Αρθρο του Ιλια Νοθνάγκελ στην «Κ»: Nearshoring, η «απάντηση» στους δασμούς των ΗΠΑ

Αρθρο του Ιλια Νοθνάγκελ στην «Κ»: Nearshoring, η «απάντηση» στους δασμούς των ΗΠΑ

Η μετατροπή της κρίσης σε ευκαιρία ανάπτυξης αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση κάθε επιχειρηματία, ο οποίος διαπιστώνει ραγδαίες αλλαγές, ανατροπές ή και αδιέξοδα στο περιβάλλον όπου αναπτύσσεται. Η επιβίωσή του, όπως και η επόμενη μέρα του εξαρτώνται απόλυτα από την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου

3' 35" χρόνος ανάγνωσης

Η μετατροπή της κρίσης σε ευκαιρία ανάπτυξης αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση κάθε επιχειρηματία, ο οποίος διαπιστώνει ραγδαίες αλλαγές, ανατροπές ή και αδιέξοδα στο περιβάλλον όπου αναπτύσσεται. Η επιβίωσή του, όπως και η επόμενη μέρα του εξαρτώνται απόλυτα από την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου. Η συνταγή την οποία καλείται να εκτελέσει, αν και είναι απλή στη σύλληψη, συνήθως αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολη στην υλοποίησή της. Ανάλογες συνθήκες απαιτούν γρήγορα αντανακλαστικά προσαρμογής, επιτυχή προσδιορισμό των διαφοροποιημένων αναγκών των πελατών, διαμόρφωση νέων συμμαχιών και στρατηγικές καινοτομίας. Ολα αυτά σε μια ιδιαιτέρως διευρυμένη και απαιτητική αγορά, όπως η ευρωπαϊκή, η ανάπτυξη της οποίας εξαρτάται άμεσα από την εξωστρεφή της δυναμική.

Ο κανόνας «μετατρέπω την κρίση σε ευκαιρία» καθιστά βιώσιμη την επιχείρηση που θα τον τηρήσει. Βρίσκει, δε, ευρύ πεδίο εφαρμογής στην παρούσα φάση που οι αγορές και τα χρηματιστήρια αξιών και εμπορευμάτων κλυδωνίζονται από τις παγκόσμιες εμπορικές εντάσεις, συνεπεία της πολιτικής θεσμοθέτησης επιθετικών δασμών από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

Η έκθεση σε κίνδυνο των ευρωπαϊκών εξαγωγών και το ενδεχόμενο να επικρατήσουν συνθήκες στασιμοπληθωρισμού ή ακόμη χειρότερα ύφεσης στην Ευρώπη αποτελούν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τους μηχανισμούς της Ε.Ε. να φέρουν ακόμη πιο κοντά τα κράτη-μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας. Η στρατηγική του nearshoring, για παράδειγμα, η οποία βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στο προσκήνιο, διατηρεί μεγάλες προοπτικές εφαρμογής από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ισως το έκρυθμο κλίμα που επικρατεί στο παγκόσμιο εμπόριο, το ρευστό περιβάλλον υπό το οποίο λειτουργούν οι αγορές και η αβεβαιότητα για το μέλλον υποχρεώνουν τους μεγάλους παραγωγούς της Ευρώπης να ενεργοποιήσουν πολιτικές nearshoring, ενισχύοντας τις επενδυτικές ροές προς την ευρωπαϊκή επικράτεια, όπως και τις παραγωγικές δομές της Ε.Ε.

Ηδη, τελευταία στατιστικά στοιχεία αναφέρουν ότι το 94% των εταιρειών στην περιοχή EMEA (Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Αφρική) μειώνει την εξάρτησή του από την Κίνα, με στόχο τη διαφοροποίηση των προμηθευτών και την ενίσχυση της ευελιξίας των εφοδιαστικών αλυσίδων. Από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επισημαίνει ότι οι εταιρείες αναμένουν αύξηση της προμήθειας εισροών εντός της Ε.Ε. τα επόμενα πέντε χρόνια, με έμφαση στο nearshoring, στη διαφοροποίηση και στο «friend-shoring» (προμήθεια από χώρες με πολιτική συγγένεια).

Η Ελλάδα κάλλιστα θα μπορούσε να υποδεχθεί ένα νέο κύκλο παραγωγικών επενδύσεων, προερχομένων από τη Γερμανία, από μια χώρα της οποίας το επενδυτικό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία ενισχύεται διαχρονικά. Η χώρα, εμφανίζοντας μια αξιόλογη και κυρίως σταθερή αναπτυξιακή πολιτική μετά την έξοδό της από τα μνημόνια, προσφέρεται ως εναλλακτική «φιλοξενίας» γερμανικών επενδύσεων που σήμερα υλοποιούνται εκτός των ευρωπαϊκών συνόρων. Η Ελλάδα διατηρεί σε ανταγωνιστικό επίπεδο το εργασιακό κόστος, συνεχίζει να υλοποιεί σειρά μεταρρυθμίσεων ώστε ο δημόσιος τομέας να καταστεί περισσότερο παραγωγικός, ενώ επενδύει στην ψηφιακή μετάβαση κάνοντας μεγάλα άλματα και, παράλληλα, αναβαθμίζει συστηματικά τις τεχνολογικές υποδομές της.

Οι Γερμανοί επενδυτές διατηρούν στο ραντάρ τους την ελληνική οικονομία, αναγνωρίζοντας τα βήματα προόδου στα οποία επιμένει η χώρα. Πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ κατέδειξε ότι η συμβολή στο ελληνικό ΑΕΠ των επιχειρήσεων-μελών του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου ήταν ενισχυμένη το 2023 στα 10,7 δισ. ευρώ ή στο 4,7%, όπως αυξημένη στις 106.000 θέσεις εργασίας ήταν και η συνολική συνεισφορά τους στην απασχόληση.

Η Ελλάδα κάλλιστα θα μπορούσε να υποδεχθεί ένα νέο κύκλο παραγωγικών επενδύσεων, προερχομένων από τη Γερμανία.

Μάλιστα, η Γερμανία αναδείχθηκε ως ο δεύτερος ισχυρότερος επενδυτικός εταίρος της Ελλάδας, με τις συνολικές καθαρές άμεσες επενδύσεις της να ανέρχονται το 2023 στα 8 δισ. ευρώ, παραμένοντας σταθερά σε υψηλά επίπεδα.

Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι Ελλάδα και Γερμανία αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση σε ό,τι αφορά ευρύτερα τις διμερείς οικονομικές τους σχέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις υψηλές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας στον τομέα των εξαγωγών, όπως και του τουρισμού.

Ενα ευρύτερο άνοιγμα των Γερμανών επενδυτών προς την Ελλάδα σαφώς θα μπορούσε να δημιουργήσει πολλαπλασιαστικά οφέλη και για τις δύο χώρες, όπως και ευρύτερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Η πρόκληση για τις δύο εθνικές αγορές, καθώς και για την ευρωπαϊκή οικογένεια, είναι να μετατρέψουν τη διεθνή οικονομική κρίση σε ευκαιρία, μειώνοντας τα κόστη μεταφοράς και τους χρόνους παράδοσης των αγαθών, αλλά και αυξάνοντας την αυτονομία και τη βιωσιμότητα των οικονομιών. Με ανάλογες πολιτικές θα δώσουν τη δυνατότητα στις εταιρείες να επεκταθούν σε νέες αγορές εντός και εκτός των ευρωπαϊκών συνόρων. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι πολλές παραγωγικές επιχειρήσεις διεθνώς θα ήταν ευτυχείς να αναπτύξουν κοινές δράσεις με ελληνικές και γερμανικές εταιρείες, προσβλέποντας σε αξιόπιστα συνεργατικά σχήματα.

*Ο δρ Ιλια Νοθνάγκελ είναι γενικός διευθυντής και μέλος Δ.Σ. του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT