Την εκδίκαση εντός τριετίας όλων των εκκρεμών ανακοπών που καθυστερούν την ολοκλήρωση των πλειστηριασμών επιδιώκει το υπουργείο Δικαιοσύνης με τη διάταξη που πρόκειται να φέρει στη Βουλή για την υποχρεωτική διαδικασία επαναπροσδιορισμού όλων των εκκρεμών υποθέσεων. Ο επαναπροσδιορισμός όλων των ανακοπών, η εκδίκαση των οποίων έχει προσδιοριστεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2026, θα γίνει ηλεκτρονικά μέσω πλατφόρμας, στην οποία θα κληθούν οι ενδιαφερόμενοι να επικαιροποιήσουν την αίτησή τους προκειμένου να πάρει νέα δικάσιμο.
Η ηλεκτρονική επικαιροποίηση θα επιτρέψει και την ομαδοποίηση όλων των ανακοπών που αφορούν τον ίδιο πλειστηριασμό, επιτυγχάνοντας έτσι τη σύντμηση των σχετικών διαδικασιών και την απλούστευση της εκδίκασής τους. Η πλατφόρμα θα δημιουργηθεί εντός του 2025 και θα λειτουργήσει στο πρότυπο αυτής που δημιουργήθηκε για τον νόμο Κατσέλη, όπου όλοι οι ενδιαφερόμενοι κλήθηκαν σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα να επικαιροποιήσουν την αίτηση υπαγωγής στον νόμο. Τώρα οι ενδιαφερόμενοι θα κληθούν να δηλώσουν εκ νέου την αίτηση ανακοπής. Στη συνέχεια οι αιτήσεις αυτές θα κατανεμηθούν σε συγκεκριμένες ημερομηνίες, με στόχο όλες οι υποθέσεις να έχουν εκκαθαριστεί εντός της προσεχούς 3ετίας.
Η σχετική διάταξη περιλαμβάνεται στο σχέδιο νόμου «Παρεμβάσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας – Τροποποιήσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο των ανακοπών κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης με σκοπό την επιτάχυνση της εκδίκασης», που έδωσε σε δημόσια διαβούλευση το υπουργείο Δικαιοσύνης και αναμένεται να εισαχθεί προς ψήφιση στη Βουλή εντός του καλοκαιριού, ώστε να ισχύσει από τη νέα δικαστική περίοδο. Οπως προβλέπει η σχετική διάταξη, η «ανακοπή για την οποία δεν υποβάλλεται εμπροθέσμως αίτηση επαναπροσδιορισμού λογίζεται ως μηδέποτε ασκηθείσα».
Επιπλέον, «προσωρινή διαταγή ή αναστολή εκτέλεσης, η οποία χορηγήθηκε στο πλαίσιο ανακοπής για την οποία δεν υποβλήθηκε εμπρόθεσμα αίτηση επαναπροσδιορισμού, καταργείται αυτοδίκαια». Με τη ρύθμιση θεσπίζεται για πρώτη φορά ρητή προθεσμία 30 ημερών για την άσκηση πρόσθετων λόγων ανακοπής στις διαδικασίες επαναπροσδιορισμού, με σκοπό την επιτάχυνση και τον εξορθολογισμό της δίκης. Η απουσία τέτοιας προθεσμίας στο προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο, όπως σημειώνεται, «προκαλούσε ανασφάλεια δικαίου και λειτουργούσε εις βάρος της ταχείας εκκαθάρισης των εκκρεμοτήτων».
Οι ενδιαφερόμενοι θα κληθούν να επικαιροποιήσουν μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας την αίτησή τους, προκειμένου να πάρει νέα δικάσιμο.
