Στον πρώτο κρίκο της αλυσίδας διακίνησης καυσίμων, τη διύλιση, εντοπίζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού στρεβλώσεις και έλλειμμα ανταγωνισμού. Τα τέσσερα από τα πέντε συνολικά μέτρα που προτείνει ως «απολύτως αναγκαία» για τη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού αφορούν τον τομέα της διύλισης. Το πέμπτο μέτρο αφορά τη λιανική και συγκεκριμένα την ενίσχυση της διαφάνειας στις τιμές, πρόταση που έχει διατυπώσει και στο παρελθόν. Εκτός παρεμβάσεων μένει ο μεσαίος κρίκος της αλυσίδας, οι εταιρείες εμπορίας, όπου η έρευνα της Επιτροπής διαπιστώνει ότι ο ανταγωνισμός λειτουργεί επαρκώς και τα περιθώρια κέρδους του κλάδου είναι οριακά θετικά ή και αρνητικά.
Σε συνέχεια της έκθεσης πρώτων απόψεων που δημοσίευσε πέρυσι τον Αύγουστο και της ολοκλήρωσης της σχετικής διαβούλευσης, η Επιτροπή Ανταγωνισμού επανήλθε την Τετάρτη 9 Ιουλίου ανακοινώνοντας συγκεκριμένα μέτρα για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά πετρελαιοειδών (έκθεση δεύτερων απόψεων) που θέτει σε διαβούλευση έως τις 26 Σεπτεμβρίου 2025.
Με βασικό στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού στο στάδιο της διύλισης όπου η Επιτροπή παρατηρεί ότι «επικρατούν συνθήκες δυοπωλίου, με υψηλό βαθμό συγκέντρωσης» και ότι οι καθοριστικοί παράγοντες διαμόρφωσης της τιμής για τις εγχώριες πωλήσεις κάθε προϊόντος είναι κοινοί για τις δύο εταιρείες (HELLENiQ ENERGY και Motor Oil), κρίνει αναγκαία την ενίσχυση των εισαγωγών και προτείνει τρία μέτρα.
Το πρώτο, που είχε εισηγηθεί και στο παρελθόν αλλά δεν εφαρμόστηκε, είναι η σύσταση Κεντρικού Φορέα Τήρησης Αποθεμάτων Ασφαλείας. Ο φορέας αυτός που θα τελεί υπό την εποπτεία της ΡΑΑΕΥ θα τηρεί τα αποθέματα ασφαλείας για λογαριασμό των υποχρέων, έναντι καθορισμένου τιμήματος, το οποίο θα καταβάλλεται από όλους τους υπόχρεους ανάλογα με τις συνολικές καταναλώσεις τους κατά το προηγούμενο έτος. Με τη σύσταση ΚΦΔΑ, οι εταιρείες εμπορίας (ιδίως οι μη καθετοποιημένες), σύμφωνα με την Επιτροπή, θα μπορούν να πραγματοποιούν εισαγωγές, χωρίς άμεση διασύνδεση των εισαγωγών αυτών με το επιπλέον κόστος που συνεπάγεται η τήρηση ανάλογων αποθεμάτων. Επιπλέον, ο νέος αυτός φορέας δεν θα επιτρέπει την εμφάνιση και «συντήρηση» του διαπραγματευτικού πλεονεκτήματος των εγχώριων εταιρειών διύλισης ως πιστοποιημένων αποθηκευτικών φορέων τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε στρέβλωση των συνθηκών ανταγωνισμού, μέσω ενδεχόμενης άρνησης πώλησης, καταχρηστικών πρακτικών.
Οι καθοριστικοί παράγοντες διαμόρφωσης της τιμής για τις εγχώριες πωλήσεις κάθε προϊόντος είναι κοινοί για τα δύο διυλιστήρια, τονίζει.
Το δεύτερο μέτρο που κατά την Επιτροπή θα ενισχύει τη δυνατότητα εισαγωγών και άρα του ανταγωνισμού, είναι η θεσμική καταγραφή, παρακολούθηση και εποπτεία των αποθηκευτικών χώρων, σε έναν ενιαίο φορέα. Η καταγραφή αυτή δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει μόνο πιστοποιημένους αποθηκευτικούς χώρους, διυλιστηρίων, εταιρειών εμπορίας και μεγάλων τελικών καταναλωτών.
Το τρίτο μέτρο αφορά την κατάργηση της αποκλειστικότητας στις συμβάσεις αποθήκευσης ή και εξυπηρέτησης καυσίμων. Οι συμβάσεις αποκλειστικότητας, σύμφωνα με την Επιτροπή, δεν εξυπηρετούν ούτε τις συνθήκες ομαλού εφοδιασμού του συνόλου της χώρας, ούτε την ορθολογικότερη διαχείριση των αποθηκευτικών χώρων.
Οι παρεμβάσεις της Επιτροπής στον τομέα της διύλισης ολοκληρώνονται με ένα μέτρο για «τη μείωση του κινδύνου σιωπηρής συμπαιγνίας». Προτείνει μείωση της διαφάνειας στις τιμές που τα διυλιστήρια πουλάνε σήμερα καύσιμα στις εταιρείες εμπορίας. Η γνωστοποίηση των τιμών δεν θα πρέπει να γίνεται με την ανάρτησή τους καθημερινά στην ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Εμπορίας Προστασίας Καταναλωτή, αλλά με εξατομικευμένη επικοινωνία με τις εταιρείες.
Για τον τομέα της λιανικής, τέλος, η Επιτροπή περιορίζει την παρέμβασή της στην αύξηση της διαφάνειας των τιμών. Προτείνει τη δημιουργία από το υπουργείο Ανάπτυξης ψηφιακής εφαρμογής (application) για την ενημέρωση των καταναλωτών ως προς τις τιμές σε πραγματικό χρόνο και με τρόπο φιλικό προς τον χρήστη που θα περιλαμβάνει τις τιμές των πρατηρίων ανά προϊόν, ανά πρατήριο και ανά γεωγραφική περιοχή σε πραγματικό χρόνο, και θα εμφανίζει στον χρήστη (με βάση την τρέχουσα τοποθεσία του) τα κοντινότερα σε αυτόν πρατήρια και τις τιμές σε αυτά. «Δεν θα πρέπει σε μια αγορά με έντονα φαινόμενα παραβατικότητας να κατευθύνεις τον καταναλωτή στο φθηνότερο πρατήριο», αναφέρουν.

