Λίγες μέρες πριν ανακοινώσει η Κριστίν Λαγκάρντ την όγδοη τον τελευταίο χρόνο μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, στο επίσημο blog της οικονομολόγοι της Ευρωτράπεζας επιχειρηματολογούσαν γιατί οι επιβαρύνσεις θα αυξηθούν ειδικά στα στεγαστικά δάνεια τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα η εκτίμηση ήταν ότι, παρά το μειωμένο βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, οι μηνιαίες δόσεις για τους περισσότερους δανειολήπτες θα αυξάνονται σταδιακά έως το 2030, δηλαδή έως το τέλος της δεκαετίας.
Το παράδοξο είναι ότι οι «πληγέντες» δανειολήπτες, σύμφωνα με την ανάλυση, θα είναι οι πιο προνοητικοί. Αυτοί που σωστά προέβλεψαν στην αρχή του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων τον κίνδυνο και «κλείδωσαν» το επιτόκιό τους κάνοντάς το σταθερό. Και εδώ είναι μια μεγάλη «πληγή», της έλλειψης ενημέρωσης των δανειοληπτών, που σημειώνει η ΕΚΤ. Τα επιτόκια του ευρώ ως γνωστόν ξεκίνησαν από το μηδέν το 2021, πριν εκτοξευτούν στο 4%. Μετά και τις ανακοινώσεις της Πέμπτης από την Κριστίν Λαγκάρντ, είναι σαφές ότι κάτω από το 2% θα αργήσουμε να τα ξαναδούμε. Οσοι από τους δανειολήπτες «κλείδωσαν» για μια τριετία ή πενταετία τα δάνειά τους πριν το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ ξεπεράσει το 2%, θα βρεθούν με υψηλότερο επιτοκιακό περιβάλλον όταν εξέλθουν από την «παγωμένη» περίοδο. Και αυτοί οι δανειολήπτες, σύμφωνα με την ΕΚΤ, είναι πάρα πολλοί.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι περίπου τα τρία τέταρτα των στεγαστικών δανείων στη Ζώνη του Ευρώ είναι σταθερού επιτοκίου για μια συγκεκριμένη περίοδο, που θα λήξει κάποια στιγμή μέσα στην επόμενη πενταετία.
Το πρόβλημα είναι ότι οι υψηλότερες πληρωμές τόκων επηρεάζουν την κατανάλωση των νοικοκυριών και κυρίως των πιο αδύναμων, αυτών για τα οποία το κόστος εξυπηρέτησης ενός δανείου αποτελεί σημαντικό ποσοστό του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος.
Αρα η κατανάλωσή τους θα μειωθεί. Εκθεση για τις καταναλωτικές συνθήκες στην Ευρωζώνη, επίσης της ΕΚΤ, έδειξε ότι το 48% των νοικοκυριών με στεγαστικό δάνειο θα συνεχίσει να περιορίζει την κατανάλωση για τον επόμενο χρόνο.
Σε χώρες όπως η Ελλάδα, η αναλογία των δανείων σταθερού επιτοκίου στα νέα στεγαστικά δάνεια είναι μεγάλη. Ειδικά τον τελευταίο χρόνο η ζήτηση που τροφοδοτείται από το πρόγραμμα «Σπίτι μου» εκφράζεται με προτίμηση σταθερού επιτοκίου για περίπου 6 στα 10 στεγαστικά δάνεια που δόθηκαν. Ενώ δηλαδή βρισκόμασταν σε μια περίοδο που όλοι έβλεπαν συνεχείς μειώσεις των επιτοκίων του ευρώ, όπως και έγινε, οι ελληνικές τράπεζες επέμειναν στο να «προστατεύουν» τους νέους δανειολήπτες, προτείνοντάς τους να «κλειδώνουν» επιτόκια υψηλότερα από αυτά που θα είχαν αν τα άφηναν κυμαινόμενα λίγους μήνες μετά.

