Ολο και λιγότεροι νέοι επιλέγουν τη γεωργία ως επάγγελμα, παρά το γεγονός ότι η παγκόσμια ζήτηση τροφίμων θα αυξηθεί κατά 50%-60% μέχρι το 2050. Οι δασμοί τροφοδοτούν την αστάθεια των τιμών, η οποία θα συνεχίσει να συνοδεύει τις αγορές των γεωργικών προϊόντων. Οι αγρότες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης και το υψηλό ενεργειακό κόστος πλήττει τις μικρές και μεσαίες εκμεταλλεύσεις που ήδη λειτουργούν με στενά περιθώρια κέρδους. Μιλώντας στην «Κ» ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Οργανισμού Αγροτών (WFO) Αρνό Πιουέ ντ’ Αλισάκ (φωτ.), και ο ίδιος αγρότης στη Νορμανδία της νότιας Γαλλίας, σκιαγραφεί το σκηνικό που διαμορφώνεται στον παγκόσμιο πρωτογενή τομέα.
– Ποια είναι τα δημογραφικά της γεωργίας; Διαθέτουν οι οικονομίες το ανθρώπινο δυναμικό που θα καλλιεργήσει τα μελλοντικά γεωργικά προϊόντα;
– Η γεωργία υφίσταται μια σημαντική δημογραφική μετατόπιση. Η μέση ηλικία των αγροτών αυξάνεται. Λιγότεροι νέοι επιλέγουν τη γεωργία ως επάγγελμα. Χωρίς μια ισχυρή νέα γενιά αγροτών, η ικανότητα κάλυψης των μελλοντικών αναγκών παραγωγής τροφίμων διατρέχει σοβαρό κίνδυνο, επιταχύνοντας περαιτέρω την εγκατάλειψη της γης και την ερήμωση της υπαίθρου. Για να αντιστρέψουμε αυτή την τάση πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τη γεωργία ως μια βιώσιμη, καινοτόμο και ανταποδοτική επαγγελματική πορεία. Οι νέοι χρειάζονται πρόσβαση σε γη, πιστώσεις, αγορές, γνώση και καινοτομία, υποστηριζόμενοι από πολιτικές που θα τους επιτρέψουν να δημιουργήσουν βιώσιμες επιχειρήσεις. Μέσω της Δεκαετίας των Ηνωμένων Εθνών για την Οικογενειακή Γεωργία (UNDFF), ο WFO προωθεί τη γενεαλογική βιωσιμότητα της γεωργίας και μία από τις προτεραιότητές μου είναι να ενισχύσω τη φωνή και την εκπροσώπηση των νέων αγροτών.
– Πώς διαμορφώνεται η ζήτηση για γεωργικά προϊόντα; Θα υπάρχει επάρκεια αγαθών τις επόμενες δεκαετίες;
– Η παγκόσμια ζήτηση τροφίμων αναμένεται να αυξηθεί κατά 50%-60% έως το 2050 λόγω της αύξησης του πληθυσμού, της αστικοποίησης και των αυξανόμενων εισοδημάτων, που αποτελούν τους κύριους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες – με τους δύο πρώτους να είναι πιο προβλέψιμοι και τον τρίτο να συνδέεται περισσότερο με τις περιφερειακές τάσεις. Η αστικοποίηση και η αύξηση του εισοδήματος θα οδηγήσουν σε αλλαγές στον τρόπο ζωής και στα πρότυπα κατανάλωσης. Ωστόσο, η πρόκληση δεν έγκειται στην παραγωγή περισσότερων τροφίμων, αλλά στη διασφάλιση ότι όλοι μπορούν να έχουν πρόσβαση σε επαρκή, ποικίλα, φρέσκα, υγιεινά και πλούσια σε θρεπτικά συστατικά τρόφιμα που παράγονται με βιώσιμο και δίκαιο τρόπο. Σε αυτό το πλαίσιο ο WFO επιβεβαιώνει την αξία της πραγματικής γεωργίας και αντιτίθεται σθεναρά στην αντικατάσταση των τροφίμων που καλλιεργούνται από αγρότες με τρόφιμα που παρασκευάζονται σε εργαστήρια. Παραγόμενα από ιστούς ή κύτταρα σε εργαστήρια, τα προϊόντα αυτά συχνά διατίθενται στην αγορά ως βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις. Ωστόσο κινδυνεύουν να υπονομεύσουν την αξία του εξειδικευμένου αγροτικού εργατικού δυναμικού, ενώ παράλληλα προωθούν ομοιογενείς δίαιτες που διαβρώνουν την ποικιλομορφία, την ποιότητα και την πολιτιστική ταυτότητα των περιφερειακών συστημάτων τροφίμων παγκοσμίως.
