Μέσα στην εβδομάδα ήρθε η είδηση από τα πλέον επίσημα χείλη για να αποθαρρύνει εκατομμύρια Ευρωπαίους που πληρώνουν ακριβά το όνειρο ενός δικού τους σπιτιού και προσβλέπουν σε μια ελάφρυνση. Ηταν η προειδοποίηση της ΕΚΤ πως τουλάχιστον οι περισσότεροι εξ όσων έχουν στεγαστικό δάνειο δεν πρόκειται να δουν ελάφρυνση των δόσεων του δανείου παρά τις μειώσεις των επιτοκίων. Και ο λόγος είναι ότι τα τρία τέταρτα των δανειοληπτών έχουν «κλειδώσει» επιτόκιο στο ύψος που βρισκόταν το επιτόκιο της ΕΚΤ όταν συνήψαν το δάνειο. Μία ημέρα νωρίτερα, η νέα κυβέρνηση της Γερμανίας είχε παρουσιάσει την πρότασή της για την παράταση έως το 2029 των περιορισμών στις αυξήσεις των ενοικίων, του νόμου που έχει ψηφισθεί από το 2015 και την τότε κυβέρνηση Μέρκελ. Ο εν λόγω νόμος περιορίζει τη νόμιμη αύξηση ενός ενοικίου στο 10% πάνω από τα υφιστάμενα επίπεδα στην περιοχή και είναι ένα μόνον από τα μέτρα που έχει λάβει κατά καιρούς το Βερολίνο για να αντιμετωπίσει τη στεγαστική κρίση στη χώρα.
Η πρόταση δεν βρίσκει σύμφωνη τη γερμανική Ενωση Βιομηχανιών Ακινήτων (ΖΙΑ), καθώς θεωρεί ότι προσθέτει εμπόδια στην κατασκευαστική δραστηριότητα, που παρά τα φορολογικά κίνητρα παραμένει ανεπαρκής για τις ανάγκες της χώρας. Οπως προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία, το 2024 στη Γερμανία ολοκληρώθηκαν 251.900 διαμερίσματα, σαφώς λιγότερα από τις 320.000 που πρέπει να χτίζονται στη Γερμανία κάθε χρόνο μέχρι το 2030 προκειμένου να καλυφθεί η ζήτηση. Και βέβαια, πολύ λιγότερα από τον στόχο των 400.000 που έχει θέσει η χώρα εδώ και χρόνια. Η ραγδαία πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας τα τελευταία χρόνια είναι ένας από τους παράγοντες που έχουν οδηγήσει στη στεγαστική κρίση.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, περισσότερα από ένα στα δέκα νοικοκυριά της Ε.Ε. δαπανούν πλέον άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για τη στέγη.
Η κατάσταση είναι παραπλήσια σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, με την οικοδομική δραστηριότητα αναιμική, την προσφορά κατοικιών περιορισμένη και τη ζήτηση στα ύψη να μη βρίσκει ανταπόκριση. Εχουν, έτσι, πάρει την ανιούσα τόσο τα ενοίκια όσο και οι τιμές των κατοικιών τα τελευταία χρόνια, καθιστώντας απρόσιτο το όνειρο ενός ιδιόκτητου σπιτιού, αλλά και εφιάλτη την αναζήτηση κατοικίας για ενοικίαση. Η στεγαστική κρίση έχει εξελιχθεί σε μάστιγα οξύτερη στα μεγάλα αστικά κέντρα και ειδικότερα στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, που προσελκύουν εκατομμύρια τουρίστες και έχουν υποστεί την επέλαση του Airbnb με συνεπακόλουθο την εξαίρεση χιλιάδων κατοικιών από την αγορά ενοικίασης. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 2024 τα ενοίκια στην Ε.Ε. ήταν κατά μέσον όρον τουλάχιστον 25% υψηλότερα από τα επίπεδα του 2010, ενώ στις περισσότερες χώρες οι αυξήσεις των μισθών είναι πολύ μικρότερες. Ενδεικτική περίπτωση η Πορτογαλία, με την ακραία στεγαστική κρίση να οφείλεται ώς ένα βαθμό στην προτίμηση που της έχουν δείξει οι λεγόμενοι «ψηφιακοί νομάδες», αλλά και οι διαφόρων εθνικοτήτων πλούσιοι, όπου το ενοίκιο για ένα μικρό διαμέρισμα με μια κρεβατοκάμαρα ανέρχεται στο 63% ενός μέσου μισθού. Αλλά και η Ισπανία, όπου την τελευταία δεκαετία οι μισθοί έχουν αυξηθεί μόνο 20% ενώ το μέσο ενοίκιο έχει κυριολεκτικά διπλασιαστεί και μόνο μέσα στο 2024 αυξήθηκε περαιτέρω κατά 11%. Ετσι σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat περισσότερα από ένα στα δέκα νοικοκυριά της Ε.Ε. δαπανούν πλέον άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για τη στέγη.
Στο ίδιο χρονικό διάστημα, άλλωστε, οι τιμές των κατοικιών έχουν αυξηθεί τουλάχιστον 50% κατά μέσον όρο, ενώ σε πολλές χώρες-μέλη, όπως για παράδειγμα στις χώρες της Βαλτικής, οι αυξήσεις των τιμών είναι κυριολεκτικά ιλιγγιώδεις εφόσον υπερβαίνουν το 100%. Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η κατάσταση για πάνω από το 10,6% των Ευρωπαίων που μένουν σε αστικά κέντρα και για το 7% που ζουν σε αγροτικές περιοχές. Αποτελεί πρωτίστως τροχοπέδη στη ζωή των νέων της Ευρώπης όπως προδίδουν τα στοιχεία, που φέρουν το αδιανόητο ποσοστό του 47%, σχεδόν τους μισούς δηλαδή όσων είναι από 18 έως 34 ετών, να μένουν με τους γονείς τους. Ανάμεσά τους μεταπτυχιακοί φοιτητές που δεν βρίσκουν σπίτι κοντά στο πανεπιστήμιο, νεοδιόριστοι, αφού ο μικρός μισθός τους δεν τους δίνει τη δυνατότητα να καταβάλουν τρία ενοίκια ως προκαταβολή, ή ακόμη και μονογονεϊκές οικογένειες που δεν μπορούν να αντέξουν το ύψος των ενοικίων. Και βέβαια, κάποιοι άλλοι κάτοικοι ευρωπαϊκών μητροπόλεων καταλήγουν σε ακατάλληλα καταλύματα με ανθυγιεινές συνθήκες, υγρασία, φθαρμένες υποδομές ακόμη και με επικίνδυνες οροφές που καταρρέουν. Είτε επειδή αυτά είναι τα μόνα διαθέσιμα είτε επειδή είναι τα μόνα προσιτά. Δεν λείπουν, εξάλλου, και οι περιπτώσεις των οικογενειών που, ελλείψει εναλλακτικής, όχι μόνο μένουν στα ακατάλληλα ακίνητα αλλά, παράλληλα, τα πληρώνουν αδρά.
Κίνητρα στη Γαλλία, κενά ακίνητα στην Πορτογαλία
Αντιμέτωπη με οξύτατη στεγαστική κρίση, αλλά και με δυσκολία των ενδιαφερομένων να εξασφαλίσουν δάνεια για την αγορά κατοικιών, η Γαλλία έχει από τον Ιανουάριο θέσει σε εφαρμογή πρόγραμμα με φορολογικά κίνητρα, ενισχυμένη στήριξη για την κατασκευή κατοικιών και χαλάρωση των σχετικών ρυθμίσεων. Δεν λείπουν οι επικριτές που αμφισβητούν την αποτελεσματικότητά του, ενώ θέτουν και σειρά ερωτημάτων για την εφαρμογή των μέτρων. Το παρουσίασε με την ανάληψη των καθηκόντων του ο πρωθυπουργός, Φρανσουά Μπαϊρού, μαζί με σειρά στρατηγικών μέτρων για την αναθέρμανση της αγοράς ακινήτων. Μεταξύ άλλων προβλέπει την ανέγερση 15.000 φοιτητικών διαμερισμάτων ετησίως για την επόμενη τριετία, «για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη της νεότερης γενιάς, αλλά και να αποσυμφορηθούν οι φοιτητικές εστίες και οι πανεπιστημιουπόλεις». Και παράλληλα, για να διευκολύνει όσους ενδιαφέρονται για την αγορά πρώτης κατοικίας, στο πλαίσιο του ίδιου προγράμματος επεκτείνεται και παλαιότερη πρόβλεψη για τη χορήγηση στεγαστικών δανείων με μηδενικό επιτόκιο.
Στην Πορτογαλία, η κυβέρνηση Μοντενέγκρο έχει προκαλέσει αντιδράσεις προωθώντας σχέδιο που επιτρέπει την αξιοποίηση αγροτικών περιοχών για την ανέγερση κατοικιών, επικαλούμενη «την ανάγκη να διασφαλισθεί προσφορά στέγης». Δεδομένου ότι η χώρα έχει προσελκύσει ίσως δυσβάσταχτο αριθμό πλούσιων ξένων με την πολιτική της «χρυσής βίζας», η αντιπολίτευση και μαζί της περιβαλλοντικές οργανώσεις και οικονομικοί αναλυτές την κατηγορούν ότι επιδιώκει τη δημιουργία πολυτελών κατοικιών για τους πλούσιους εις βάρος του περιβάλλοντος ή ακόμη και της αγροτικής παραγωγής. Η ιδιαιτερότητα της Πορτογαλίας είναι ότι διαθέτει σαφώς περισσότερες κατοικίες σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 517 κατοικίες ανά 1.000 κατοίκους, ενώ στην Πορτογαλία είναι πάνω από 550 κατοικίες ανά 1.000 κατοίκους, που την καθιστά χώρα με αφθονία στέγης. Οπως επισημαίνει, όμως, η μη κυβερνητική οργάνωση GEOTA, τουλάχιστον 720.000 κατοικίες παραμένουν κενές. Γι’ αυτό και η εν λόγω οργάνωση, όπως και τουλάχιστον 600 ακαδημαϊκοί, ειδικοί της αγοράς ακινήτων και πολιτικοί χαρακτηρίζουν ψευδές το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι πρέπει να βρεθεί χώρος για να χτιστούν κατοικίες. Επικαλούνται στοιχεία του 2018, που φέρουν το 50% της γης στα αστικά κέντρα να είναι διαθέσιμο για την ανέγερση κατοικιών.
Σε τελείως διαφορετικό πνεύμα κινείται το φιλόδοξο σχέδιο της Ιρλανδίας, που, όπως έχει τονίσει η κυβέρνηση, δεν έχει προηγούμενο καθώς προβλέπει τη δέσμευση 4 δισ. ευρώ ετησίως για την επίτευξη των στόχων του. Αυτά θα διατεθούν ως εκτεταμένες επιδοτήσεις του κράτους στους επίδοξους αγοραστές κατοικιών, αλλά και για την ανέγερση 300.000 νέων κατοικιών έως το τέλος του 2030. Εξ αυτών οι 90.000 θα είναι κατοικίες που θα διατεθούν για τη στήριξη ασθενών ομάδων, 36.000 γενικότερα προσιτές κατοικίες και 18.000 κατοικίες που θα διατεθούν στην αγορά σε τιμές τουλάχιστον 25% κάτω, σε σύγκριση με τις τιμές της αγοράς.
Δεν είναι είδος πολυτελείας

«Η στέγη δεν μπορεί να εξελιχθεί σε είδος πολυτελείας», είπε εμφατικά μέσα στην εβδομάδα η Γερμανίδα υπουργός Δικαιοσύνης, Στέφανι Χούμπικ, υπεραμυνόμενη της πρότασης που παρουσίασε την Τετάρτη η κυβέρνηση του Φρίντριχ Μερτς να παραταθεί έως το 2029 ο περιορισμός στις αυξήσεις των ενοικίων.
10.000
άδειες για βραχυχρόνιες ενοικιάσεις τύπου Airbnb ανακάλεσε ο δήμος της Βαρκελώνης.
Σε αγροτικές περιοχές

Αντιδρώντας στην πρόταση της κυβέρνησης του Λουίς Μοντενέγκρο να αξιοποιηθούν αγροτικές περιοχές για την ανέγερση κατοικιών, το αντιπολιτευόμενο αριστερό κόμμα της Πορτογαλίας Bloco de Esquerda επέκρινε την κυβέρνηση ότι «δεν σκοπεύει να προσφέρει προσιτή στέγη, αλλά να επιτρέψει τις κατασκευές πολυτελών κτιρίων.
15.000
νέα φοιτητικά διαμερίσματα τον χρόνο θέτει ως στόχο η Γαλλία για τα επόμενα τρία χρόνια.
Κοινωνική δικαιοσύνη

Εγκαινιάζοντας προσφάτως σύμπλεγμα 218 φθηνών κατοικιών στη Σεβίλλη, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, τόνισε ότι «οι Ισπανοί ζητούν να δράσουμε, να διασφαλίσουμε ότι η αγορά στέγης θα λειτουργεί με τους νόμους της λογικής και της κοινωνικής δικαιοσύνης και όχι με τον νόμο της ζούγκλας».

