Ακριβαίνει η συμμετοχή ευρωπαϊκών κρατών στο ΝΑΤΟ

Ακριβαίνει η συμμετοχή ευρωπαϊκών κρατών στο ΝΑΤΟ

Ισχυρές δημοσιονομικές πιέσεις σε Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία βλέπουν διεθνείς οίκοι

6' 6" χρόνος ανάγνωσης

Ο νέος στόχος του ΝΑΤΟ για τις δαπάνες στην άμυνα θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί από όλους, όπως εκτιμούν οι οικονομολόγοι, καθώς αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ήδη έχουν μεγάλα ελλείμματα και «φουσκωμένα» βάρη χρέους και θα βρεθούν αντιμέτωπες με αυξημένους δημοσιονομικούς κινδύνους στην επόμενη δεκαετία, μπαίνοντας στο στόχαστρο των αγορών που θα τεστάρουν τις «αντοχές» τους. Σε αυτές δεν συγκαταλέγεται πάντως η Ελλάδα.

Σημειώνεται πως ο νέος στόχος –που πρέπει να επιτευχθεί στα επόμενα δέκα χρόνια– τέθηκε στο 5% του ΑΕΠ και κατανέμεται ως εξής: 3,5% του ΑΕΠ για τις «σκληρές» αμυντικές δαπάνες (στρατεύματα, οπλικά συστήματα) και 1,5% για ευρύτερες υποδομές, όπως κυβερνοασφάλεια, προστασία αγωγών και ενίσχυση του οδικού δικτύου για βαρέα στρατιωτικά οχήματα.

Τριπλασιασμός δαπανών

Για να φθάσουν στο 5% οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, των οποίων το χρέος ήδη ξεπερνάει το 80% του ΑΕΠ, θα πρέπει σχεδόν να τριπλασιάσουν τα 325 δισ. ευρώ που δαπάνησαν συνολικά για την άμυνα πέρυσι, σε περισσότερα από 900 δισ. ευρώ. «Δεν πρόκειται να το καταφέρουν», όπως δήλωσε στο Reuters ο Γκούντραμ Βολφ, ανώτερος συνεργάτης του think-tank Bruegel. «Εάν είσαι μια χώρα με υψηλό χρέος και δεν μπορείς να εκδώσεις περισσότερο χρέος, αυτό σημαίνει πολύ δύσκολες δημοσιονομικές επιλογές», είπε αναφερόμενος στις μεγάλες αυξήσεις φόρων ή στις περικοπές δαπανών που θα απαιτούσε η επίτευξη αυτού του στόχου.

Οπως εκτιμούν οι οικονομολόγοι, εάν εφαρμοστεί πλήρως και χρηματοδοτηθεί μέσω δανεισμού η αύξηση των «σκληρών» αμυντικών δαπανών στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2035, αυτό θα μπορούσε να αυξήσει το χρέος χωρών της Ε.Ε. κατά 10%-20% του ΑΕΠ την επόμενη δεκαετία.

Αυτό, κατά την Capital Economics, θα προσέθετε δημοσιονομικούς κινδύνους σε ορισμένες χώρες, ιδίως στο Βέλγιο, στη Γαλλία και στην Ιταλία. Για παράδειγμα, ο δείκτης χρέους της Γαλλίας –εάν η κυβέρνηση αύξανε τις αμυντικές δαπάνες στο 3,5% και τις χρηματοδοτούσε εξ ολοκλήρου από υψηλότερο δανεισμό– θα εκτοξευθεί στο 148% του ΑΕΠ το 2035. Στο Βέλγιο θα φθάσει στο 140% και στην Ιταλία θα ξεπεράσει το 140%.

Για την Ελλάδα δεν υπάρχει ανησυχία, ωστόσο σημειώνει στην «Κ» ο επικεφαλής οικονομολόγος του οίκου Αντριου Κένινγκχαμ: «Η Ελλάδα ήδη δαπανά το 3,1% του ΑΕΠ της για την άμυνα, επομένως χρειάζεται να αυξήσει αυτό το ποσοστό μόνο κατά 0,4% του ΑΕΠ για να φθάσει στον στόχο του 3,5% έως το 2035», όπως επισημαίνει. «Δεδομένου ότι επί του παρόντος προβλέπουμε ότι ο ελληνικός δείκτης χρέους θα μειωθεί από πάνω από 150% σε 120% του ΑΕΠ έως το 2035, αυτό θα έκανε μόνο μια μικρή διαφορά στο χρέος της Ελλάδας, οπότε υπό αυτή την έννοια είναι οικονομικά προσιτό», τονίζει ο οικονομολόγος.