Οι αγρότες αντιμετωπίζουν αυξανόμενο κόστος παραγωγής, αλλά λαμβάνουν μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό της τελικής τιμής λιανικής.
– Πώς επηρεάζουν οι δασμοί τον κλάδο;
– Το εμπόριο αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας και της αγροτικής ανάπτυξης. Για τους αγρότες, η προβλέψιμη και δίκαιη πρόσβαση στις εγχώριες και στις διεθνείς αγορές είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση εισοδήματος, τις επενδύσεις στις εκμεταλλεύσεις τους και τη διατήρηση της μακροπρόθεσμης παραγωγής τροφίμων. Ωστόσο, η σημερινή αυξανόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα και οι αυξανόμενες εμπορικές εντάσεις διαταράσσουν τις γεωργικές αλυσίδες αξίας, τροφοδοτούν την αστάθεια των τιμών και επιβαρύνουν ολοένα και περισσότερο τους αγρότες παγκοσμίως, οι οποίοι ήδη αντιμετωπίζουν την κλιματική αλλαγή, το αυξανόμενο κόστος των εισροών και τις δημογραφικές μεταβολές. Σε αυτό το περιβάλλον, οι δασμοί και τα μη δασμολογικά εμπόδια περιορίζουν περαιτέρω την ικανότητα των αγροτών να έχουν πρόσβαση στις αγορές και να σχεδιάζουν επενδύσεις. Σε μια εποχή παγκόσμιας αβεβαιότητας, οι αγρότες χρειάζονται σταθερά, συνεκτικά εμπορικά πλαίσια.
– Παρακολουθούν οι αγρότες τις τεχνολογικές εξελίξεις; Πώς μπορεί να βοηθήσει τη δουλειά τους, για παράδειγμα, η τεχνητή νοημοσύνη;
– Οι αγρότες είναι –και ήταν πάντα– καινοτόμοι εκ φύσεως και από ανάγκη, προσαρμοζόμενοι συνεχώς στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, εφαρμόζοντας τη γνώση και τη δημιουργικότητα για να θρέψουν τις κοινότητες και να διαχειριστούν τους φυσικούς πόρους. Σήμερα η καινοτομία παραμένει κεντρικής σημασίας για τη διαμόρφωση πιο βιώσιμων και έτοιμων για το μέλλον συστημάτων τροφίμων. Η τεχνητή νοημοσύνη (Τ.Ν.) προσφέρει πραγματική υπόσχεση – επιτρέποντας την πιο έξυπνη διαχείριση καλλιεργειών και ζώων, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και πιο αποτελεσματική χρήση των φυσικών πόρων. Αλλά αυτά τα οφέλη εξαρτώνται από την προσβασιμότητα, την οικονομική προσιτότητα και την προσαρμοστικότητα σε διαφορετικά γεωργικά συστήματα και τοπικές πραγματικότητες. Σε λίγες ημέρες η Γενική Συνέλευση του WFO –το ανώτατο όργανο λήψης αποφάσεων του οργανισμού μας– θα ψηφίσει ένα έγγραφο πολιτικής για την τεχνητή νοημοσύνη και την ψηφιοποίηση, με επίκεντρο την υπεύθυνη ανάπτυξη και διακυβέρνηση ψηφιακών εργαλείων και Τ.Ν. στον αγροδιατροφικό τομέα. Η πολιτική υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη γεφύρωσης του ψηφιακού χάσματος, ιδίως για τις γυναίκες, τους νέους και τους αγρότες σε υποεξυπηρετούμενες περιοχές, μέσω συμπερίληψης για όλους και διαλειτουργικών λύσεων. Στον WFO πιστεύουμε ότι η τεχνολογική αλλαγή πρέπει να ενισχύει –όχι να αντικαθιστά– τις γνώσεις και τη δύναμη λήψης αποφάσεων των αγροτών.
– Ποιες είναι –και ποιες θα είναι– οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην αγροτική δραστηριότητα;
– Τα τελευταία χρόνια οι αγρότες αντιμετωπίζουν ολοένα και πιο ακραία καιρικά φαινόμενα που έχουν γονατίσει πολλούς από εμάς, απειλώντας την παραγωγή και τα εισοδήματά μας. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής δεν είναι ίσες – οι αγρότες σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, ιδίως οι γυναίκες και οι νέοι, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους κινδύνους και λιγότερους πόρους για να προσαρμοστούν. Οι αγρότες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αυτής της κρίσης και ήδη αναλαμβάνουν δράση. Σε όλο τον κόσμο μεταβαίνουμε σε πιο βιώσιμες, ανθεκτικές στο κλίμα και θετικές για τη φύση πρακτικές, καθώς και τοπικά ριζωμένες λύσεις. Ωστόσο, η γεωργία εξακολουθεί πολύ συχνά να παρουσιάζεται μόνο ως μέρος του προβλήματος. Ακούμε εκκλήσεις για κατάργηση τομέων ή αλλαγή διατροφής, αλλά υπάρχει ελάχιστη αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας: Ποιος θα θρέψει τον κόσμο –βιώσιμα και υγιεινά– αν όχι οι αγρότες; Οι κυβερνήσεις πρέπει να εμπλέξουν τους αγρότες ως εταίρους και να διασφαλίσουν την πρόσβαση σε χρηματοδότηση, καινοτομία και πολιτικές που να λειτουργούν στην πράξη.
– Τα τελευταία χρόνια η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με υψηλές τιμές ενέργειας. Τι σημαίνει αυτό για τη γεωργία;
– Το αυξανόμενο κόστος ενέργειας ασκεί σημαντική πίεση στον γεωργικό τομέα, όπου η ενέργεια είναι κρίσιμης σημασίας, από τα καύσιμα για μηχανήματα και τις μεταφορές έως την ηλεκτρική ενέργεια για άρδευση, αποθήκευση και επεξεργασία. Αλλά ο αντίκτυπος ξεκινάει ακόμη νωρίτερα: επηρεάζει επίσης όσους προμηθεύουν τους αγρότες με βασικές εισροές όπως τα λιπάσματα, αυξάνοντας περαιτέρω το κόστος παραγωγής. Οταν το κόστος παραγωγής αυξάνεται χωρίς αντίστοιχη αύξηση των τιμών της αγοράς, οι αγρότες συχνά μένουν να απορροφήσουν τον αντίκτυπο. Αυτό επηρεάζει ιδιαίτερα τις μικρές και μεσαίες εκμεταλλεύσεις που λειτουργούν με ήδη στενά περιθώρια κέρδους. Οι επιπτώσεις εκτείνονται πολύ πέρα από το αγρόκτημα. Το υψηλότερο κόστος ενέργειας επηρεάζει ολόκληρο το σύστημα τροφίμων, αυξάνοντας τα έξοδα επεξεργασίας, συσκευασίας και διανομής, γεγονός που συμβάλλει στην αύξηση των τιμών των τροφίμων και απειλεί την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια, ιδίως σε ευάλωτες περιοχές. Η συστημική υποστήριξη είναι απαραίτητη, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων σε αγροτικές ενεργειακές υποδομές, της καλύτερης πρόσβασης σε οικονομικά προσιτές και τοπικά κατάλληλες ενεργειακές επιλογές. Αλλά η υποστήριξη από μόνη της δεν είναι αρκετή. Οι επίμονες ανισορροπίες ισχύος σε όλη την αλυσίδα αξίας των τροφίμων συχνά εμποδίζουν τους αγρότες να λαμβάνουν δίκαιη αποζημίωση, περιορίζοντας την ικανότητά τους να ανακτούν το κόστος και να επενδύουν σε πιο βιώσιμες πρακτικές.
Απρόβλεπτο το περιβάλλον για την παραγωγή, θα παραμείνουν ασταθείς οι τιμές
– Ποιες είναι οι εκτιμήσεις για την πορεία των τιμών στα γεωργικά προϊόντα τα επόμενα χρόνια;
– Η αστάθεια των τιμών αναμένεται να παραμείνει ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό των γεωργικών αγορών. Η κλιματική αλλαγή, η γεωπολιτική αστάθεια, ο πληθωρισμός, οι διαταραχές στο εμπόριο, όλα συμβάλλουν σε ένα ολοένα και πιο απρόβλεπτο περιβάλλον για την παραγωγή τροφίμων. Αυτό δημιουργεί αυξανόμενη αβεβαιότητα για τους αγρότες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν αυξανόμενο κόστος παραγωγής, αλλά λαμβάνουν μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό της τελικής τιμής λιανικής. Ωστόσο, το ζήτημα εκτείνεται πέρα από τις τάσεις των τιμών. Πρόκειται για τη δικαιοσύνη και την ένταξη των γεωργικών αγορών. Οι διαρθρωτικές ανισορροπίες στην αλυσίδα αξίας τροφίμων σημαίνουν ότι οι αγρότες συχνά ανταμείβονται λιγότερο, παρότι είναι οι πρώτοι που ενεργούν και επενδύουν. Στον Παγκόσμιο Οργανισμό Αγροτών (WFO) υποστηρίζουμε μια βαθύτερη μεταρρύθμιση της αγοράς και μια συνοχή πολιτικής, διασφαλίζοντας ότι οι αγρότες έχουν πρόσβαση σε διαφανή τιμολόγηση, έγκαιρη πληροφόρηση, δίκαιους όρους συναλλαγών και αποτελεσματικά εργαλεία διαχείρισης κινδύνου. Οι αγρότες είναι οικονομικοί παράγοντες με το δικαίωμα να λειτουργούν σε αγορές που υποστηρίζουν –δεν υπονομεύουν– τα μέσα διαβίωσής τους. Η απόλυτη προτεραιότητα είναι η οικοδόμηση ενός δίκαιου, σταθερού και προβλέψιμου συστήματος, όπου οι αγρότες μπορούν να ευδοκιμήσουν με σιγουριά, να σχεδιάσουν και να συμβάλουν στην παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια μακροπρόθεσμα.
Οι αγρότες είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν πιο ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή πρακτικές, αλλά δεν μπορούν να επωμιστούν το κόστος μόνοι τους.
– Εχετε ενδεχομένως κάποιες παρατηρήσεις για τη γεωργία στη Μεσόγειο και σε χώρες όπως η Ελλάδα;
– Η περιοχή της Μεσογείου αντιμετωπίζει εντεινόμενες κλιματικές πιέσεις. Από τις πυρκαγιές στην Ελλάδα μέχρι τις πλημμύρες και τις ξηρασίες στην Ιταλία, τα ακραία καιρικά φαινόμενα δεν είναι πλέον σπάνια – αναδιαμορφώνουν τα γεωργικά τοπία και απειλούν τη βιωσιμότητα των παραδοσιακών καλλιεργειών. Η λειψυδρία αποτελεί καθοριστική πρόκληση. Οι ακανόνιστες βροχοπτώσεις, οι αυξανόμενες θερμοκρασίες και οι εξαντλημένοι υδροφορείς ασκούν αυξανόμενη πίεση στα γεωργικά συστήματα που εξαρτώνται από προβλέψιμους εποχικούς κύκλους. Αυτές οι συνθήκες υπονομεύουν την παραγωγικότητα και αυξάνουν την ευπάθεια των αγροτικών κοινοτήτων. Η ανθεκτικότητα της μεσογειακής γεωργίας θα εξαρτηθεί από επείγουσες επενδύσεις στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή – συμπεριλαμβανομένων της διαχείρισης των υδάτων, της προστασίας του εδάφους, της διαφοροποίησης των καλλιεργειών και των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης. Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες πρέπει να συνοδεύονται από συνοχή πολιτικής, μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση και μηχανισμούς υποστήριξης που αντικατοπτρίζουν τους συγκεκριμένους κινδύνους, τους οποίους αντιμετωπίζουν οι αγρότες στην περιοχή.
– Πώς θα συνοψίζατε τις κυβερνητικές πολιτικές οι οποίες κατά τη γνώμη σας θα υποστήριζαν με βιώσιμο τρόπο την αγροτική δραστηριότητα;
– Οι αγρότες πρέπει να συμμετέχουν σε όλες τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που επηρεάζουν τη γεωργία, με τις γνώσεις και τις ανάγκες τους πλήρως ενσωματωμένες στις πολιτικές που αναμένεται να εφαρμόσουν. Οι αγρότες είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν πιο ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή πρακτικές, αλλά δεν μπορούν να επωμιστούν το κόστος μόνοι τους. Οι κυβερνήσεις πρέπει να δημιουργήσουν ευνοϊκά περιβάλλοντα που τους επιτρέπουν να καινοτομούν και να επενδύουν, διατηρώντας παράλληλα τις εκμεταλλεύσεις τους βιώσιμες και παραγωγικές. Η συνοχή των πολιτικών πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα. Οι κατακερματισμένες ή αντικρουόμενες προσεγγίσεις απλώς αυξάνουν το βάρος για τους αγρότες και υπονομεύουν τους στόχους βιωσιμότητας.

