Είναι μια χώρα-γέφυρα ανάμεσα σε διαφορετικούς κόσμους, που έχει κατορθώσει να ελιχθεί επιδέξια σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον διατηρώντας συμμαχίες και σχέσεις συνεργασίας με τις μεγαλύτερες και ισχυρότερες οικονομίες και αρμονικές σχέσεις σχεδόν με όλες τις γεωγραφικές ζώνες, από τη Ρωσία και την Ιαπωνία μέχρι τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. και τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Αναγκασμένη από τη γεωγραφία της και τις μακροχρόνιες γεωπολιτικές εντάσεις της με το Πακιστάν και την Κίνα, επιτυγχάνει λεπτές ισορροπίες διατηρώντας σχέσεις συνεργασίας ακόμη και με την Κίνα παρά την ιστορική τους αντιπαλότητα. Συμμετέχει, άλλωστε, μαζί της στην ιδιότυπη συσπείρωση ετερόκλητων χωρών, τη γνωστή ως BRICS, και ενισχύει την επιρροή της στον λεγόμενο Παγκόσμιο Νότο. Και παρά τη συμμαχία της με τις ΗΠΑ αποφεύγει να προσδεθεί πλήρως στο άρμα της υπερδύναμης για να μη διακυβεύσει την αυτονομία της και τις πολύπλευρες συμμαχίες της.
Πρωτίστως, όμως, με την οικονομία της των 4,1 τρισ. δολ. να αναπτύσσεται από το 1991 έως σήμερα με μέσο όρο 7% ετησίως, η Ινδία αντιπροσωπεύει πλέον το 4% της παγκόσμιας οικονομίας και αναμένεται πως θα αποτελεί την τρίτη οικονομία στον κόσμο μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Αν και τη χωρίζει ακόμη μεγάλη απόσταση από τις ΗΠΑ και την Κίνα, που αντιπροσωπεύουν αντιστοίχως το 26% και το 17% της παγκόσμιας οικονομίας. Και οι εκτιμήσεις συγκλίνουν σε μια πρόβλεψη πως το ΑΕΠ της θα έχει φθάσει στα 10 τρισ. δολ. μέχρι το 2040, δεδομένου και του επιταχυνόμενου μετασχηματισμού της με την ανάπτυξη της ινδικής βιομηχανίας μικροεπεξεργαστών, τις επιδοτήσεις ύψους 50 δισ. δολ. στον κλάδο και την επέκταση των ψηφιακών υποδομών της. Η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία λειτούργησαν ως καταλύτες και ενέπνευσαν ενθουσιασμό στο επενδυτικό κεφάλαιο που τα τελευταία δύο – τρία χρόνια εισρέει μαζικά με δισεκατομμύρια δολάρια στους ινδικούς τίτλους, ομόλογα και μετοχές. Ως εκ τούτου, βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος οικονομολόγων και επενδυτών και έχει δημιουργήσει την, ίσως υπερβολική, προσδοκία πως σύντομα θα αποτελέσει τη «νέα Κίνα», πως θα υποκαταστήσει εν ολίγοις την επιβραδυνόμενη κινεζική οικονομία ως μοχλός ώθησης της παγκόσμιας οικονομίας. Ολα αυτά όμως, που έτσι κι αλλιώς μπορούν να κλονιστούν από τις εγγενείς παθογένειές της, όπως τα 60 εκατομμύρια φτωχών πολιτών της, το τεράστιο εμπορικό της έλλειμμα αλλά και ο εντεινόμενος ανταγωνισμός από τις χώρες του Ινδικού Ωκεανού, ίσχυαν μέχρι τα τέλη Ιουλίου.