Το θέμα των ανακοπών στους πλειστηριασμούς ακινήτων είναι κρίσιμο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Σήμερα ορίζονται δικάσιμοι για ανακοπή πλειστηριασμού ακόμη και το 2036. Ετσι τα ακίνητα που θα μπορούσαν να «πέσουν» στην αγορά είναι εγκλωβισμένα σε ατέρμονες δικαστικές διαδικασίες. Σύμφωνα με τους πιστωτές, κυρίως τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων, η εκκαθάριση της νομικής εικόνας των ακινήτων θα επισπεύσει τη διαδικασία πώλησής τους, δημιουργώντας ένα ασφαλές περιβάλλον τόσο για τον υπερθεματιστή, δηλαδή αυτόν που βγάζει το ακίνητο στον πλειστηριασμό όσο και τον δανειστή, που αναμένει την ολοκλήρωση του πλειστηριασμού για να λάβει τα χρήματα από τη ρευστοποίηση.
Οπως επισημαίνουν, ακόμη κι αν το ακίνητο βρει τελικώς αγοραστή, ο φόβος ακύρωσης της πώλησης μέσω της ανακοπής του πλειστηριασμού συνεχίζει να υπάρχει και μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, θέτοντας ουσιαστικά το ακίνητο και τον νέο αγοραστή σε καθεστώς ομηρίας. Να σημειωθεί ότι η ανακοπή του πλειστηριασμού από τον οφειλέτη μπορεί να γίνει ακόμη και μετά την ολοκλήρωσή του για λόγους που έχουν να κάνουν με προγενέστερα στάδια της διαδικασίας.
Η υποχρέωση των ενδιαφερομένων να επικαιροποιήσουν την αίτηση ανακοπής θα συνοδευθεί με την υποχρέωση να αναφέρουν τους αριθμούς κατάθεσης όλων των συναφών δικογράφων για όλες τις ανακοπές που έχουν δημιουργήσει διαφορετικές δίκες και εγγραφές. Με τον τρόπο αυτό το πρόβλημα θα τεθεί σε σωστή βάση, καθώς σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αρμόδιου υπουργείου, οι πολλαπλές ανακοπές για το ίδιο ακίνητο δημιουργούν πλασματική εικόνα για τον πραγματικό αριθμό των ανακοπών που εκκρεμούν.
Οπως αναφέρεται στο σχετικό σχέδιο νόμου, «είναι σύνηθες στις περιπτώσεις ανακοπών των οποίων η συζήτηση έχει οριστεί μετά την ημερομηνία διενέργειας του πλειστηριασμού, να κατατίθεται από τον διάδικο αίτηση προτίμησης. Σε αυτή την περίπτωση η υπόθεση εκδικάζεται νωρίτερα, λόγω της επείγουσας φύσης αυτής. Ωστόσο, η πρώτη ημερομηνία συζήτησης παραμένει εγγεγραμμένη στα πινάκια και δεν αφαιρείται από αυτά, παρά το ότι η ανακοπή εκδικάστηκε. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα πινάκια να φαίνονται πλήρη με εγγεγραμμένες ανακοπές, οι οποίες, κατόπιν αίτησης προτίμησης, έχουν ήδη εκδικαστεί, γεγονός που οδηγεί σε σημαντική καθυστέρηση στον ορισμό δικασίμου για τις νέες ανακοπές που κατατίθενται. Μέσω της υποχρεωτικής για τους ανακόπτοντες υποβολής αίτησης επαναπροσδιορισμού της συζήτησης, επιτυγχάνεται ήδη από το πρώτο στάδιο εκκαθάριση των υπερφορτωμένων πινακίων. Αναμένεται, συνεπώς, ότι ένας σημαντικός αριθμός εκκρεμών υποθέσεων δεν θα επαναπροσδιοριστεί, καθώς έχει ήδη προηγηθεί η εκδίκασή του. Με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται η επιτάχυνση της διαδικασίας εκδίκασης, καθώς και η ταχύτερη έκδοση αποφάσεων για τις λοιπές υποθέσεις. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, από το σύνολο των ανακοπών που έχουν κατατεθεί μόνο το ένα τρίτο αφορά μοναδιαίες περιπτώσεις πλειστηριασμών.

