Προορισμός για ακόμα περισσότερα φθηνά προϊόντα κινδυνεύει να γίνει η Ευρωπαϊκή Ενωση, ως αποτέλεσμα των εμπορικών εντάσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου. Οι Ευρωπαίοι αναγνωρίζουν ότι τα κινεζικά προϊόντα που θα είναι πλέον δύσκολο να πωληθούν στις ΗΠΑ ενδέχεται να καταλήξουν στο ευρωπαϊκό μπλοκ και παρότι προσπαθούν να αποτρέψουν μια «πλημμύρα» φθηνών αγαθών, τα στοιχεία δείχνουν ήδη ότι το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας με την Ε.Ε. εκτινάχθηκε στο επίπεδο-ρεκόρ των 90 δισ. δολαρίων το πρώτο τετράμηνο του έτους.
Μέχρι στιγμής, τα περισσότερα κινεζικά προϊόντα αναδρομολογούνται στη Λατινική Αμερική και στη νοτιοανατολική Ασία. Ωστόσο, η τεράστια ποσότητα των κινεζικών εξαγωγών που έμπαιναν ήδη από την πανδημία στην Ευρώπη δημιουργεί πρόβλημα στην περίπτωση που η ροή αυτή επιταχυνθεί όσο εφαρμόζονται οι υψηλότεροι δασμοί εισαγωγής στις ΗΠΑ.
«Οι ευρωπαϊκές και άλλες αγορές εκτός των ΗΠΑ θα δουν αύξηση των κινεζικών αποστολών. Η Κίνα θα θελήσει να διατηρήσει υψηλό το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά», σχολίασε στο Bloomberg ο Μαξίμ Νταρμέ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Allianz Trade. Εξάλλου, παρά τη μείωση των δασμών, στην οποία συμφώνησαν ΗΠΑ και Κίνα αυτή την εβδομάδα, η φορολογία στα περισσότερα κινεζικά αγαθά που μπαίνουν στις ΗΠΑ εξακολουθεί να είναι 30% υψηλότερη σε σύγκριση με τον Ιανουάριο.
Οι μεταβολές στο εμπόριο δοκιμάζουν την ετοιμότητα και τις στρατηγικές της Ευρώπης, που θα καθορίσουν τη θέση της στον διεθνή εμπορικό και οικονομικό χάρτη. Αυτή την περίοδο επικρατεί ανησυχία ότι η εμπορική ανισορροπία με την Κίνα αντανακλά σημαντική απώλεια ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, καθώς οι κινεζικές επιχειρήσεις κινούν γρήγορα τις εφοδιαστικές αλυσίδες τους και απειλούν ηγέτες της αγοράς εντός και εκτός κινεζικών συνόρων.
Τα στοιχεία δείχνουν ήδη ότι το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας με την Ε.Ε. εκτινάχθηκε στο επίπεδο-ρεκόρ των 90 δισ. δολαρίων το πρώτο τετράμηνο.
«Σε μια περίοδο προστατευτισμού δεν μπορείς να έχεις ανοιχτό εμπόριο, είναι απλώς αδύνατο, διότι απλώς διαλύει τη βιομηχανία σου», είπε η Αλίσια Γκαρσία-Ερέρο, επικεφαλής οικονομολόγος για την περιοχή Ασίας – Ειρηνικού στη Natixis.
Οι κινεζικές εξαγωγές στην Ε.Ε. μέχρι στιγμής φέτος είναι οι δεύτερες υψηλότερες που έχουν καταγραφεί στην ιστορία, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, ακολουθώντας το ρεκόρ που σημειώθηκε το 2022 λόγω πανδημίας.
Ο Ευρωπαίος επίτροπος Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι «παρακολουθούμε πιθανούς κινδύνους εκτροπής εμπορίου». Στο μεταξύ, οι δαπάνες στην Κίνα μειώνονται σταθερά, καθώς η εγχώρια ζήτηση επιβραδύνεται και οι εγχώριες εταιρείες γίνονται πιο ανταγωνιστικές και διώχνουν τους ευρωπαϊκούς προμηθευτές εκτός αγοράς.
Η Ε.Ε. ήταν ήδη προβληματισμένη σχετικά με την ταχεία αύξηση των κινεζικών εισαγωγών, ιδίως όσο οι τιμές των προϊόντων αυτών έπεφταν λόγω αποπληθωρισμού στην Κίνα. Ακόμα και πριν από την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, τον Ιανουάριο, η εμπορική σχέση μεταξύ Ευρώπης και Κίνας βρισκόταν σε φάση αναδιάρθρωσης. Ενδεικτική είναι η ταχεία μεταβολή των σχέσεων μεταξύ Γερμανίας και Κίνας, η οποία από έλλειμμα τουλάχιστον 18 δισ. δολαρίων για την Κίνα το 2020, κατέληξε σε πλεόνασμα 12 δισ. δολαρίων πέρυσι. Αν η τάση του πρώτου τετραμήνου συνεχιστεί για ολόκληρο το έτος, το πλεόνασμα με τη Γερμανία θα ξεπεράσει τα 25 δισ. δολάρια το 2025.
«Αρχικά πιστεύαμε ότι θα ήταν αδιέξοδο μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, αλλά στην πραγματικότητα θα έχει επιπτώσεις για τον υπόλοιπο κόσμο και ιδίως την Ευρώπη, επειδή θα υποχρεώσει μεγάλες χώρες να είναι όλο και πιο προστατευτικές», σχολίασε ο Νταρμέ στο Bloomberg.

