Η μεγάλη ευκαιρία του Χρηματιστηρίου Αθηνών

Από τον «μαύρο» Σεπτέμβριο του 1999 στην ενδεχόμενη εξαγορά του από το Euronext

η-μεγάλη-ευκαιρία-του-χρηματιστηρίου-563701069 Εάν η συμφωνία με το Euronext ολοκληρωθεί, το Χρηματιστήριο Αθηνών θα ενταχθεί σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό χρηματιστηριακό ταμπλό και θα αποκτήσει πρόσβαση σε μια τεράστια δεξαμενή ρευστότητας, τονίζουν κορυφαία κυβερνητικά στελέχη. [ΙΝΤΙΜΕ]
Εάν η συμφωνία με το Euronext ολοκληρωθεί, το Χρηματιστήριο Αθηνών θα ενταχθεί σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό χρηματιστηριακό ταμπλό και θα αποκτήσει πρόσβαση σε μια τεράστια δεξαμενή ρευστότητας, τονίζουν κορυφαία κυβερνητικά στελέχη. [ΙΝΤΙΜΕ]
Φόρτωση Text-to-Speech...

Ηταν Σεπτέμβριος του 1999 όταν ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έκλεινε στις 6.484,38 μονάδες, περίπου τρεις φορές υψηλότερα από τα επίπεδα στα οποία κινείται σήμερα. Ηταν η εποχή που όλοι τοποθετούσαν ό,τι μπορούσαν στο Χρηματιστήριο προσδοκώντας μεγάλες υπεραξίες. Στις πόλεις της ελληνικής περιφέρειας, ακόμα και σε απομακρυσμένα χωριά της επαρχίας, λειτουργούσαν εταιρείες λήψης και διαβίβασης εντολών, οι περιβόητες πάλαι ποτέ ΕΛΔΕ, προκειμένου να διευκολυνθεί ο κόσμος για να μπει στο Χρηματιστήριο. Το ερώτημα εάν «παίζεις μετοχές» κυριαρχούσε στις συζητήσεις γνωριμίας σε όλα τα επίπεδα, μαρτυρώντας την απουσία οιουδήποτε επενδυτικού ορθολογισμού. Περισσότερο από 1 εκατομμύριο Ελληνες αγόραζαν και πωλούσαν μετοχές με μεγαλύτερη ευκολία από ό,τι παίζουν σήμερα αθλητικό στοίχημα.

Είκοσι χρόνια και μερικούς μήνες μετά, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου, αφού κατέρρευσε το 2003 στις περίπου 1.500 μονάδες, εξανεμίζοντας δισεκατομμύρια από τις οικονομίες των πολιτών αλλά και κεφάλαια επαγγελματιών επενδυτών, έχει καταφέρει με αργό και βασανιστικό τρόπο να φτάσει μόλις στο ένα τρίτο της τιμής του 1999. Τότε, η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου είχε φτάσει στα 212,8 δισ. ευρώ, αλλά το 2009 είχε συρρικνωθεί στα 57,6 δισ. ευρώ. Περί τα 155 δισ. απλά εξανεμίστηκαν.

Σήμερα, η χρηματιστηριακή αξία της ελληνικής αγοράς εξακολουθεί να υπολείπεται των προ εικοσαετίας υψηλών της και κινείται κοντά στα επίπεδα των 125 δισ. ευρώ. Παράλληλα, όμως, λείπουν και περισσότερες από 150 επιχειρήσεις από το ταμπλό που είτε εκδιώχθηκαν είτε έκλεισαν, είτε επέλεξαν να ιδιωτεύσουν. Και τα τελευταία λίγα χρόνια μερικές από τις μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις έχουν επιλέξει, και συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να επιλέγουν, την παράλληλη διαπραγμάτευση σε μεγάλα χρηματιστήρια του εξωτερικού, αναζητώντας ευκολότερη και φθηνότερη πρόσβαση σε ώριμες κεφαλαιαγορές.

Το 1999 η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου είχε φτάσει στα 212,8 δισ. ευρώ, το 2009 είχε συρρικνωθεί στα 57,6 δισ. ευρώ και σήμερα ανέρχεται σε 125 δισ. ευρώ.

Από το 1999 και το σκάσιμο της «φούσκας» του ελληνικού Χρηματιστηρίου μεσολάβησαν πολλές διεθνείς κρίσεις, η δεκαετής οικονομική κρίση στη χώρα που συρρίκνωσε κατά 30% περίπου το ΑΕΠ της, αλλά και η πανδημία. Ωστόσο η μεγάλη πλειοψηφία των χρηματιστηριακών αγορών του κόσμου, όχι μόνον έχει ανακτήσει το χαμένο έδαφος των κρίσεων που αντιμετώπισε τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά κινείται σε επίπεδα πολύ υψηλότερα. Συχνά κοντά σε νέα ιστορικά υψηλά.

Ναι μεν το ελληνικό Χρηματιστήριο υπεραποδίδει τα τελευταία λίγα χρόνια έναντι πολλών μεγαλύτερών του αγορών, πλην όμως η λειτουργία του ως μηχανισμού χρηματοδότησης της οικονομίας και διάχυσης της επιχειρηματικής κερδοφορίας υπολείπεται σημαντικά σε σχέση με αυτή που θα μπορούσε να είναι. Χαμηλή εμπορευσιμότητα των μετοχών, που σημαίνει πως είναι δύσκολο για κάποιον να μπει και να βγει, πολύ μικρό βάθος, δηλαδή απουσία επαρκούς αριθμού αγοραστών και πωλητών, υψηλά κόστη συναλλαγών αλλά και εισόδου εταιρειών στο Χρηματιστήριο, χρονοβόρες διαδικασίες και όχι ιδιαίτερα αξιόπιστα τεχνολογικά συστήματα, αναφέρονται διαχρονικά από ξένους αλλά και Ελληνες επενδυτές ως προβλήματα της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Με δεδομένο ότι τουλάχιστον το κανονιστικό και ρυθμιστικό πλαίσιο και η εποπτεία από την ελληνική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχουν ήδη βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, όπως αναφέρουν ξένοι αναλυτές αυτό που μένει είναι η πρόσβαση σε μεγάλες δεξαμενές ρευστότητας και ο εκσυγχρονισμός υποδομών υπηρεσιών και λειτουργιών. Και κάπως έτσι φτάνουμε στο σήμερα και την πρόταση εξαγοράς του ελληνικού Χρηματιστηρίου από την Euronext, στην οποία ανήκουν τα χρηματιστήρια σε Βέλγιο, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ολλανδία, Νορβηγία και Πορτογαλία που έχουν σχεδόν 1.800 εισηγμένες με συνολική κεφαλαιοποίηση αγοράς 6,3 τρισ. ευρώ. Αν και διατυπώνονται αντιδράσεις, κυρίως για το ύψος του προσφερόμενου τμήματος –που ούτως ή άλλως αναμένεται να βελτιωθεί σε επόμενη φάση της διαδικασίας που ξεκίνησε αυτή την εβδομάδα–, η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην ελληνική κεφαλαιαγορά αλλά και ο επιχειρηματικός κόσμος αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο ενοποίησής της με την Euronext ως θετική προοπτική.

Το Euronext λειτουργεί τα χρηματιστήρια σε Βέλγιο, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ολλανδία, Νορβηγία και Πορτογαλία, που έχουν 1.800 εισηγμένες με κεφαλαιοποίηση 6,3 τρισ. ευρώ.

Κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο όπως και η προεδρία της κυβέρνησης εμφανίζεται ιδιαίτερα θετικό στην προοπτική, υπογραμμίζουν ότι έτσι το Χ.Α. «θα ενταχθεί σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό χρηματιστηριακό ταμπλό και θα αποκτήσει πρόσβαση σε μια τεράστια δεξαμενή ρευστότητας». Mε αυτόν τον τρόπο μπορεί να ενισχυθεί η διασύνδεση των ελληνικών κεφαλαιαγορών με διεθνείς επενδυτές και αγορές, ενώ οι ελληνικές εταιρείες μπορούν να ωφεληθούν από νέες δυνατότητες χρηματοδότησης και από την αυξημένη προβολή τους στο εξωτερικό.