Την ίδια στιγμή, η αύξηση των αμυντικών δαπανών εκτιμάται ότι θα δώσει μόνο μια μικρή ώθηση στο ΑΕΠ της Ε.Ε. τα επόμενα χρόνια. Ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής των αμυντικών δαπανών είναι πολύ κάτω από τη μονάδα στην Ευρώπη, εν μέρει επειδή οι οικονομίες βρίσκονται ήδη κοντά στην πλήρη δυναμικότητά τους, εκτιμούν οι οικονομολόγοι. Και παρότι οι αμυντικές δαπάνες έχουν αυξήσει την παραγωγικότητα σε άλλες χώρες, αυτό θα συμβεί ελάχιστα στην Ευρώπη επειδή οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό μερίδιο των αμυντικών προϋπολογισμών τους (λιγότερο από 4% σε σύγκριση με πάνω από 10% στη Νότια Κορέα και στις ΗΠΑ).

Οπως προειδοποιούν πάντως οι οικονομολόγοι, οι «τιμωροί» των ομολόγων θα βάλουν πολλές χώρες στο στόχαστρο, εκτοξεύοντας στα ύψη τα κόστη δανεισμού.

Για την Ελλάδα δεν υπάρχει ανησυχία, σημειώνει η Capital Economics, δεδομένου ότι ήδη δαπανά το 3,1% του ΑΕΠ για την άμυνα.

«Με τον πρόσθετο δανεισμό σε αυτή την κλίμακα να επιδεινώνει μια ήδη εύθραυστη δημοσιονομική θέση, αυξάνεται ο κίνδυνος μαζικού sell-off στις αγορές κρατικών ομολόγων κάποια στιγμή τα επόμενα χρόνια», εκτιμά ο Κένινγκχαμ της Capital Economics.

Ανάλογες είναι και οι εκτιμήσεις της Allianz. Οπως επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομολόγος του οίκου Λούντοβιτς Σουμπράν, οι ευρωπαϊκές επενδύσεις στην άμυνα έχουν αυξηθεί κατά 75% από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022. Ωστόσο, η επίτευξη του προτεινόμενου στόχου του 3,5% του ΑΕΠ θα απαιτήσει από τη Γερμανία να δαπανά 55 δισ. ευρώ περισσότερα ετησίως, τη Γαλλία 39 δισ. ευρώ, την Ιταλία 40 δισ. ευρώ και το Ηνωμένο Βασίλειο 35 δισ. ευρώ.

Μέχρι στιγμής μόνο το Βέλγιο σκοπεύει να αυξήσει τους φόρους για να χρηματοδοτήσει την αύξηση, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επιλέξει μια αλλαγή του προϋπολογισμού του μειώνοντας την εξωτερική βοήθεια. Η Γερμανία και η Σουηδία έχουν επιλέξει το χρέος. Η Ελλάδα σχεδιάζει να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της εντός του υφιστάμενου προϋπολογισμού της.

«Καθώς οι φόροι ή οι περικοπές δαπανών είναι πολιτικά δαπανηρές, η χρηματοδότηση της άμυνας με νέο χρέος θα είναι η πρώτη επιλογή για τις περισσότερες κυβερνήσεις», τονίζει ο Σουμπράν. Ωστόσο, η εξάρτηση από το χρέος θα οδηγήσει τις αγορές να τιμωρήσουν τις χώρες που παρεκκλίνουν δημοσιονομικά.

«Η αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 1-2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μέσω του χρέους θα “διογκώσει” τους δείκτες χρέους κατά 10-20 ποσοστιαίες μονάδες την επόμενη δεκαετία. Αυτό θα μπορούσε να διευρύνει τα spreads των κρατικών ομολόγων στην Ευρωζώνη κατά 10-40 μονάδες βάσης, επιδεινώνοντας τη δημοσιονομική κατάσταση», σημειώνει ο οικονομολόγος.

