Εντυπη έκδοση. Στα τέλη Ιουνίου το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων υπολογίζουν να πραγματοποιηθεί η διασύνδεση του ηλεκτρονικού συστήματος Taxis με το κτηματολόγιο. Αν και στο επιχειρησιακό σχέδιο της ΑΑΔΕ αναφερόταν ως χρόνος υλοποίησης του έργου τα τέλη Μαρτίου, ο ανασχηματισμός και η αλλαγή υφυπουργού οδηγούν σε νέες καθυστερήσεις.
Δεν είναι όμως η πρώτη καθυστέρηση. Το έργο εντάχθηκε από την τρόικα στα προαπαιτούμενα των αξιολογήσεων το 2017 αλλά και το 2018, και είχε εκδοθεί σχετική κοινή υπουργική απόφαση για τη διαδικασία σύνδεσης. Η ασυμβατότητα των δύο συστημάτων δεν επέτρεψε τη διασύνδεση, κάτι που φαίνεται να είναι εφικτό πλέον, όπως αναφέρουν οι δύο πλευρές.
Μετά τη διασύνδεση και οι δύο πλευρές θα ξεκινήσουν ελέγχους και διασταυρώσεις με στόχο αφενός να διαπιστωθούν περιπτώσεις αποφυγής καταβολής των φόρων, αφετέρου να διορθωθούν λάθη που υπάρχουν στα ακίνητα. Δηλαδή θα ελεγχθεί εάν τα ακίνητα και τα τετραγωνικά τους που είναι δηλωμένα στο κτηματολόγιο είναι ταυτόσημα με τα δηλωθέντα από τους ίδιους φορολογούμενους και στο Taxisnet, μέσω των εντύπων Ε9.
Σε όσους εντοπιστούν διαφορές, θα σταλούν νέα εκκαθαριστικά σημειώματα, με τα οποία θα τους καταλογίζεται ο επιπλέον ΕΝΦΙΑ, για όλα τα έτη, στα οποία η ακίνητη περιουσία που είχαν στην κατοχή τους ήταν μεγαλύτερη από εκείνη που είχαν δηλώσει στο Ε9.
Πλέον οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ θα μπορούν:
• Να εντοπίσουν ιδιοκτήτες που δεν έχουν δηλώσει στο έντυπο Ε9 την ακίνητη περιουσία τους για να αποφύγουν την πληρωμή του ΕΝΦΙΑ και άλλων φόρων.
• Να αναζητήσουν φορολογούμενους με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία τις οποίες αφήνουν απλήρωτες και αρρύθμιστες, παρά το γεγονός ότι διαθέτουν μεγάλη ακίνητη περιουσία.
Eιδικότερα, το σχέδιο προβλέπει:
α) Τη διασύνδεση των κεντρικών υπολογιστικών συστημάτων και ανταλλαγή δεδομένων. Αφορά στην παροχή αμοιβαίας δυνατότητας άμεσης πρόσβασης στα στοιχεία των ηλεκτρονικών αρχείων που τηρούν για την ανταλλαγή στοιχείων ακινήτων.
β) Την ανταλλαγή μεταξύ των φορέων των στοιχείων και των δεδομένων που συλλέγουν και τηρούν, η οποία επιτυγχάνεται τεχνικά με δύο τρόπους, τη μαζική αποθήκευση και διακίνησή τους με ψηφιακά μέσα και με τη χρήση διαδικτυακών υπηρεσιών.

