Επειτα από έξι δεκαετίες σοφίας, τα νέα από την Ομάχα έπεσαν σαν κεραυνός εν αιθρία. Ο Γουόρεν Μπάφετ θα αποσυρθεί στο τέλος του έτους από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της Berkshire Hathaway. Σε μια εποχή ανασφάλειας, ο Μπάφετ ήταν άγκυρα αντοχής. Από τότε που ανέλαβε τα ηνία της Berkshire, στις 10 Μαΐου του 1965, η General Motors, η μεγαλύτερη αμερικανική εταιρεία τότε, έχει αλλάξει 11 διευθύνοντες συμβούλους.
Η Sears, η μεγαλύτερη εταιρεία λιανικής πώλησης, έχει εξαφανιστεί από τη σκηνή. Εντεκα πρόεδροι των ΗΠΑ έχουν έλθει και έχουν παρέλθει και η Coca-Cola άλλαξε τη φόρμουλά της, όχι όμως και ο Μπάφετ τη δική του.
Η μετοχή της Berkshire εκείνη την ημέρα του Μαΐου έκλεισε στα 18 δολάρια. Οταν ανακοίνωσε τα νέα, ήταν πάνω από 809.000 δολάρια – σχεδόν 45.000 φορές υψηλότερα. Ο Μπάφετ ήταν ο καλύτερος επενδυτής όλων των εποχών. Αλλά όπως έγραψα πριν από 30 χρόνια στη βιογραφία του, «οι αριθμοί δεν φανερώνουν την αύρα του». Δεν είναι μόνο τα μαθηματικά (ο Ελον Μασκ είναι πλουσιότερος) αλλά και η ποιότητα της απόδοσής του, ο χαρακτήρας του. Ο Μπάφετ ξεχώρισε στη Γουόλ Στριτ επειδή απέφευγε τις απάτες, την ιδιοτέλεια και την απληστία. Σεβόταν τους θεσμούς του καπιταλισμού και αντιμετώπιζε ως ιερό το καθήκον του στελέχους απέναντι στους μετόχους. Για να μην κατηγορηθεί ότι παραβίασε αυτήν την εμπιστοσύνη, έθεσε όριο στον ετήσιο μισθό του τις 100.000 δολάρια, ενώ ποτέ δεν απέκτησε δικαίωμα προαίρεσης αγοράς μετοχών. Στην εταιρική Αμερική, αυτό τον έκανε σχεδόν μοναδικό. Σήμερα, που τόσο πολλοί θεσμοί απαξιώνονται, η απώλειά του εκτείνεται πέρα από τον χώρο των επιχειρήσεων.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο επικεφαλής της JPMorgan Τζέιμι Ντάιμον είπε με ανεκτή υπερβολή: «Ο Μπάφετ αντιπροσωπεύει όλα τα καλά του καπιταλισμού και της ίδιας της Αμερικής». Σε αντίθεση με ό,τι γράφεται συχνά άλλωστε, τα μεγαλύτερα «χτυπήματα» του Μπάφετ δεν βασίζονταν στην προνομιακή πρόσβαση.
Επένδυσε στην Coca-Cola τη δεκαετία του 1980 και στην Apple στα μέσα της δεκαετίας του 2010, με βάση δημοσιευμένα δεδομένα. Κάθε επενδυτής στον πλανήτη είχε τις ίδιες πληροφορίες. Επίσης δεν είχε εταιρικούς υποστηρικτές, ενώ σήκωνε πάντα το τηλέφωνο ο ίδιος. Αυτό εξηγεί την πιο περίεργη πτυχή της διασημότητάς του – την ετήσια περιοδεία χιλιάδων οπαδών του στο καπιταλιστικό του «Γούντστοκ» στην Ομάχα. Οπως και οι αμέτρητοι ισχυροί που τον καλούσαν ιδιωτικά, οι θαυμαστές του αναζητούσαν τις αψεγάδιαστες απαντήσεις που έδινε με την απλότητα και το κοφτερό μυαλό του.
* Ο κ. Ρότζερ Λόουενσταϊν είναι συγγραφέας του βιβλίου «Buffett: The Making of an American Capitalist».

