Το ζήτημα της επαναφοράς της 13ης και 14ης σύνταξης για τους συνταξιούχους έρχεται εκ νέου στο προσκήνιο, αποκτώντας ιδιαίτερη σημασία ενόψει της προγραμματισμένης πιλοτικής δίκης στο Συμβούλιο της Επικρατείας τον Ιούνιο. Το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων (ΕΝΔΙΣΥ) με πρόσφατη δημόσια τοποθέτησή του αναδεικνύει ως μονόδρομο τη δικαστική διεκδίκηση από πλευράς των συνταξιούχων, τονίζοντας τη συνταγματική, κοινωνική και οικονομική διάσταση της υπόθεσης. Σύμφωνα με τους εκπροσώπους των συνταξιούχων, η κατάργηση της 13ης και 14ης σύνταξης, η οποία πραγματοποιήθηκε εν μέσω των μνημονιακών δημοσιονομικών περιορισμών, επήλθε χωρίς ειδική αιτιολόγηση και κατά τρόπο που, σύμφωνα με επανειλημμένες κρίσεις της ελληνικής Δικαιοσύνης, προσκρούει σε βασικές αρχές του Συντάγματος, όπως: η αρχή της αναλογικότητας, η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και η αρχή της ίσης μεταχείρισης.
Σ’ αυτό το πλαίσιο μπορεί η αναμενόμενη πιλοτική δίκη της 6ης Ιουνίου στο ΣτΕ να εξετάσει τη συνταγματικότητα της κατάργησης των δώρων για τους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους, η απόφαση όμως εκτιμάται ότι θα αποτελέσει νομολογιακό προηγούμενο και για τις εκκρεμείς υποθέσεις των συνταξιούχων.
Βέβαια οι δικηγόροι επισημαίνουν ότι, βάσει και των προηγούμενων αποφάσεων με τις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο ανοίγει τον δρόμο για αναδρομικές διεκδικήσεις μόνο σε όσους έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, θα πρέπει και τώρα οι συνταξιούχοι να προσφύγουν στα δικαστήρια. Το δικαίωμα διεκδίκησης αφορά συνταξιούχους τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα, δικαιούχους κύριων και επικουρικών συντάξεων που υπέστησαν περικοπές από το 2013 και μετά.
Ιδιαίτερη προσοχή συνιστάται στο θέμα της έγκαιρης προσφυγής, καθώς η παραγραφή των αξιώσεων δεν αναστέλλεται αυτοδικαίως λόγω της πιλοτικής δίκης, σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ και τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Η διαδικασία προϋποθέτει τη συλλογή των απαραίτητων δικαιολογητικών (ενημερωτικά σημειώματα αποδοχών ή συντάξεων, αποφάσεις συνταξιοδότησης, αριθμοί μητρώου) και κατάθεση αγωγής ή συμμετοχή σε συλλογικές προσφυγές, οι οποίες διακόπτουν την παραγραφή των απαιτήσεων. Βάσει των υπολογισμών τα διεκδικούμενα ποσά ανέρχονται, ανάλογα με το ύψος της σύνταξης και το χρονικό διάστημα απώλειας, έως και 4.000 με 5.000 ευρώ.
Οι συνταξιούχοι, για να έχουν αξιώσεις σε περίπτωση θετικής έκβασης της δίκης, πρέπει να προσφύγουν στα δικαστήρια, τονίζουν δικηγόροι.
Σύμφωνα μάλιστα με το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων (ΕΝΔΙΣΥ), η ελληνική οικονομία πλέον έχει ξεπεράσει τις μνημονιακές συνθήκες, κατέγραψε υπερπλεονάσματα 11,5 δισ. ευρώ για το 2024 και 5,1 δισ. ευρώ το πρώτο τετράμηνο του 2025. Η ύπαρξη αυτών των αποθεμάτων ενισχύει την επιχειρηματολογία υπέρ της δυνατότητας του Δημοσίου να καλύψει την επιβάρυνση από την επαναφορά των δώρων. Υπενθυμίζεται ότι η ετήσια δαπάνη για τη 13η σύνταξη, σύμφωνα με τη νομοθετική πρωτοβουλία του 2019, ανερχόταν σε 1,1 δισ. ευρώ.
Να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να περιορίσει τις αντιδράσεις και να δημιουργήσει τη «μαγιά» για μια πιθανή επιστροφή, έστω και σταδιακά, μέρους ή του συνόλου των ποσών που έχουν κοπεί, προχώρησε στην καθιέρωση μιας μόνιμης ετήσιας οικονομικής ενίσχυσης ύψους 250 ευρώ προς συγκεκριμένες κατηγορίες συνταξιούχων και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Η καταβολή του επιδόματος στους συνταξιούχους θα γίνεται κάθε Νοέμβριο, με την πρώτη πληρωμή να αναμένεται τον Νοέμβριο του 2025. Δικαιούχοι του επιδόματος είναι, σύμφωνα με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, οι συνταξιούχοι άνω των 65 ετών με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 14.000 ευρώ για άγαμους και έως 26.000 ευρώ για έγγαμους, καθώς και άτομα με αναπηρία, ανεξαρτήτως ηλικίας, που λαμβάνουν αναπηρικές συντάξεις ή επιδόματα από τον ΟΠΕΚΑ ή τον ΕΦΚΑ και ανασφάλιστοι υπερήλικες.
Επιπλέον, για την καταβολή του επιδόματος λαμβάνονται υπόψη περιουσιακά κριτήρια: η αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 200.000 ευρώ για άγαμους και τις 300.000 ευρώ για έγγαμους.
Στην πράξη, βέβαια, το μέτρο δεν είναι καθολικό, καθώς εξαιρούνται από τη λήψη του επιδόματος συγκεκριμένες κατηγορίες συνταξιούχων, όπως αυτοί που δεν έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024, οι συνταξιούχοι που λαμβάνουν προσωρινή και όχι οριστική σύνταξη τον Σεπτέμβριο του 2025, καθώς και οι απασχολούμενοι συνταξιούχοι, των οποίων το συνολικό εισόδημα υπερβαίνει τα καθορισμένα όρια, αλλά και συνταξιούχοι που έλαβαν αναδρομικά ποσά το 2024, εάν αυτά τα ποσά ανεβάζουν το φορολογητέο εισόδημά τους πάνω από τα προβλεπόμενα όρια.
Η καταβολή του επιδόματος θα γίνεται αυτομάτως στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων, χωρίς την ανάγκη υποβολής αίτησης. Συνολικά, το μέτρο αναμένεται να ωφελήσει περισσότερους από 1,1 εκατ. συνταξιούχους και ευάλωτα άτομα, παρέχοντας μια ετήσια οικονομική ενίσχυση που αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των αυξημένων αναγκών κατά την περίοδο των εορτών.

