Η μείωση του ελληνικού δημοσίου χρέους, που συσσωρεύθηκε διαχρονικά και εξακολουθεί να είναι υψηλό τόσο ονομαστικά όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ, αποτελεί βασικό εθνικό στόχο. Η μείωσή του απαιτεί, πρωτίστως, διεύρυνση και εμβάθυνση της παραγωγικής βάσης, με αύξηση διεθνώς ανταγωνιστικής παραγωγής, και παράλληλη χρηστή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών. Η Ελλάδα, από το 2019 έως το 2024, εν μέσω αλλεπάλληλων κρίσεων και αυξημένης παγκόσμιας αβεβαιότητας και ανασφάλειας, κινήθηκε προς αυτές τις κατευθύνσεις, με αποτέλεσμα να κάνει σημαντικά βήματα προς τον εθνικό στόχο.
Το ελληνικό Δημόσιο, μέσω του υπουργείου Οικονομικών και ειδικότερα του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), προέβη σε πρόωρες αποπληρωμές χρέους του επονομαζόμενου επίσημου τομέα (official sector) και, συγκεκριμένα, των δανείων που είχε συνάψει με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και του διμερούς δανείου που είχε συνάψει με τις χώρες τις Ευρωζώνης (Greek Loan Facility Agreement – GLFA), στο πλαίσιο του πρώτου Προγράμματος Δημοσιονομικής Προσαρμογής (1ο μνημόνιο).
Πέραν των τακτικών/κανονικών αποπληρωμών χρέους, οι οποίες ακολουθούσαν το αρχικό πρόγραμμα αποπληρωμών, καθ’ όλο το προαναφερόμενο διάστημα το ελληνικό Δημόσιο εξόφλησε πρόωρα συνολικά ποσά ύψους 24,04 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 8,17 δισ. ευρώ αφορούσαν δάνεια προς το ΔΝΤ (σε SDR) και τα υπόλοιπα 15,87 δισ. ευρώ διμερή δάνεια GLFA.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, στην περίπτωση του ΔΝΤ, η Ελλάδα αποπλήρωσε –μέσα σε 2,5 χρόνια και 2 χρόνια πριν από τη λήξη της– το σύνολο της οφειλής της προς το Ταμείο.
Από τις ανωτέρω πρόωρες αποπληρωμές, εκτός του οφέλους που προέκυψε από το διαφορικό επιτόκιο μεταξύ του χαμηλότερου κόστους νέου δανεισμού για αντίστοιχες διάρκειες και του υψηλότερου κόστους των δανείων του ΔΝΤ, και το οποίο εκτιμάται σε περίπου 82 εκατ. ευρώ, προέκυψαν και οφέλη για το ελληνικό Δημόσιο από τη θετική αξία των πράξεων διαχείρισης (Cross Currency Swap – CC Swap) που είχαν συναφθεί προκειμένου να αντισταθμιστεί μερικώς ο συναλλαγματικός κίνδυνος που ενυπήρχε εξαρχής. Κι αυτό γιατί τα εν λόγω δάνεια συνάφθηκαν και εξυπηρετούνταν σε SDR, δηλαδή σε μια νομισματική μονάδα που κατά το μεγαλύτερο μέρος της εξαρτιόταν από ξένα νομίσματα. Το προαναφερόμενο όφελος ανήλθε σε περίπου 191 εκατ. ευρώ.
Ετσι εκτιμάται ότι το ταμειακό όφελος, και από τις δύο πηγές, διαμορφώθηκε σε περίπου 273 εκατ. ευρώ.
Από τις πρόωρες αποπληρωμές των δανείων του GLFA εκτιμάται ότι, έως σήμερα, προέκυψε συνολικό ταμειακό όφελος περίπου 144,1 εκατ. ευρώ, εξαιτίας του διαφορικού επιτοκίου του υψηλότερου κόστους εξυπηρέτησης των εν λόγω δανείων και του χαμηλότερου κόστους νέου δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου για τις αντίστοιχες διάρκειες.
Συνολικά, το άμεσο ταμειακό όφελος από τις έως σήμερα πρόωρες αποπληρωμές, τόσο του ΔΝΤ όσο και του GLFA, ανέρχεται σε περίπου 417 εκατ. ευρώ. Οφελος που αξιοποιήθηκε και αξιοποιείται από την κυβέρνηση για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, κυρίως των πιο ευάλωτων.
Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί –αναφορικά με τα δάνεια του GLFA– και το πρόσθετο έμμεσο όφελος που προήλθε από την είσπραξη της θετικής αξίας των διαχειριστικών πράξεων ανταλλαγής επιτοκίου (Interest Rate Swap – IR Swap) που είχαν συναφθεί από τον ΟΔΔΗΧ, από το 2018 έως το 2020, για την αντιστάθμιση του επιτοκιακού κινδύνου των δανείων αυτών. Αυτό υπολογίζεται σε περίπου 10% της ονομαστικής αξίας του εκάστοτε πρόωρα αποπληρούμενου ποσού, δηλαδή σε περίπου 1,6 δισ. ευρώ.
Ο ΟΔΔΗΧ, με τη σύναψη των κατάλληλων διαχειριστικών πράξεων, έχει ήδη φροντίσει ώστε το ποσό αυτό να εισπραχθεί σε ισόποσες δόσεις σε βάθος δεκαετίας, μειώνοντας έτσι τις μελλοντικές δαπάνες εξυπηρέτησης και αντισταθμίζοντας μερικώς το μελλοντικό –πιθανώς– αυξημένο κόστος εξυπηρέτησης δημοσίου χρέους.
Συναφώς με το ανωτέρω και επιπρόσθετα, πέραν της άμεσης ταμειακής ωφέλειας, η στρατηγική των πρόωρων αποπληρωμών δημιούργησε και δημιουργεί και ποιοτικά οφέλη, βελτιώνοντας το προφίλ του δημοσίου χρέους, όπως είναι:
Συνολικά, το άμεσο ταμειακό όφελος από τις έως σήμερα πρόωρες αποπληρωμές, τόσο του ΔΝΤ όσο και του GLFA, ανέρχεται σε περίπου 417 εκατ. ευρώ.
• Η μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης και κατ’ επέκταση του κινδύνου ρευστότητας για το ελληνικό Δημόσιο.
• Η αύξηση της μέσης σταθμικής διάρκειας του χαρτοφυλακίου χρέους.
• Η αποτελεσματική αξιοποίηση των ταμειακών διαθεσίμων.
• Η μείωση/εξάλειψη του επιτοκιακού κινδύνου, αφού τόσο τα δάνεια του ΔΝΤ όσο και τα GLFA είχαν συναφθεί σε κυμαινόμενο επιτόκιο.
• Η μείωση/εξάλειψη του συναλλαγματικού κινδύνου, αναφορικά με τα δάνεια του ΔΝΤ.
Παράλληλα βελτιώνονται οι βασικοί δείκτες βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, όπως είναι ο δείκτης ετήσιων μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών ως ποσοστό του ΑΕΠ και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ.
Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια πολύ θετική εξέλιξη, με υψηλή συμβολική αξία και ουσιαστικό όφελος για τη χώρα μας, αφού συντέλεσε στις συνεχείς και αλλεπάλληλες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της Ελλάδας από το 2019 και μετά και την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Τέλος πρέπει να σημειωθεί ότι έχει ήδη ανακοινωθεί από τον πρωθυπουργό και το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών η πρόθεση του ελληνικού Δημοσίου να προβεί σε περαιτέρω πρόωρη αποπληρωμή του GLFA, ύψους τουλάχιστον 5,29 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2025, που θα αφορά στις λήξεις από το 2033 έως και το 2041, ώστε το εν λόγω δάνειο να αποπληρωθεί πλήρως έως το 2030, ήτοι τουλάχιστον 10 έτη πριν από την τελική ημερομηνία λήξης του.
Στόχος είναι η παροχή περαιτέρω διασφάλισης στους οίκους αξιολόγησης και στη διεθνή επενδυτική κοινότητα εν γένει ότι η Ελλάδα κινείται με προνοητικότητα και διορατικότητα, έγκαιρα και σε ασφαλή χρόνο, προκειμένου να μειώσει έτι περαιτέρω τις ήδη μειωμένες ετήσιες μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της και μετά το 2032.
Συνεπώς, από τα ανωτέρω προκύπτει, ποσοτικά και ποιοτικά, η επιτυχής διαχείριση εκ μέρους της χώρας και των αρμοδίων της του δημοσίου χρέους της χώρας, διά της εφαρμογής στρατηγικής πρόωρης αποπληρωμής του.
*Ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας είναι βουλευτής Φθιώτιδας Ν.Δ., αναπληρωτής καθηγητής ΟΠΑ.