Η μεγάλη ευκαιρία του Χρηματιστηρίου Αθηνών-1
Το Euronext διαχειρίζεται το 25% των συναλλαγών στην Ευρώπη. (Φωτογραφία: Reuters)

«Για χρόνια, το ελληνικό Χρηματιστήριο λειτουργούσε κυρίως ως πλατφόρμα για τις μεγάλες επιχειρήσεις, αφήνοντας τις μικρομεσαίες, που αποτελούν τον κορμό της οικονομίας, στο περιθώριο. Παράλληλα, σημαντικές μεγάλες ελληνικές εταιρείες επέλεξαν να μεταφέρουν την έδρα ή τη βασική τους εισαγωγή στο εξωτερικό», επισημαίνεται από την οδό Νίκης στο Σύνταγμα. Πιθανή συμφωνία, λοιπόν, θα καταστήσει το ελληνικό Χρηματιστήριο πιο ανοιχτό και λειτουργικό προς όλους, ενώ ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις δημιουργούνται νέες δυνατότητες εισαγωγής μέσω εξειδικευμένων αγορών (Euronext Growth, Euronext Access), προγράμματα υποστήριξης, μειωμένο κόστος και απλούστεροι κανονιστικοί όροι, αναφέρουν κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών. Κυρίως όμως δημιουργείται πρόσβαση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε ένα πανευρωπαϊκό επενδυτικό κοινό και σε νέα εργαλεία άντλησης κεφαλαίων, με ουσιαστική στήριξη από επαγγελματίες της αγοράς, σχολιάζουν.

Επισημαίνεται δε πως ένα από τα σημαντικότερα διακυβεύματα της, υπό συζήτηση, πρότασης είναι και «η ανάκτηση της εμπιστοσύνης πολιτών και επενδυτών στο ελληνικό Χρηματιστήριο». «Η “ομπρέλα” της Euronext και η αξιοπιστία που εκείνη φέρει, μπορούν να λειτουργήσουν ως σημείο καμπής, προσφέροντας απόλυτη διαφάνεια, απέναντι σε ένα μακρινό, αλλά επώδυνο παρελθόν», αναφέρουν χαρακτηριστικά.

Oι μέτοχοι της ΕΧΑΕ και τι θα κρίνει την εξαγορά

Το διοικητικό συμβούλιο του ομίλου της εισηγμένης πολυμετοχικής εταιρείας «Ελληνικά Χρηματιστήρια – Χρηματιστήριο Αθηνών Ανώνυμη Εταιρεία Συμμετοχών» (ΕΧΑΕ), η οποία ελέγχει και διαχειρίζεται τον όμιλο του Χρηματιστηρίου της Αθήνας και την ελληνική κεφαλαιαγορά μαζί με τους συμβούλους που θα διορίσει, θα αξιολογήσει την πρόθεση εξαγοράς έως και του 100% των μετοχών, που διατύπωσε επισήμως το Εuronext. Εφόσον η αξιολόγηση του Δ.Σ. είναι θετική και υπάρχει και μία κατ’ αρχήν συμφωνία στο ύψος του τιμήματος, μετά και τη διενέργεια ελέγχου δέουσας επιμέλειας (due diligence) το Εuronext αναμένεται να καταθέσει και επισήμως πρόταση. Βεβαίως, πρόταση μπορεί να κάνει ακόμα και σε περίπτωση αρνητικής εισήγησης.

Με ανακοίνωσή του το Euronext γνωστοποίησε ότι έχει ξεκινήσει συζητήσεις με το διοικητικό συμβούλιο της ΕΧΑΕ σχετικά με μια ενδεχόμενη, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, προσφορά για την απόκτηση έως και του 100% των μετοχών. Αυτή η προσφορά θα διαρθρωθεί ως ανταλλαγή μετοχών, που θα αποτιμά το Χ.Α. στα 6,90 ευρώ ανά μετοχή, οδηγώντας σε μια σταθερή σχέση μετατροπής 21,029 κοινών μετοχών του Χ.Α. για κάθε νέα μετοχή του Euronext. Με βάση την τιμή μετοχής του Euronext στα 145,10 ευρώ στις 30 Ιουνίου 2025, η προσφορά θα αποτιμήσει ολόκληρο το εκδοθέν και το προς έκδοση κεφάλαιο κοινών μετοχών του Χ.Α. στα 399 εκατ. ευρώ. Κύκλοι με γνώση των εξελίξεων εκτιμούν πως πρέπει να γίνει βελτιωμένη προσφορά ώστε οι μέτοχοι του Χ.Α. να συμφωνήσουν να εισφέρουν τις μετοχές τους. Εξάλλου ήδη η τιμή της μετοχής της ΕΧΑΕ ανέβηκε από τα 6 ευρώ στην αρχή της περασμένης εβδομάδας πάνω από τα επίπεδα των 6,90 στο τέλος της.

Βάσει της σχέσης ανταλλαγής μετοχών που έχει προτείνει το Euronext το 100% του Χ.Α. αποτιμάται στα 399 εκατ.

Σημειώνεται πως κανένας μέτοχος της ΕΧΑΕ δεν ελέγχει πάνω από το 5% του μετοχικού κεφαλαίου, εκτός από το επενδυτικό κεφάλαιο American Funds Smallcap World Fund Class A (5,09%), που ανήκει στην οικογένεια των αμοιβαίων της γνώριμης από παλιά στην ελληνική αγορά, Capital Group. Αντιθέτως, υπάρχουν πολλοί μέτοχοι με ποσοστά κάτω του 5%, μεταξύ των οποίων μεγάλες ξένες επενδυτικές τράπεζες, επενδυτικά κεφάλαια, αμοιβαία, αλλά και ελληνικές και ξένες τράπεζες καθώς και η ίδια η ΕΧΑΕ (4,1%). Μεταξύ αυτών διακρίνονται η UBS, το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Νορβηγίας Norges, η Catrepillar Investment Trust, η Berenberg Bank, η Janus Henderson, η Vanguard και πολλά ακόμη ξένα και ελληνικά αμοιβαία. Τα τελευταία ανήκουν ως επί το πλείστον σε ελληνικές συστημικές τράπεζες. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι μέσω διαφόρων φορέων όπως ο ΕΦΚΑ, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και ορισμένοι άλλοι φορείς, θέση της τάξεως του 7%-8% ελέγχει έμμεσα και το Δημόσιο. Πάνω από 1,5% έχει και η Τράπεζα της Ελλάδος.

Ενας πιθανός συνδυασμός του Euronext με το Χρηματιστήριο της Αθήνας «θα υλοποιούσε τη φιλοδοξία του Euronext να ενοποιήσει τις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές δημιουργώντας ευκαιρίες ανάπτυξης και συνέργειες», αναφέρει ο πολυεθνικός χρηματιστηριακός όμιλος, προσθέτοντας πως παράλληλα θα προωθούσε και «την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών, λειτουργώντας με ενοποιημένη τεχνολογία συναλλαγών και μετασυναλλακτικών συναλλαγών και λειτουργώντας με βάση ένα πλαίσιο διασυνοριακής εκκαθάρισης». Το Euronext θεωρείται η μεγαλύτερη δεξαμενή ρευστότητας στην Ευρώπη, διαχειριζόμενη περίπου το 25% των συναλλαγών στη Γηραιά Ηπειρο. Προσθέτει δε πως «το ενδιαφέρον του Euronext για το Χ.Α. αντικατοπτρίζει την ισχυρή εμπιστοσύνη του στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας». Ξεκαθαρίζει ωστόσο πως στην τρέχουσα φάση δεν μπορεί να θεωρηθεί βέβαιο ότι οι συζητήσεις που διεξάγονται θα οδηγήσουν σε οποιαδήποτε συμφωνία ή συναλλαγή, ούτε σε οποιαδήποτε προσφορά. Σύμφωνα με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση του 2024, ο όμιλος Χρηματιστηρίου Αθηνών κατέγραψε αύξηση του κύκλου εργασιών κατά 15,3% και των EBITDA κατά 24,7%, ενώ τα κέρδη μετά από φόρους ενισχύθηκαν 33% και ανήλθαν σε 17,3 εκατ. ευρώ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT