμπειρία μας γνωρίζουμε πως μια τόσο μεγάλη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής αποφασίζεται μόνον όταν η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνεται σημαντικά.
Είναι, όμως, πράγματι η αμερικανική οικονομία σε τέτοια κατάσταση ώστε να χρειάζεται έξι μειώσεις επιτοκίων 25 μ.β. μέσα στους επόμενους 16 μήνες; Μήπως η εικόνα της οικονομικής ανάπτυξης είναι τόσο καλή ακριβώς επειδή επικρατεί αυτή η προσδοκία για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής; Αυτό απομένει να το δούμε. Αξίζει να επισημάνουμε ότι τα επίσημα στοιχεία φέρουν τις μεγάλες εισροές του Μαΐου και του Ιουνίου να έχουν τοποθετηθεί κυρίως στις λεγόμενες επικίνδυνες μετοχές και όχι στα ασφαλή ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου, που σημαίνει πως οι ξένοι πιστεύουν στις αμερικανικές επιχειρήσεις και όχι στην κυβέρνηση.

