Νέες κατηγορίες αγοραστών από το εξωτερικό έχει αρχίσει να προσελκύει πλέον η ελληνική αγορά ακινήτων, καθώς ωριμάζει σταδιακά ως προορισμός, όχι μόνο για διακοπές και αναψυχή τους θερινούς μήνες, αλλά και για περιστασιακή ή και μόνιμη διαμονή και εργασία. Οι προσιτές τιμές σε σχέση με άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης είναι ένας από τους λόγους της τάσης αυτής, καθώς η ελληνική αγορά βρισκόταν σε υφεσιακή πορεία για το μεγαλύτερο μέρος της περασμένης δεκαετίας, τη στιγμή που στις περισσότερες αγορές του εξωτερικού οι τιμές κατέγραφαν διαδοχικές αυξήσεις και ιστορικά υψηλά.
Εκμετάλλευση ακινήτου
Ενας ακόμη λόγος είναι η σημαντική ευελιξία που προσφέρεται στην εγχώρια αγορά σε ό,τι αφορά την εκμετάλλευση του ακινήτου που αγοράζεται, κάτι που επιθυμούν πλέον όλο και περισσότεροι αγοραστές. Σε πρόσφατη ανάλυσή της για την ελληνική αγορά ακινήτων, η βρετανική Astons, ένας από τους μεγαλύτερους ομίλους επενδυτικής μετανάστευσης, σημειώνει ότι «οι σημερινοί αγοραστές ακινήτων στην Ελλάδα δεν είναι υποχρεωτικά μόνο συνταξιούχοι από τη Βόρεια Ευρώπη ή όσοι αποκτούν μια βίλα σε ένα νησί. Είναι επιχειρηματίες της υψηλής τεχνολογίας από το Τελ Αβίβ, ιδιοκτήτες εταιρειών από το Μάντσεστερ και αρχιτέκτονες από τη Νέα Υόρκη. Το κοινό τους σημείο είναι η επιθυμία για ευέλικτες επενδύσεις, που να προσφέρουν αποδόσεις και τη δυνατότητα της εύκολης μετακίνησης», αναφέρει η Astons.
Στο πλαίσιο αυτό, η ζήτηση στρέφεται σε κατοικίες υψηλής ενεργειακής απόδοσης, διαμερίσματα σε δημοφιλείς αστικές περιοχές και ακίνητα που να προσφέρουν σοβαρές προοπτικές απόδοσης, μέσω των ενοικίων που εξασφαλίζουν. Σύμφωνα με την Astons, οι αγοραστές συχνά επιλέγουν κατοικίες με ιστορικό χαρακτήρα, που να έχουν αναβαθμιστεί με ένα σύγχρονο προφίλ, διαμερίσματα σε νεοκλασικά κτίρια, αναπτύξεις με έμφαση στην προστασία του περιβάλλοντος και εξοχικά κοντά στη θάλασσα, κατάλληλα τόσο για καλοκαιρινές διακοπές όσο και για αξιοποίηση μέσω των ψηφιακών πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Πού και τι ψάχνουν
Με βάση τα στοιχεία της Astons, στη διάρκεια του τελευταίου έτους, οι αγοραστές από το Ισραήλ έχουν καταγράψει την εντονότερη κινητικότητα, αυξάνοντας τις αγορές τους στην Ελλάδα κατά 70% σε ετήσια βάση. Ακολουθούν οι αγοραστές από τη Μεγάλη Βρετανία με ετήσια αύξηση κατά 51% και εκείνοι από τις ΗΠΑ με άνοδο κατά 47%. Συνοικίες όπως τα Εξάρχεια, το Παγκράτι και το Κουκάκι συνεχίζουν να προσελκύουν αγοραστές που επιθυμούν υψηλής απόδοσης και ζήτησης κατοικίες. Στο επίκεντρο των επιλογών των ξένων αγοραστών βρίσκονται ανακαινισμένα διαμερίσματα κοντά σε πολιτιστικούς χώρους και ιστορικά μνημεία του κέντρου της Αθήνας, όπως επίσης και σε μέσα μαζικής μεταφοράς. Τέτοια σπίτια καταγράφουν μέση ετήσια αύξηση τιμών κατά 15% τα τελευταία χρόνια.
Η Astons επισημαίνει ότι ένα ανακαινισμένο διαμέρισμα 80 τ.μ. στο κέντρο της Αθήνας μπορεί να μισθωθεί πλέον έναντι 850-900 ευρώ, κάτι που μεταφράζεται σε μέση ετήσια (μεικτή) απόδοση 5,8%. Στην υπόλοιπη Αττική, η απόδοση διαμορφώνεται σε 5,4% και στον Πειραιά και στα δυτικά προάστια σε 5%, ενώ χαμηλότερες αποδόσεις προσφέρουν τα βόρεια και τα νότια προάστια με 4,2% και 3,9% αντίστοιχα.
Την τάση αυτή επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της Elxis-At Home In Greece, μιας εταιρείας ελληνικών συμφερόντων με έδρα την Ολλανδία, που επικεντρώνεται σε πωλήσεις ακινήτων στην Ελλάδα σε ξένους αγοραστές. Σύμφωνα με την Elxis, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αυξανόμενη τάση αγορών ακινήτων και από νεότερης ηλικίας ανθρώπους, από 35 έως 45 ετών. Πρόκειται για ανθρώπους που προσβλέπουν όχι μόνο στην ιδία χρήση, αλλά επίσης στην εκμετάλλευση για κάποιο χρονικό διάστημα και αργότερα και στη μεταπώληση με αφορολόγητη υπεραξία. Οι πιο δραστήριοι επενδυτικά είναι οι Ολλανδοί και δευτερευόντως οι Βέλγοι. Περίπου οι μισοί αγοραστές που προέρχονται από τις χώρες αυτές, έχουν επενδυτικό προσανατολισμό και προχωρούν σε εκμετάλλευση του εξοχικού τους για το διάστημα που δεν το χρησιμοποιούν οι ίδιοι.
«Βλέπουν» ηπιότερη άνοδο
Σύμφωνα με την ανάλυση της Astons, τα επόμενα πέντε χρόνια, οι τιμές θα συνεχίσουν μεν να αυξάνονται αλλά με σαφώς ηπιότερο ρυθμό σε σχέση το πρόσφατο παρελθόν. Σήμερα, η μέση τιμή πώλησης στην Αττική διαμορφώνεται σε 253.000 ευρώ, ενώ έως το τέλος της δεκαετίας προβλέπεται να αγγίξει τις 315.000 ευρώ, αύξηση κατά 24,5%, ή 5% κατά μέσον όρο σε ετήσια βάση για τα επόμενα πέντε χρόνια.

