Η επιθετική δασμολογική πολιτική του προέδρου Τραμπ –με προεξέχοντες στόχους την Κίνα και την Ευρωπαϊκή Ενωση– έχει πυροδοτήσει έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο με ορατές διαταραχές στις χρηματαγορές και αναμενόμενες αρνητικές συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία. Η ανακοίνωση στις 2 Απριλίου 2025 για «ανταποδοτικούς» δασμούς στις εισαγωγές των ΗΠΑ –συμπεριλαμβανομένου 20% στα προϊόντα της Ε.Ε.– σηματοδότησε μια κρίσιμη κλιμάκωση, εναρμονισμένη με την ακανόνιστη προσέγγιση του «δασμολογικού μπαζούκα», που χαρακτηρίζεται από ξαφνικές ανακοινώσεις, προσωρινές αναστολές και συχνές ανατροπές. Με την αφετηρία τής εν λόγω εμπορικής πολιτικής να τοποθετείται χρονικά στις 25 Νοεμβρίου 2024, οπότε και εξαγγέλθηκαν τα πρώτα μέτρα, πλέον οι δασμοί των ΗΠΑ έχουν ανέλθει σε επίπεδα αντίστοιχα εκείνων του 1934. Η προκύπτουσα αυξημένη αβεβαιότητα για τις εμπορικές πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ έχει εμφανές αποτύπωμα στις παγκόσμιες αγορές, με τη σημαντική υποχώρηση του αμερικανικού δολαρίου, των αμερικανικών χρηματιστηρίων, την εκτίναξη του δείκτη μεταβλητότητας VIX να αντανακλά τον έντονο φόβο των επενδυτών. Παράλληλα, η σημαντική αποδυνάμωση των αμερικανικών ομολόγων υποδηλώνει ότι οι εν λόγω τίτλοι δεν συμπεριφέρονται πλέον ως ένα «ασφαλές καταφύγιο», υπογραμμίζοντας περαιτέρω την ενίσχυση της αβεβαιότητας στις αγορές.
Η Κίνα απάντησε με δασμούς αντίστοιχου βεληνεκούς και η Ε.Ε. αξιολογεί δέσμες από ευρύτερα αντίποινα, έχοντας, νωρίτερα, αποφασίσει αλλά και αναστείλει σειρά δασμών επί αμερικανικών προϊόντων. Η αναστολή 90 ημερών που παρέχουν οι ΗΠΑ στην Ευρώπη θα μπορούσε να αποτελέσει «χρόνο και χώρο για ελιγμούς» με στόχο να αποτραπεί η κλιμάκωση και παράλληλα να υπογραμμιστεί η ανθεκτικότητα της Γηραιάς Ηπείρου στο παγκόσμιο εμπορικό σύστημα. Παράλληλα, στο ως άνω δυστοπικό εμπορικό πλαίσιο, αναδύονται ευκαιρίες για νέα μέτωπα, όπως αυτό μεταξύ της Ε.Ε. και της Κίνας, υπό το βάρος της κοινής απειλής που έρχεται από τις ΗΠΑ. Κεντρικά και ανατολικά εντός της Ευρώπης, η ομάδα των αναπτυσσόμενων οικονομιών, καθότι βαθιά ενσωματωμένη στην οικονομία της Ε.Ε. και εξαρτώμενη σε μεγάλο βαθμό από το εμπόριο –ειδικά με τη Γερμανία–, θα εκτεθεί σε κινδύνους, έχοντας ωστόσο επιδείξει, στη μεταπανδημική εποχή, απροσδόκητη ανθεκτικότητα. Συμπερασματικά, το οικονομικό τίμημα –βραδύτερη ανάπτυξη, υψηλότερος πληθωρισμός και αυξανόμενοι κίνδυνοι ύφεσης– από τη νέα εμπορική πολιτική των ΗΠΑ και τις απαντήσεις με αντίποινα των έτερων χωρών είναι υπό διαμόρφωση και αβέβαιο να προβλεφθεί επαρκώς και με ασφάλεια στην παρούσα φάση.
* EUROBANK RESEARCH