Μέχρι στιγμής η βελτίωση των πρωτογενών ισοζυγίων έχει διατηρήσει τις αγορές σε ηρεμία. Τα ελλείμματα της Ιταλίας και της Ισπανίας είναι σχεδόν ισορροπημένα και τα spreads παραμένουν κάτω από τις 100 μονάδες βάσης, μακριά από τα υψηλά της εποχής της κρίσης, που ήταν πάνω από 400 μονάδες βάσης. «Αλλά μόλις χαθεί, η εμπιστοσύνη των επενδυτών ανακάμπτει αργά», τονίζει ο Σουμπράν.

Η προσφυγή σε μηχανισμούς χρηματοδότησης σε επίπεδο Ε.Ε. θα προσφέρει μόνο προσωρινή ανακούφιση, καθώς αυτό θα αποτελούσε σε μεγάλο βαθμό μια λογιστική άσκηση όπου οι πληρωμές τόκων για το κοινό χρέος της Ε.Ε. θα έπρεπε να χρηματοδοτούνται από τους εθνικούς προϋπολογισμούς. «Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες θα πρέπει συνεπώς να σχεδιάσουν προσεκτικά την ιεράρχηση των δαπανών και να το επικοινωνήσουν με σαφήνεια για να αποφευχθεί η τρομακτική επίδραση των αγορών ομολόγων», επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Allianz.

Περικοπές και φόροι

Εάν δεν επιλέξουν τη χρηματοδότηση με χρέος, οι άλλες οδοί είναι πολιτικά δύσκολες για τις κυβερνήσεις. «Μένει να δούμε και αν οι χώρες θα αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους κόβοντας μικρά ποσά δαπανών από λιγότερο σημαντικούς τομείς ή από τομείς με μεγάλη βαρύτητα, όπως οι συντάξεις, οι οποίοι θα δεχθούν καίριο πλήγμα», σχολιάζει ο Βολφ του Bruegel.

Η οικονομολόγος της ING Μαριέκε Μπλομ επισημαίνει πάντως πως τα νοικοκυριά είναι αυτά που θα πληρώσουν το κόστος. «Η αύξηση δαπανών δεν αφορά την υγειονομική περίθαλψη, την κοινωνική ασφάλιση ή την εκπαίδευση και θα έρθει με τη μορφή περικοπών σε αυτούς τους τομείς. Εναλλακτικά μπορεί να έρθει με τη μορφή υψηλότερης φορολογίας, με τους Ευρωπαίους καταναλωτές να ξοδεύουν λιγότερα σε άλλα πράγματα. Πιθανότατα θα είναι ένας συνδυασμός και των δύο».

Πάντως, αν και οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες θα αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες σε κάποιο βαθμό, είναι πιθανό να μην υπάρξει πλήρης συμμόρφωση γενικότερα. Οπως σημειώνει η Capital Economics, μέλη του ΝΑΤΟ στο παρελθόν συχνά δεν έχουν επιτύχει τον προηγούμενο στόχο δαπανών (2%). Και το γεγονός ότι στην Ισπανία έχει χορηγηθεί δικαίωμα εξαίρεσης και ότι ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι οι ΗΠΑ δεν δεσμεύονται από αυτό, υποδηλώνει ότι οι άλλοι μπορεί να μην το εκλάβουν κυριολεκτικά.

Μέχρι στιγμής μόνο η Γερμανία έχει καταρτίσει ένα σαφές σχέδιο για την επίτευξη του 3,5%. Αντίθετα, η Γαλλία δυσκολευόταν να συμφωνήσει σε έναν προϋπολογισμό για το 2026, ακόμη και πριν λάβει υπόψη τους νέους στόχους για τις αμυντικές δαπάνες. Και παρότι η Ιταλία έχει δεσμευθεί να φθάσει στο 2% του ΑΕΠ φέτος, η κυβέρνησή της έχει εκφράσει αμφιβολίες σχετικά με το 3,5%.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT