«Σουηδία γίναμε!». Η φράση χρησιμοποιείται συχνά στην Ελλάδα όταν δύο πλευρές –συνήθως ένα ζευγάρι– που έχουν διαφορές τις επιλύουν χωρίς εντάσεις, πολιτισμένα κατά το κοινώς λεγόμενο. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι ακόμη και η σουηδική υπηρεσία για την προστασία του καταναλωτή, η Konsumentverket, έχει ως κεντρική αρχή της την προστασία μεν του καταναλωτή, αλλά μέσα από καθαρούς και λογικούς κανόνες που έχουν προκύψει και από τον διάλογο με τις επιχειρήσεις. Πριν από περίπου δέκα ημέρες, το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε την εισήγηση του υπουργού Ανάπτυξης Τάκη Θεοδωρικάκου για τη δημιουργία μιας νέας ανεξάρτητης αρχής για την εποπτεία της αγοράς και την προστασία του καταναλωτή, η οποία, σύμφωνα με όσα είπε και ο πρωθυπουργός, προσομοιάζει στο σουηδικό μοντέλο.
Βασικό χαρακτηριστικό της σουηδικής υπηρεσίας είναι, όπως εξηγεί στην «Καθημερινή» της Κυριακής ο κ. Γιώργος Γεωργακόπουλος, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Ελληνοσουηδικού Επιμελητηρίου, επικεφαλής της Intrum στην Ελλάδα, οι καθαροί και λογικοί κανόνες, οι οποίοι έχουν προκύψει μέσα και από τον διάλογο με τις επιχειρήσεις. Υπάρχει στην πραγματικότητα μια προληπτική δέσμευση από τις επιχειρήσεις, «γιατί σε τελική ανάλυση θέλουμε οι καταναλωτές να είναι ευχαριστημένοι διότι αυτοί είναι οι πελάτες μας». Βεβαίως, υπάρχουν δύο παράγοντες στη Σουηδία, όπου η εν λόγω Αρχή λειτουργεί από το 1973, καθοριστικοί για την επιτυχία της: η μεγάλη εμπιστοσύνη στους θεσμούς και ένα λιγότερο πολύπλοκο θεσμικό πλαίσιο, όπου δεν χρειάζεται να υπάρχει ένας ή και περισσότεροι νόμοι για το καθετί. «Η υπηρεσία θέτει αρχές και δουλεύει με τον επιχειρηματικό κόσμο, καταλήγοντας σε αρχές και κανόνες όχι μονομερείς, αλλά που να εξυπηρετούν και τις δύο πλευρές. Δεν χρειάζεται να νομοθετεί συνεχώς το κράτος», τονίζει ο κ. Γεωργακόπουλος. Οπως επισημαίνει, υπάρχουν φυσικά τα πρόστιμα και οι τιμωρίες, όμως προηγείται η δέσμευση σε αρχές και κανόνες και η ενίσχυση της συνεργασίας ανάμεσα στις δύο πλευρές, επιχειρήσεις και καταναλωτές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των αρμοδιοτήτων της σουηδικής αρχής περιλαμβάνεται και η παροχή συμβουλών στους πολίτες για τη διαχείριση των οικονομικών τους, κάτι που τουλάχιστον, σύμφωνα με τις έως τώρα ανακοινώσεις της ελληνικής κυβέρνησης, δεν θα συμπεριλαμβάνεται στην αντίστοιχη ελληνική αρχή. Ο κ. Γεωργακόπουλος, ως επικεφαλής εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων, θεωρεί ότι κάτι τέτοιο και εν γένει η καλλιέργεια του οικονομικού αλφαβητισμού θα ήταν κεφαλαιώδους σημασίας για την ελληνική κοινωνία.
Γενικότερα η σουηδική αρχή έχει στις αρμοδιότητές της την εκπαίδευση των καταναλωτών όχι μόνο για τη διαχείριση των οικονομικών τους, αλλά και για ζητήματα που σχετίζονται για παράδειγμα με τα δικαιώματά τους ως ταξιδιωτών, για την ασφάλεια των προϊόντων, για θέματα που σχετίζονται με τις εγγυήσεις στα προϊόντα κ.ο.κ. Βασική αρμοδιότητά της, βεβαίως, είναι η προστασία των καταναλωτών, η διαχείριση καταγγελιών από καταναλωτές για επιχειρήσεις, μέσω της λειτουργίας ειδικής πλατφόρμας και η προώθηση ασφαλών προϊόντων.
Ολα τα παραπάνω έχουν καταστήσει τη σουηδική αρχή για τον έλεγχο της αγοράς, την Konsumentverket, σε θεσμό που χαίρει εκτιμήσεως από καταναλωτές και επιχειρήσεις στη Σουηδία, καθώς προστατεύει τους καταναλωτές, αλλά και ενισχύει τη διαφάνεια στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά έως τώρα, η νέα αρχή, η οποία δεν αναμένεται πριν από το πρώτο εξάμηνο του 2026, θα προκύψει από τη συνένωση του Συνηγόρου του Καταναλωτή, υπηρεσιακών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου που αφορούν την προστασία καταναλωτή και της Διυπηρεσιακής Μονάδας Ελέγχου της Αγοράς (ΔΙΜΕΑ). Θα έχει τη μορφή ανεξάρτητης αρχής, στα πρότυπα της ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων). Οι αρμοδιότητές της θα είναι συμφιλιωτικές, οι οποίες σήμερα ασκούνται από τον ΣτΚ, ελεγκτικές, κυρωτικές, εισηγητικές, αλλά και ενισχυτικές του καταναλωτικού κινήματος και της καταναλωτικής συνείδησης. Η Αρχή θα διοικείται από έναν διοικητή και τρεις υποδιοικητές πενταετούς θητείας και πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Θα στελεχωθεί μέσω της μεταφοράς οργανικών θέσεων, καθώς και της πρόβλεψης για νέες οργανικές θέσεις, ενώ θα υπάρχουν και θέσεις ειδικών συμβούλων και συνεργατών.
Η νέα Αρχή θα χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό, από ευρωπαϊκά προγράμματα, από παράβολα, ενώ θα λαμβάνει και ένα ποσοστό από τα έσοδα του κράτους που προκύπτουν από την επιβολή διοικητικών προστίμων.

