Ο κρατικός προϋπολογισμός «μίλησε» χθες. Την εικόνα εκτέλεσής του σε επίπεδο εξαμήνου, που ήθελε να έχει η κυβέρνηση στη διάθεσή της για να καταλήξει στο ακριβές μείγμα του πακέτου ΔΕΘ, την έχει πλέον στα χέρια της. Ως εκ τούτου, μετράμε αντίστροφα για την οριστικοποίηση των αποφάσεών της.
Με τα δεδομένα που έχουμε από το διεθνές περιβάλλον, αλλά και την εντυπωσιακή υπεραπόδοση για μία ακόμη χρονιά των δημοσίων εσόδων, είναι σαφές ότι το «πολύ» θετικό σενάριο τείνει προς ενεργοποίηση. Οπερ σημαίνει ότι μπορεί το τελικό ποσό που θα ενταχθεί στον προϋπολογισμό του 2026 και θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ να ξεπεράσει και τα 3 δισ. ευρώ. Κάτι που δύσκολα φαινόταν στον ορίζοντα ακόμη και πριν από μερικές εβδομάδες. Το θέμα είναι ποιους και σε ποιο βαθμό θα αφορά το περιεχόμενο του πακέτου και, κυρίως, σε ποιους και σε ποιο βαθμό θα ήταν πιο ωφέλιμο για την οικονομία να κατευθυνθεί.
Εδώ οι απόψεις διίστανται. Η κυβέρνηση, που όπως λέει έχει μειώσει 72 φόρους από το 2019, άφησε από όλες τις εισοδηματικές τάξεις τελευταία στις ελαφρύνσεις τη μεσαία τάξη των μισθωτών. Τώρα αφήνεται να εννοηθεί από κυβερνητικές πηγές ότι το μεγαλύτερο μέρος του πακέτου θα αφορά ακριβώς τους μισθωτούς των 20.000-50.000 ευρώ ετησίως. Το δύσκολο παζλ των ρυθμίσεων και των αλλαγών στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, ώστε να προκύπτει ένα σεβαστό αλλά όχι προκλητικό για άλλες εισοδηματικές τάξεις ποσό, είναι βέβαιο ότι πονοκεφαλιάζει την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και του Μεγάρου Μαξίμου. Δεν είναι εύκολα και τα δύο. Μπορεί ο φορολογικός συντελεστής στο τμήμα του εισοδήματος που υπερβαίνει τις 40.000 ευρώ να παραμένει ο σκληρός μνημονιακός του 44%, αλλά στην κυβέρνηση ακόμη δεν μπορούν να συνηθίσουν τις επιθέσεις που δέχονται για τον χαμηλό συντελεστή των φόρων μερισμάτων που ψήφισαν στην αρχή της θητείας τους. Πόσο μάλλον να διαχειριστούν τα… υπέρογκα για τα ελληνικά δεδομένα εισοδήματα των 40.000 ευρώ ετησίως. Ειδικά όταν αρκετές φωνές, εντός και εκτός της κυβέρνησης, θα έβλεπαν πιο θετικά άλλα μέτρα πιο κοντά στην πεπατημένη. Οπως μια μόνιμη 13η σύνταξη ή έναν 13ο μισθό στο Δημόσιο ή ακόμη και μια ελάφρυνση του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών. Ολος αυτός ο κυβερνητικός συλλογισμός, προφανώς, εμπεριέχει και τον παράγοντα πολιτικό κόστος.
Αυτό που, ωστόσο, θα έπρεπε οπωσδήποτε να εμπεριέχει, είναι πως τα μέτρα που χρηματοδοτούνται από τη μεγέθυνση της οικονομίας και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής θα φέρουν ακόμη μεγαλύτερη και περισσότερο βιώσιμη ανάπτυξη, με τα οφέλη να διαχέονται σε όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες. Αν κάνουν αυτή την άσκηση, η απάντηση είναι εύκολη.