Η Ινδία αντιπροσωπεύει πλέον το 4% της παγκόσμιας οικονομίας και αναμένεται ότι θα αποτελεί την τρίτη οικονομία στον κόσμο μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Εκτοτε η πολλά υποσχόμενη Ινδία βρίσκεται στο στόχαστρο του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος στις 30 Ιουλίου χαρακτήρισε την οικονομία της «πεθαμένη», ίσως εκφράζοντας έμμεσα την πρόθεσή του να τη γονατίσει με τους επιθετικούς δασμούς 25% που επέβαλε στα προϊόντα της. Και στη συνέχεια τους διπλασίασε την Τετάρτη προσθέτοντας άλλο ένα 25%. Ετσι τα προϊόντα της Ινδίας βρίσκονται πλέον στην ίδια μοίρα με εκείνα της Βραζιλίας και θα υπόκεινται σε δασμούς 50% και θα είναι απρόσιτα για σημαντική μερίδα Αμερικανών καταναλωτών.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, θα ακολουθήσει ραγδαία μείωση των εξαγωγών της Ινδίας στις ΗΠΑ, που θα μειώσει το ινδικό ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 0,6 εκατοστιαίες μονάδες, ενώ άλλοι οικονομολόγοι εκτιμούν πως η ανάπτυξή της δεν θα φθάσει έτσι στο μέχρι προσφάτως αναμενόμενο 7% για φέτος και θα περιοριστεί στο 6%, και γενικότερα θα ανακοπεί η δυναμική της. Εν ολίγοις, η Ινδία κατέχει πλέον εξέχουσα θέση στον εμπορικό πόλεμο, όπως τον διεύρυνε επιθετικά ο Αμερικανός πρόεδρος μέσα στην εβδομάδα ανακοινώνοντας δασμούς ουσιαστικά σε όλο τον πλανήτη. Αιτία και κατά πολλούς πρόσχημα του Αμερικανού προέδρου της επίθεσης στην Ινδία είναι ότι το Νέο Δελχί εισάγει ρωσικό πετρέλαιο και «αδιαφορεί για το πόσους ανθρώπους σκοτώνει η Ρωσία στην Ουκρανία». Τα επίσημα στοιχεία για το πρώτο εξάμηνο του 2025 φέρουν την Ινδία να εισάγει από τη Ρωσία περίπου 1,75 εκατ. ρωσικού αργού την ημέρα.
Προκειμένου «να καλύψει τις ανάγκες του 1,4 δισεκατομμυρίου πολιτών της», όπως χαρακτηριστικά απάντησε στον Τραμπ το υπουργείο Εξωτερικών της Ινδίας, το Νέο Δελχί όχι μόνο δεν έχει συνταχθεί με την πολιτική της Δύσης, αλλά αντιθέτως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει αυξήσει τις εισαγωγές ρωσικού αργού. Το ρωσικό αργό καλύπτει το 35% με 36% των συνολικών αναγκών της σε πετρέλαιο, και όπως επισημαίνουν αναλυτές ενέργειας θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο και επισφαλές για το Νέο Δελχί να επιχειρήσει μια διαφοροποίηση των προμηθειών της χώρας σε ενέργεια. Αν, βέβαια, ήταν αυτός ο πραγματικός λόγος που ο Ντόναλντ Τραμπ υιοθετεί τόσο σκληρή στάση προς το Νέο Δελχί και όχι η άρνηση της ινδικής κυβέρνησης να ανοίξει την αγορά αγροτικών προϊόντων της χώρας στα αμερικανικά προϊόντα και να καταργήσει την προστασία που παρέχει στους αγρότες της.
Κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου
Η επίθεση στην Ινδία με τους δασμούς 50% στα προϊόντα της, αλλά και οι δασμοί που από την Πέμπτη έχουν επιβληθεί στα προϊόντα όλων των χωρών, δεν θα είναι το τελευταίο κεφάλαιο του εμπορικού πολέμου. Μία ημέρα αφότου διεύρυνε τον εμπορικό πόλεμο σε όλο τον πλανήτη, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε ότι θα επιβάλει άγνωστο προς το παρόν επίπεδο δασμών στις εισαγωγές ράβδων χρυσού βάρους ενός κιλού και στις ράβδους 100 ουγγιών. Θα πρόκειται για μείζον πλήγμα στην Ελβετία, στην οποία ήδη έχει ανακοινώσει ο Αμερικανός πρόεδρος δασμούς 39%, από τους υψηλότερους, και με δεδομένο ότι ο χρυσός είναι από τις σημαντικότερες εξαγωγές της Ελβετίας στις ΗΠΑ. Τους 12 μήνες μέχρι τον Ιούνιο, η Ελβετία εξήγαγε στις ΗΠΑ χρυσό αξίας 61,5 δισ. δολ.
