Κίτρινη κάρτα βγάζει η Τράπεζα της Ελλάδος στα ιδιωτικά νοσοκομεία για τον τρόπο με τον οποίο χρεώνουν τις υπηρεσίες υγείας στις ασφαλιστικές εταιρείες, που λειτουργεί ως κίνητρο για περιττές εξετάσεις ανεβάζοντας το κόστος των αποζημιώσεων.
Είναι χαρακτηριστικό, όπως σημειώνει η ΤτΕ, ότι «σε πολλές περιπτώσεις ο τιμοκατάλογος των υπηρεσιών διαφοροποιείται αναλόγως της κατηγορίας νοσηλείας, δηλαδή μια επέμβαση μπορεί να έχει διαφορετική χρέωση ανάλογα από αν ο ασθενής βρίσκεται σε μονόκλινο ή δίκλινο δωμάτιο».
Το πρόβλημα, σύμφωνα με την ΤτΕ, έχει να κάνει με τον τρόπο τιμολόγησης των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας από τα νοσηλευτικά ιδρύματα προς τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που βασίζεται στο μοντέλο της διακριτής τιμολόγησης κάθε υπηρεσίας. Σε αυτό οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης και οι γιατροί αποζημιώνονται με βάση τον αριθμό και το είδος των υπηρεσιών που παρέχουν, βάσει ενός αναλυτικού καταλόγου τιμών. Αυτό σημαίνει ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις χρεώνονται για κάθε εξέταση, διαδικασία και θεραπεία που παρέχεται κάθε φορά που ένας ασθενής νοσηλεύεται. Με τον τρόπο αυτό το συγκεκριμένο μοντέλο πληρωμής «ανταμείβει τους γιατρούς και τα νοσηλευτικά ιδρύματα για τον όγκο και την ποσότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και τείνει να οδηγεί σε υπερπαροχή υπηρεσιών, λόγω των κινήτρων που παρέχει για όγκο υπηρεσιών ανεξάρτητα από τις ανάγκες των ασθενών και για μεγαλύτερης διάρκειας νοσηλείες».
Οι επισημάνσεις αυτές περιλαμβάνονται σε ειδικό κεφάλαιο για τις υπηρεσίες υγείας στην Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δημοσίευσε η ΤτΕ, παρεμβαίνοντας με τον τρόπο αυτό στο μόνιμο πρόβλημα που υπάρχει μεταξύ των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων και των ασφαλιστικών εταιρειών και το οποίο έχει οδηγήσει σε υπέρογκες αυξήσεις ειδικά στα ισόβιας διάρκειας νοσοκομειακά προγράμματα. Οι αυξήσεις υπενθυμίζεται προκάλεσαν πρόσφατα και την παρέμβαση του υπουργού Ανάπτυξης Τάκη Θεοδωρικάκου, ο οποίος με ειδική τροπολογία επέβαλε πλαφόν της τάξης του 7% μεσοσταθμικά στα συγκεκριμένα ασφαλιστήρια για το 2025, έως ότου καθοριστεί ένας αντιπροσωπευτικός δείκτης υγείας, βάσει του οποίου θα γίνονται οι αυξήσεις κάθε χρόνο.
Το πρόβλημα ωστόσο δεν αντιμετωπίστηκε καθώς πρόσφατα η Εθνική Ασφαλιστική, που διαθέτει τον μεγαλύτερο όγκο ισόβιων συμβολαίων, ανακοίνωσε την αλλαγή του τρόπου αποζημιώσεων σε ορισμένα από αυτά τα συμβόλαια, ενημερώνοντας τους πελάτες της ότι θα αποζημιώνονται απολογιστικά έπειτα από κάθε νοσηλεία. Η αλλαγή του τρόπου αποζημίωσης –τίθεται σε ισχύ τον Ιούνιο– αφορά προς το παρόν μικρό αριθμό συμβολαίων –υπολογίζονται κάτω από 20.000– και στόχος είναι να εφαρμοστεί πιλοτικά σε μια προσπάθεια να ελεγχθεί το κόστος νοσηλείας ειδικά στα μεγάλα νοσηλευτήρια της χώρας. Το θέμα ωστόσο έχει προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις από τους θεσμικούς φορείς των διαμεσολαβούντων και από ενώσεις καταναλωτών και οδηγεί, σύμφωνα με πληροφορίες, στην επανεξέτασή του.
