Η δασμολογική εκεχειρία 90 ημερών που κήρυξε ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει μια εξήγηση, όμως ίσως να δείχνει και τα όρια αυτής της γρήγορης, απότομης και διασπαστικής δράσης του. Οι αγορές διά των επιφανών στελεχών της Wall Street Τζέιμς Ντάιμον, Μπιλ Ακμαν κ.ά. διεμήνυσαν μέσω του φιλικού τους Τύπου ότι η οικονομία μπαίνει στα αχαρτογράφητα νερά της αβεβαιότητας και της απώλειας της αξιοπιστίας και ότι κανείς δεν κατέχει την ιερή αλήθεια για το τι πρέπει να γίνει για να διορθωθούν οι ανισορροπίες και τα όποια διαρθρωτικά ζητήματά της. Αυτό έγινε ύστερα από μια πτώση των μετοχών περίπου 20%. Το σοβαρότερο μήνυμα στη διοίκηση Τραμπ ήρθε όμως από την αγορά ομολόγων, μια παρ’ ολίγον στιγμή «Λιζ Τρας». Οι μαζικές πωλήσεις κρατικών ομολόγων και η απότομη άνοδος των αποδόσεών τους συνοδεύθηκε και από ένα κλείσιμο των αγορών εταιρικών ομολόγων υψηλού κινδύνου. Οι επενδυτές, αποζητώντας επειγόντως ρευστότητα για να καλύψουν τις θέσεις τους λόγω της δραστικής υποχώρησης των μετοχών, πουλούσαν ομόλογα καθώς οι τιμές των μετοχών συνέχιζαν να υποχωρούν. Το πρόβλημα αυτό της «σωλήνωσης» (piping problem) μεταξύ ομολόγων και μετοχών δεν είναι απομονωμένο από την πραγματική οικονομία. Η υποχώρηση του δολαρίου και η ενίσχυση, για παράδειγμα, του ευρώ ερμηνεύονται από την πτήση διεθνών κεφαλαίων μακριά από το δολάριο. Κατά παράδοξο βέβαια τρόπο, αυτό θα μπορούσε να περιορίσει το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, για το οποίο ο πρόεδρος Τραμπ δείχνει να ενδιαφέρεται τόσο. Αλλο παράδοξο επίσης, που καταδεικνύει τις κάπως βιαστικές κινήσεις που έχουν γίνει από την πλευρά της αμερικανικής διοίκησης, είναι πως σε μια κατάσταση επιβολής δασμών το αμερικανικό νόμισμα υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να ανατιμηθεί, δυσκολεύοντας μάλιστα τον περιορισμό του εμπορικού ελλείμματος.
Εν τω μεταξύ, τα πράγματα περιπλέκονται και όσον αφορά την άσκηση της νομισματικής πολιτικής από τη Fed. Ο διοικητής Τζερόμ Πάουελ επισήμανε το σοκ της προσφοράς από τις εφοδιαστικές αλυσίδες αλλά και την επαναφορά του διλήμματος ανάμεσα στη χρησιμοποίηση των εργαλείων της νομισματικής πολιτικής για την καταπολέμηση του πληθωρισμού από τη μια και μιας σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας από την άλλη. Ιδιαιτέρως για τον πληθωρισμό αβεβαιότητα προκαλούν, σύμφωνα με τον διοικητή, το μέγεθος της επίδρασης των δασμών στις τιμές, η διάρκεια αλλά και κυρίως η διαμόρφωση των «πληθωριστικών προσδοκιών», οι οποίες θα διαμορφωθούν τελικώς από τις αντιδράσεις των αγορών.
Το σοβαρότερο μήνυμα στη διοίκηση Τραμπ ήρθε όμως από την αγορά ομολόγων, μια παρ’ ολίγον στιγμή «Λιζ Τρας».
Αυτό το διάλειμμα στον δασμολογικό πόλεμο κάνει ίσως φανερότερη την επιδίωξη των ΗΠΑ να απομονώσουν την Κίνα, πιθανώς ζητώντας από χώρες με τις οποίες συζητούν να περιορίσουν δραστικά τις συναλλαγές τους με την ανερχόμενη κινεζική οικονομία. Πράγμα βέβαια δύσκολο αν λάβει κανείς υπόψη του τον τεράστιο αριθμό χωρών με τις οποίες οι ΗΠΑ θα πρέπει να συζητήσουν. Ομως το βασικότερο πρόβλημα που αυτή τη στιγμή έχουν οι ΗΠΑ δεν βρίσκεται ακριβώς στο εμπορικό τους έλλειμμα. Βρίσκεται σε αυτό που κυρίως το τροφοδοτεί και είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα, 6,4% του ΑΕΠ, 2 τρισ. δολ. περίπου. Ελλειμμα που δεν μπορεί να κλείσει φυσικά με τις βιαστικές απολύσεις και περικοπές του DOGE, που ίσως εξοικονομούν προσώρας 50 δισ. δολ. Μια δραστική περιστολή του θα απαιτούσε αύξηση φόρων και μεγάλη περιστολή δαπανών κυρίως σε προγράμματα υγείας που στηρίζουν τη μεσαία τάξη και θα προκαλούσαν οικονομική στασιμότητα και πολιτικό κόστος. Είναι μάλλον πιο βολικό το δάκτυλο της ευθύνης να κατευθύνεται εις την αλλοδαπή. Και με αποδέκτρια την Κίνα – και τη Δύση. Μ’ ένα σμπάρο δύο τρυγόνια;
*Ο κ. Θεόδωρος Πελαγίδης είναι καθηγητής Οικονομικών στο Παν. Πειραιώς, υποδιοικητής στην ΤτΕ, πρώην υπηρ. υπουργός Οικονομικών.