Το νέο καθεστώς δασμών φαίνεται παράδοξο καθώς προβλέπει δυσθεώρητους δασμούς στα προϊόντα ορισμένων χωρών που μπορεί να βρίσκονται σε δεινή θέση ή στα προϊόντα κάποιων άλλων που δεν έχουν τόσο εκτεταμένες εμπορικές συναλλαγές με την υπερδύναμη. Ανάμεσά τους, για παράδειγμα, η καθημαγμένη Συρία, για την οποία θα ισχύσουν δασμοί ύψους 41%, ή και η απομονωμένη Βιρμανία, για την οποία θα ισχύσουν δασμοί 40%. Την ίδια στιγμή, οι εισαγωγές από τον κυριότερο στόχο του Ντόναλντ Τραμπ και υπ’ αριθμόν ένα ανταγωνιστή των ΗΠΑ, την Κίνα, θα υπόκεινται σε μικρότερους δασμούς και συγκεκριμένα 30% χάρη στη συμφωνία που έχει σε γενικές γραμμές συνάψει η Ουάσιγκτον με το Πεκίνο. Και στο μεταξύ, στη σύμμαχο Βρετανία οι δασμοί είναι μόνο 10%, όπως και στη Σαουδική Αραβία, και 15% στην Ε.Ε. μετά την –κατά γενική ομολογία άνιση– συμφωνία που συνήψαν προσφάτως οι δύο πλευρές. Και αναμένονται τα επόμενα επεισόδια του εμπορικού πολέμου.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, οι δασμοί θα προκαλέσουν ραγδαία μείωση των εξαγωγών της Ινδίας στις ΗΠΑ, που θα μειώσουν το ινδικό ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 0,6%.
Ο Αμερικανός πρόεδρος σκοπεύει να επιβάλει πρόσθετους δασμούς στα εισαγόμενα φάρμακα, σε μικροεπεξεργαστές αλλά και σε διάφορα άλλα προϊόντα, το καθεστώς των οποίων εκκρεμεί ακόμη. Μέσα στην εβδομάδα προειδοποίησε ότι οι δασμοί που δεν έχουν ανακοινωθεί επισήμως για τις εισαγωγές μικροεπεξεργαστών θα φθάσουν στο 100%.
Ο αδιανόητος αυτός δασμός είναι πιθανόν προϊόν της συνάντησης που είχε μέσα στην εβδομάδα ο Τραμπ με τον Τιμ Κουκ, διευθύνοντα σύμβουλο της Apple, που δεσμεύθηκε να επενδύσει επιπλέον 100 δισ. δολ εντός των ΗΠΑ. Μετά τη συνάντησή του με τον Κουκ, ο Τραμπ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να μειωθεί η φορολογία σε όσες επιχειρήσεις θα αυξήσουν την παραγωγή των κρίσιμων μικροεπεξεργαστών εντός των ΗΠΑ.
«Πεθαμένη» οικονομία

«Πεθαμένη» χαρακτήρισε ο Αμερικανός πρόεδρος την οικονομία της Ινδίας στις 30 Ιουλίου, όταν άρχισε τις φραστικές επιθέσεις εναντίον της και προτού αναφέρει έστω και μία λέξη σχετικά με το ρωσικό πετρέλαιο που αγοράζει το Νέο Δελχί και πριν επιβάλει «πρόσθετους δασμούς 25% ως τιμωρία επειδή η Ινδία αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο.
86,51
δισ. δολ. ήταν η αξία των εξαγωγών της Ινδίας στις ΗΠΑ τους 12 μήνες μέχρι το τέλος Μαρτίου.
Η προσπάθεια Μόντι

Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι επιχείρησε να ταυτίσει την πολιτική του με την ατζέντα Τραμπ λέγοντας πως «αν χρησιμοποιήσουμε την αμερικανική ορολογία, η πολιτική μας είναι να κάνουμε την Ινδία και πάλι μεγάλη, και αν συνεργαστούν Αμερική και Ινδία τότε θα δημιουργηθεί μια μεγάλη εταιρική σχέση με σκοπό την ευημερία».
50
εκατομμύρια iPhone ετησίως παράγει πλέον η Apple στην Ινδία.
Ατυχές γεγονός

Εκφράζοντας την κατηγορηματική άρνηση της Ινδίας να αλλάξει προμηθευτές ενέργειας και να διακόψει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, το υπουργείο Εξωτερικών του Νέου Δελχί χαρακτήρισε «άκρως ατυχές το γεγονός ότι οι ΗΠΑ επέλεξαν να επιβάλουν στην Ινδία πρόσθετους δασμούς για το ίδιο πράγμα που κάνουν πολλές άλλες χώρες».

