Παρά την τεράστια αβεβαιότητα και τους κινδύνους στο παγκόσμιο οικονομικό και γεωπολιτικό μέτωπο, ο τουρισμός παραμένει «μοχλός» της παγκόσμιας οικονομίας και αναμένεται να φτάσει σε νέα επίπεδα-ρεκόρ φέτος, συμβάλλοντας στο ιστορικό υψηλό των 11,7 τρισ. δολ. στο παγκόσμιο ΑΕΠ –με αύξηση 6,7% σε σχέση με πέρυσι και 13% σε σχέση με το 2019 πριν από την πανδημία–, ενώ έως το 2035 η συμβολή του θα φτάσει στα 16,5 τρισ. δολ., όπως προβλέπει το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού (WTTC). Και η Ελλάδα αποτελεί ένα από τα μεγάλα success stories, όπως σημειώνει στην «Κ» η Τζούλια Σίμπσον, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του WTTC, προβλέποντας τέσσερις φορές ισχυρότερη ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα μας φέτος σε σχέση με πέρυσι.
Ταξιδεύουν πιο συνειδητά
Με λίγα λόγια, ο κόσμος ταξιδεύει και μάλιστα πολύ, αλλά πιο συνειδητά. Προσαρμόζεται στα δεδομένα και στους κινδύνους, αλλάζοντας επιλογές προορισμών και τις απαιτήσεις του. Οπως σημειώνει η κ. Σίμπσον, «τα ταξίδια και ο τουρισμός συνεχίζουν να επιδεικνύουν αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Τα τελευταία μας δεδομένα δείχνουν ότι τα διεθνή ταξίδια αυξάνονται έντονα, ακόμη και εν μέσω αβεβαιότητας σε διάφορα μέρη του κόσμου. Στην πραγματικότητα, οι δαπάνες των διεθνών επισκεπτών προβλέπεται να φτάσουν στο ιστορικό υψηλό των 2,1 τρισ. δολαρίων φέτος». Οπως εκτιμά το Συμβούλιο, «κατά την επόμενη δεκαετία, ο τομέας θα αναπτυχθεί ταχύτερα από την ευρύτερη οικονομία στις περισσότερες περιοχές».
Οσον αφορά το τι επιλέγουν οι ταξιδιώτες, «οι βασικές τάσεις περιλαμβάνουν τα στοχευμένα ταξίδια, τον τουρισμό ευεξίας, τον ψηφιακό νομαδισμό και τα βιώσιμα ταξίδια. Οι ταξιδιώτες αναζητούν εμπειρίες που είναι ουσιαστικές, πολιτιστικά πλούσιες και περιβαλλοντικά υπεύθυνες», σημειώνει η κ. Σίμπσον. Οπως τονίζει, «οι ταξιδιώτες θα προσαρμόζουν πάντα τα σχέδιά τους όπου είναι απαραίτητο. Αυτό που βλέπουμε είναι ένας πιο ευέλικτος ταξιδιώτης, που αναζητεί αξία, ασφάλεια και αυθεντικότητα».
Tα διεθνή ταξίδια αυξάνονται έντονα, ακόμη και εν μέσω αβεβαιότητας, σε διάφορα μέρη του κόσμου. Στην πραγματικότητα, οι δαπάνες των διεθνών επισκεπτών προβλέπεται να φτάσουν στο ιστορικό υψηλό των 2,1 τρισ. δολαρίων φέτος. Οπως εκτιμά το Συμβούλιο, κατά την επόμενη δεκαετία, ο τομέας θα αναπτυχθεί ταχύτερα από την ευρύτερη οικονομία στις περισσότερες περιοχές.
Σημαντικές προσαρμογές κάνουν οι ταξιδιώτες και με βάση την κλιματική αλλαγή. Τα κύματα καύσωνα έχουν γίνει πολύ συχνά, ειδικά στην Ευρώπη. Η κλιματική αλλαγή και οι ακραίες καιρικές συνθήκες επηρεάζουν τις προτιμήσεις και τις επιλογές των τουριστών και κάνουν επιτακτική την ανάγκη οι τοπικές κυβερνήσεις και ο ιδιωτικός τομές να δράσουν ώστε να αντιμετωπίσουν αυτή την τεράστια πρόκληση. «Τα παρατεταμένα κύματα καύσωνα ωθούν ορισμένους ταξιδιώτες να εξερευνήσουν νέους προορισμούς ή να μετατοπίσουν τις διακοπές τους σε ενδιάμεσες περιόδους.
Σε ό,τι αφορά τις επιλογές των ταξιδιωτών, «οι βασικές τάσεις περιλαμβάνουν τα στοχευμένα ταξίδια, τον τουρισμό ευεξίας, τον ψηφιακό νομαδισμό και τα βιώσιμα ταξίδια. Οι ταξιδιώτες αναζητούν εμπειρίες που είναι ουσιαστικές, πολιτιστικά πλούσιες και περιβαλλοντικά υπεύθυνες», σημειώνει η κ. Σίμπσον. Αυτό το οποίο βλέπουμε είναι ένας πιο ευέλικτος ταξιδιώτης, που αναζητεί αξία, ασφάλεια και αυθεντικότητα».
Τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και αυτό σημαίνει επενδύσεις σε βιώσιμες υποδομές, εξοικονόμηση νερού και επαναπροσδιορισμό των αστικών χώρων με γνώμονα τη φύση», επισημαίνει η κ. Σίμπσον.
«Είναι συνεπώς κρίσιμο η βιομηχανία να συνεχίσει να κάνει ό,τι μπορεί για να μειώσει τις εκπομπές και να ευθυγραμμιστεί με τους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους. Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού συνεργάζεται με προορισμούς και επιχειρήσεις για βιώσιμες οδούς, συμπεριλαμβανομένης της μετάβασης σε βιώσιμα καύσιμα αεροπορίας και πιο πράσινα μοντέλα διαμονής», όπως προσθέτει.
Οι Ευρωπαίοι ταξιδιώτες φαίνεται να στρέφονται αργά αλλά σταθερά σε νέους προορισμούς και να κάνουν διακοπές σε περιόδους που δεν υπάρχει υπερτουρισμός. Ο υπερτουρισμός αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο και πλήττει αρκετές χώρες. Πολλές πόλεις και περιοχές αγωνίζονται υπό την πίεση του συνωστισμού και οι κάτοικοι πολλές φορές αντιδρούν. Πολλοί προορισμοί δεν διαθέτουν σύστημα συγκοινωνιών που να μπορεί να ανταποκριθεί στον όγκο των τουριστών, άφθονο καθαρό νερό, οικονομικά προσιτή στέγαση και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στις οποίες βασιζόμαστε πολλοί από εμάς. Ο τουρισμός και οι ταξιδιώτες έρχονται αντιμέτωποι έτσι με τις συνέπειες – διαμαρτυρίες, νέους φόρους, περιορισμούς στις θεωρήσεις βίζα ή άλλα τιμωρητικά μέτρα.
Ωστόσο, κατά το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού δεν είναι βέβαιο ότι τα οφέλη από τον περιορισμό του τουρισμού είναι μεγαλύτερα από το κόστος του υπερτουρισμού. Η πρόσφατη έρευνα του WTTC με τίτλο «Διαχείριση του υπερτουρισμού προορισμών: Μια πρόσκληση σε δράση», τονίζει πως σίγουρα ο ανεξέλεγκτος υπερτουρισμός δεν είναι βιώσιμος για καμία πόλη ή περιοχή μακροπρόθεσμα, όμως η λύση δεν είναι ο περιορισμός του τουρισμού, αλλά η καλύτερη διαχείρισή του.
Οπως εξηγεί η κ. Σίμπσον, «οι έξυπνες πολιτικές, η διαχείριση των επισκεπτών με βάση τα δεδομένα και η προώθηση λιγότερο γνωστών προορισμών και ταξιδιών εκτός περιόδων αιχμής, αποτελούν μέρος της απάντησης» στο πρόβλημα του υπερτουρισμού. «Τα ταξίδια και ο τουρισμός δημιουργούν μία στις δέκα θέσεις εργασίας παγκοσμίως. Είναι ένας ισχυρός μοχλός της οικονομίας. Με τα σωστά εργαλεία και τη συνεργασία με τον δημόσιο τομέα και τις κοινότητες, μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη του τουρισμού είναι χωρίς αποκλεισμούς, σεβαστή και βιώσιμη. Η απαγόρευση ή η άμβλυνση των περιορισμών ενέχει τον κίνδυνο να βλάψει τις τοπικές οικονομίες και τις θέσεις εργασίας, ιδίως σε μέρη που εξαρτώνται από τον τουρισμό», τονίζει χαρακτηριστικά.
Στήριξη τοπικών κοινωνιών
Ορισμένοι προορισμοί έχουν επιβάλει ειδικούς φόρους για τον τουρισμό σε εθνικό και δημοτικό επίπεδο για την αντιμετώπιση του υπερτουρισμού. Και η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση. Το WTTC πιστεύει πως οι φόροι δεν είναι η λύση και πολλές φορές δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από ό,τι ο ίδιος ο υπερτουρισμός.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει η κ. Σίμπσον, ως τομέας, ο τουρισμός και τα ταξίδια «συνεισφέρουν 3,3 τρισ. δολάρια σε τακτικούς φόρους ετησίως, που αντιπροσωπεύουν το 9,6% της συνολικής παγκόσμιας φορολογίας. Αυτά τα χρήματα, που συνήθως κατευθύνονται στις κεντρικές κυβερνήσεις, χρηματοδοτούν δρόμους, σχολεία, νοσοκομεία, άμυνα και κοινωνική πρόνοια – υπηρεσίες που ωφελούν όλους. Επομένως, είναι σημαντικό οι κυβερνήσεις να αναγνωρίσουν την πίεση που ασκείται στις κοινότητες σε τοπικά σημεία ενδιαφέροντος και να επενδύσουν μέρος αυτών των φορολογικών εσόδων σε πολιτικές που λειτουργούν για τους κατοίκους της περιοχής».
Συνεπώς, όπως τονίζει, «δεν είμαστε υπέρ της φορολογίας του τουρισμού, αλλά όπου συμβαίνει, πρέπει να είναι διαφανής, στοχευμένη και να επανεπενδύεται σε τοπικές υποδομές και υπηρεσίες που βελτιώνουν την εμπειρία των επισκεπτών και των κατοίκων». Κατά τον WTTC, «όταν οι φόροι εφαρμόζονται χωρίς σαφή στρατηγική ή διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, μπορούν να αποτελέσουν εμπόδιο στην ανάπτυξη και να βλάψουν την ανταγωνιστικότητα. Πρόκειται για ισορροπία. Τα έσοδα που συγκεντρώνονται πρέπει να χρησιμοποιούνται για την υποστήριξη της βιωσιμότητας και όχι για την τιμωρία των ταξιδιωτών».
Η Ελλάδα είναι ένα από τα μεγάλα success stories
Ο τομέας των ταξιδιών και του τουρισμού στην Ελλάδα βρίσκεται σε αξιοσημείωτη τροχιά ανάπτυξης, σύμφωνα με το WTTC. Προβλέπεται να συνεισφέρει 48,8 δισ. ευρώ στην εθνική οικονομία φέτος, συνεχίζοντας να ξεπερνά τα επίπεδα πριν από την πανδημία, καθώς η αύξηση σε σχέση με το 2019 είναι στο 10,4%. Ο τομέας γίνεται γρήγορα ένας ζωτικός μοχλός της οικονομικής μηχανής της χώρας.
Σημειώνεται πως η διαφορά στις εκτιμήσεις του WTTC σε σχέση με αυτές των εγχώριων θεσμών, όπως της Τράπεζας της Ελλάδος ή του ΙΝΣΕΤΕ (για παράδειγμα το ΙΝΣΕΤΕ υπολόγισε ότι το 2024 η συνεισφορά του τουρισμού στην εθνική οικονομία ήταν 30,2 δισ. ευρώ, ενώ το WTTC την υπολογίζει στα 44,9 δισ. ευρώ), οφείλεται στη διαφορά στις μεθοδολογίες που υιοθετούνται. Το WTTC υπολογίζει τις δαπάνες επισκεπτών χρησιμοποιώντας δεδομένα από το ισοζύγιο πληρωμών του ΔΝΤ. Στον υπολογισμό της άμεσης συνεισφοράς των ταξιδιών και του τουρισμού, το WTTC λαμβάνει υπόψη τις κρατικές δαπάνες που συνδέονται άμεσα με τους επισκέπτες, αλλά αφαιρεί τα στοιχεία της αλυσίδας εφοδιασμού. Και για τη συνολική συμβολή των ταξιδιών και του τουρισμού λαμβάνονται υπόψη οι άμεσες και οι έμμεσες επιπτώσεις.
Με τους διεθνείς επισκέπτες να αντιπροσωπεύουν πάνω από το 67% των ταξιδιωτικών δαπανών και το 93% όλων των ταξιδιών που πραγματοποιούνται για αναψυχή, η Ελλάδα αποδεικνύει τη θέση της ως διεθνώς αγαπημένος προορισμός, σύμφωνα με το WTTC. Ο τομέας αναμένεται να υποστηρίξει 897.700 θέσεις εργασίας το 2025, αύξηση 9,1% σε σχέση με το 2019, φτάνοντας το 1,1 εκατ. έως το 2035.
Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά η κ. Σίμπσον, «η Ελλάδα είναι ένα από τα μεγάλα success stories της Ευρώπης». Τα δεδομένα του WTTC δείχνουν «ότι ο τουρισμός στην Ελλάδα οδεύει σε ισχυρή ανάπτυξη φέτος, η οποία αναμένεται να αυξηθεί τέσσερις φορές ταχύτερα από ό,τι πέρυσι, με τις δαπάνες των διεθνών επισκεπτών να υπερβαίνουν τα επίπεδα πριν από την πανδημία και να φτάσουν τα 26,1 δισ. ευρώ (έναντι 23,7 δισ. ευρώ το 2019)». Μάλιστα εκτιμάται πως το 2035 θα διαμορφωθούν στα 29,6 δισ. ευρώ.
Οσον αφορά τις δαπάνες των Ελλήνων στον τουρισμό, ή των εγχώριων επισκεπτών γενικότερα, αυτές εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν ελαφρώς πάνω σε σχέση με τα επίπεδα πριν από την πανδημία, στα 11,6 δισ. ευρώ φέτος (έναντι 11,2 δισ. ευρώ το 2019) και το 2035 θα κινηθούν στα 13,5 δισ. ευρώ.
Κατά την κ. Σίμπσον, «μεσοπρόθεσμα, η Ελλάδα έχει μια τεράστια ευκαιρία να ηγηθεί στον βιώσιμο τουρισμό», ωστόσο εντοπίζει και αρκετές προκλήσεις στις οποίες πρέπει να επικεντρωθούν η κυβέρνηση και ο ιδιωτικός τομέας. Αυτές, όπως σημειώνει, «περιλαμβάνουν την πίεση στις υποδομές, την έλλειψη εργατικού δυναμικού και την ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή. Ενθαρρύνουμε τη συνέχιση των επενδύσεων σε ψηφιακές υποδομές, την ανάπτυξη εργατικού δυναμικού και τις βιώσιμες πρακτικές που προστατεύουν τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά που κάνει την Ελλάδα τόσο ξεχωριστή».
Η ελληνική τουριστική βιομηχανία αντιμετωπίζει σημαντική κρίση προσωπικού, με δεκάδες χιλιάδες κενές θέσεις. Οπως επισημαίνει η κ. Σίμπσον, για να αντιμετωπιστεί αυτή η κρίση, πρέπει ο κλάδος να κάνει τις θέσεις εργασίας πιο ελκυστικές, και αυτό σημαίνει καλύτεροι μισθοί και κατάρτιση.

