Σε μείωση των επιτοκίων, για έβδομη φορά συνολικά από τον περασμένο Ιούνιο, προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με στόχο να βοηθήσει την οικονομία να «αντέξει» την ασταθή εμπορική πολιτική των ΗΠΑ και το «χτύπημα» από τους δασμούς Τραμπ, καθώς όπως τόνισε και η Κριστίν Λαγκάρντ οι προοπτικές για την ανάπτυξη έχουν σαφώς επιδεινωθεί. «Oι προοπτικές της οικονομίας έχουν θολώσει από την εξαιρετική αβεβαιότητα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ειδικότερα, η ΕΚΤ μείωσε και τα τρία βασικά της επιτόκια κατά 25 μ.β., με το επιτόκιο καταθέσεων να μειώνεται στο 2,25% και στα χαμηλότερα επίπεδα από τα τέλη του 2022. Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης μειώθηκε στο 2,40% και το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 2,65%. Η απόφαση ήταν ομόφωνη, όπως τόνισε η Λαγκάρντ, καθώς δεν υπήρχε καμία πρόταση στο «τραπέζι» για παύση ή για μεγαλύτερη μείωση, έστω κι αν υπήρξε σχετική συζήτηση.
Η ΕΚΤ αφαίρεσε εντελώς από την ανακοίνωσή της τη φράση ότι η πολιτική της «γίνεται ουσιωδώς λιγότερο συσταλτική», την οποία είχε εισαγάγει τον Μάρτιο, καθώς, όπως εξήγησε η επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας, αυτή η φράση αναφερόταν στο πόσο κοντά είναι η ΕΚΤ στο «ουδέτερο» επιτόκιο. Πλέον, ωστόσο, «αυτό το θέμα δεν έχει καμία σημασία», όπως τόνισε. «Το ουδέτερο επιτόκιο είναι μια έννοια που αφορά έναν κόσμο χωρίς σοκ και αυτή τη στιγμή το βέβαιο είναι πως δεν ισχύει αυτό».
Η ΕΚΤ εκτίμησε τον προηγούμενο μήνα ότι η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα μπορούσε να μειωθεί κατά 0,5% εάν επιβληθούν δασμοί, σβήνοντας περίπου το ήμισυ της αναμενόμενης επέκτασής της, κάτι που κατά πολλούς οικονομολόγους θα μπορούσε να αποδειχθεί υπερβολικά αισιόδοξο εάν ο Τραμπ επιστρέψει στην επιβολή μεγαλύτερων εμπορικών φραγμών ή εάν η Ε.Ε. λάβει αντίποινα. Η Λαγκάρντ εξήγησε ότι δεν υπάρχει κάποια ακριβής πρόβλεψη αυτή τη στιγμή, καθώς το επόμενο διάστημα αναμένονται πολλές εξελίξεις που θα επηρεάσουν το πώς θα κινηθεί η οικονομία και αυτές αφορούν τις διαπραγματεύσεις και συμφωνίες για τους δασμούς, κάτι το οποίο είναι «ανοιχτό» προς το παρόν.
Η άποψη της ΕΚΤ είναι πως ενδεχομένως θα υπάρξει αντίκτυπος στην ανάπτυξη, καθώς θα υπάρξει αρνητικό σοκ στη ζήτηση. «Οι προοπτικές για την ανάπτυξη έχουν επιδεινωθεί λόγω των αυξανόμενων εμπορικών εντάσεων», όπως σημείωσε η ΕΚΤ. «Η αύξηση της αβεβαιότητας είναι πιθανόν να μειώσει την εμπιστοσύνη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, και η δυσμενής και ευμετάβλητη αντίδραση των αγορών στις εμπορικές εντάσεις είναι πιθανόν να οδηγήσει σε αυστηροποίηση των συνθηκών χρηματοδότησης», προειδοποίησε.
Πάντως η Λαγκάρντ πρόσθεσε ότι η ΕΚΤ δεν θα έχει πλήρη σαφήνεια μέχρι την επόμενη συνεδρίασή της στις αρχές Ιουνίου, καθώς αυτή θα συμβεί πριν παρέλθει το 90ήμερο «πάγωμα» που έχει επιβάλει ο Τραμπ στους δασμούς.
Οσον αφορά τον πληθωρισμό, οι προοπτικές θα γίνουν πιο σαφείς με την πάροδο του χρόνου, όπως τόνισε, καθώς υπάρχουν δυνάμεις που τον ωθούν χαμηλότερα –όπως η ισχυρή ανατίμηση του ευρώ και η πτώση των τιμών της ενέργειας– και άλλες (αύξηση αμυντικών δαπανών στην Ε.Ε., κατακερματισμός των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού) που οδηγούν στην ενίσχυσή του.
Η Λαγκάρντ δεν προσέφερε κατά τη συνέντευξη Τύπου πολλές ενδείξεις για τις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ, εμμένοντας στη θέση της ότι η αβεβαιότητα παραμένει πολύ μεγάλη για να υπάρξει οποιαδήποτε δέσμευση. «Τώρα περισσότερο από ποτέ πρέπει να ακολουθήσουμε μια προσέγγιση που βασίζεται στα διαθέσιμα στοιχεία και να λαμβάνουμε αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής», τόνισε.
Οι αναλυτές πάντως εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει τις μειώσεις. Η «εξαιρετική» αβεβαιότητα για τις προοπτικές στην οποία αναφέρθηκε η Λαγκάρντ «υποδηλώνει ένα άνοιγμα σε περαιτέρω νομισματική χαλάρωση, υποθέτοντας ότι το εμπορικό σοκ θα επιμείνει και θα επιβεβαιωθεί από τα στοιχεία», όπως επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank Μαρκ Γουόλ, ο οποίος προβλέπει νέα μείωση επιτοκίων τον Ιούνιο και ένα τελικό επιτόκιο 1,5% μέχρι το τέλος του έτους.