Γιατροί και ιδιωτικές κλινικές αμείβονται για τον όγκο και την ποσότητα των υπηρεσιών, οδηγώντας σε υπερπαροχή υπηρεσιών, λέει η ΤτΕ.
Υπενθυμίζεται ότι ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας έχει κάνει λόγο στο πρόσφατο παρελθόν για ολιγοπώλιο στον κλάδο των ιδιωτικών νοσοκομείων, ενώ έρευνα στον κλάδο πραγματοποιεί και η Επιτροπή Ανταγωνισμού, το πόρισμα της οποίας εκκρεμεί εδώ και καιρό. Οπως παρατηρεί η ΤτΕ στα μακροχρόνια ασφαλιστικά συμβόλαια, για τα οποία υφίστανται περιορισμοί ή και απαγόρευση στις αυξήσεις ασφαλίστρων, οι αυξημένες χρεώσεις από τα νοσοκομεία οδηγούν στην υποχρέωση τήρησης από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις αυξημένων τεχνικών προβλέψεων, προκειμένου να καλύψουν το υψηλό κόστος αγοράς υπηρεσιών υγείας. Επιπλέον οδηγούν σε αυξημένες κεφαλαιακές απαιτήσεις, που αντανακλούν την αυξημένη αβεβαιότητα στο κόστος αγοράς των υπηρεσιών υγείας και «με δεδομένη τη δυσκολία μετακύλισης του κόστους στους ασφαλισμένους, προκαλούν μείωση του δείκτη φερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα να αθετήσουν τις υποσχέσεις τους προς τους ασφαλισμένους λόγω αφερεγγυότητας».
Οπως σημειώνει η ΤτΕ, για την αντιμετώπιση των μειονεκτημάτων του μοντέλου χρεώσεων που ακολουθούν τα νοσοκομεία, έχουν αναπτυχθεί μέθοδοι που:
α) Προσπαθούν να περιορίσουν το κόστος που χρεώνουν τα θεραπευτήρια μέσω εταιρειών (gatekeepers) οι οποίες ελέγχουν ή και προεγκρίνουν τις σχετικές δαπάνες.
β) Περιλαμβάνουν την υιοθέτηση εναλλακτικών τρόπων τιμολόγησης των υπηρεσιών υγείας, κυρίως μέσω ομογενών διαγνωστικών ομάδων (diagnosis related groups – DRGs). Το σύστημα DRG περιλαμβάνει την ομαδοποίηση, για σκοπούς τιμολόγησης, εξετάσεων, διαδικασιών και θεραπειών με γνώμονα τη διάγνωση με την οποία σχετίζονται. Στο πλαίσιο αυτό, η χρέωση διαφοροποιείται ανά διάγνωση, ανεξαρτήτως των ιατρικών υπηρεσιών που πράγματι προσφέρθηκαν και της ποσότητας των υλικών που πράγματι χρησιμοποιήθηκαν. Σκοπός του συστήματος DRG είναι να δώσει κίνητρα στους παρόχους υγείας για καλύτερη χρήση των διαθέσιμων πόρων και να μειώσει τη διάρκεια παραμονής σε νοσηλευτικά ιδρύματα.
γ) Περιλαμβάνουν τη διεύρυνση των διαθέσιμων παρόχων από τους οποίους οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να αγοράσουν υπηρεσίες υγείας. Τέτοια μέθοδος είναι η υιοθέτηση ενός μοντέλου λειτουργίας στη βάση σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ), βάσει του οποίου, ενδεικτικά, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να αγοράσουν υπηρεσίες υγείας και από τα δημόσια νοσοκομεία, υπό όρους και προϋποθέσεις, ώστε μια σειρά ιατρικών πράξεων να εκτελούνται στα δημόσια νοσοκομεία, με αυξημένο όφελος τόσο για το δημόσιο σύστημα υγείας όσο και για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

