Προσγείωση στη σκληρή πραγματικότητα όσον αφορά τα περιθώρια «γενναίων» μειώσεων φόρων από το 2026 προγραμματίζεται εντός του Απριλίου.
Με τον δασμολογικό πόλεμο να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, γεγονός που αυξάνει τον βαθμό αβεβαιότητας για την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, η Ελλάδα καλείται να δώσει διαβεβαιώσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι θα τηρήσει τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει: να συγκρατήσει τον ρυθμό αύξησης των καθαρών δαπανών στο 3,7% φέτος και στο 3,6% του χρόνου.
Από τα κείμενα που θα κατατεθούν στις Βρυξέλλες θα προκύψει ότι για φέτος έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια για παρεμβάσεις που επιφέρουν δημοσιονομικό κόστος, ενώ για του χρόνου τα περιθώρια μετριούνται σε μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν γενναίες παρεμβάσεις στη φορολογία φυσικών προσώπων, κάτι που οφείλεται και σε έναν πρόσθετο λόγο: στον πολύ μεγάλο βαθμό «εξάρτησης» που έχει αποκτήσει ο κρατικός προϋπολογισμός από δύο συγκεκριμένες πηγές εσόδων: τον ΦΠΑ και τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Με βάση τις προβλέψεις για την πορεία των εσόδων της φετινής χρονιάς, τα έξι στα 10 ευρώ φορολογικών εσόδων θα προέλθουν από τον ΦΠΑ και τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, δηλαδή ουσιαστικά από κλίμακα φορολογίας εισοδήματος και την αντίστοιχη φορολόγησης των εισοδημάτων από ενοίκια. Οποιαδήποτε «γενναία» παρέμβαση σε αυτές τις δύο κλίμακες προκαλεί δημοσιονομικό κόστος εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, γι’ αυτό και θα είναι δύσκολο να «υπηρετηθεί» δημοσιονομικά, όπως προκύπτει και από τις «ασκήσεις επί χάρτου» που ήδη κάνει το οικονομικό επιτελείο.
Χαρακτηριστικά είναι τα ακόλουθα παραδείγματα:
1. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων που υπολογίζεται με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος ξεπερνάει τα 13 δισ. ευρώ ετησίως (σ.σ. οι συνολικές εισπράξεις υπολογίζονται από το 2025 σε πάνω από 15 δισ. ευρώ, αλλά ένα σημαντικό τμήμα των εσόδων έρχεται από πηγές που φορολογούνται είτε με διαφορετικό τρόπο, όπως είναι τα ενοίκια, είτε αυτοτελώς όπως τα μερίσματα). Μπήκαν στο μικροσκόπιο τα σενάρια για σημαντικές μειώσεις στα «μεσαία κλιμάκια» που καλύπτουν τα εισοδήματα από 10.000 έως 30.000 ευρώ. Πλέον, μετά τις ονομαστικές αυξήσεις εισοδημάτων, έχει αυξηθεί ο βαθμός «συγκέντρωσης» στα συγκεκριμένα κλιμάκια που σήμερα φορολογούνται με συντελεστές από 22% έως και 36%. Οι γενναίες μειώσεις αυτών των συντελεστών (για 3-4 μονάδες) μπορούν να προκαλέσουν δημοσιονομικό κόστος άνω των 1-1,5 δισ. ευρώ.
Για κάθε μονάδα μείωσης του εισαγωγικού συντελεστή στη φορολόγηση ενοικίων, το κόστος υπερβαίνει τα 100 εκατ. ευρώ.
2. Ενα από τα σενάρια που έπεσαν στο τραπέζι ενόψει φορολογικών ελαφρύνσεων που θα ανακοινώσει η κυβέρνηση το φθινόπωρο, φέρνει μια σημαντική ελάφρυνση στην κλίμακα φορολογίας των εισοδημάτων από ενοίκια. Στη σημερινή της μορφή προβλέπει φορολογικό συντελεστή 15% για το ατομικό εισόδημα έως 12.000 ευρώ ετησίως. Το όφελος από τη μείωση του χαμηλού συντελεστή αφορά το σύνολο των ιδιοκτητών ακινήτων, δηλαδή περισσότερα από 1,6 εκατ. Επίσης, επηρεάζεται το σύνολο των εισοδημάτων από ενοίκια, δηλαδή πάνω από 11-12 δισ. ευρώ. Επομένως, για κάθε μονάδα μείωσης του εισαγωγικού συντελεστή το δημοσιονομικό κόστος υπερβαίνει τα 100 εκατ. ευρώ. Αν, για παράδειγμα, ο συντελεστής μειωθεί από το 15% στο 10%, τότε θα χρειαστούν πάνω από 500 εκατ. ευρώ. Από την άλλη, οι μειώσεις των υψηλότερων συντελεστών (φτάνουν και στο 45%) έχουν χαμηλότερο δημοσιονομικό κόστος, καθώς αφορούν σαφώς μικρότερο αριθμό εισοδηματιών. Εκτιμάται ότι και το 2025 λιγότερο από το 16%-17% των εισοδηματιών θα εμφανίσουν εισόδημα πάνω από 12.000 ευρώ τον χρόνο ακριβώς για να μην επηρεαστούν από τους αυξημένους συντελεστές.
Στις προτεραιότητες της κυβέρνησης για την επόμενη χρονιά θα παραμείνει η ενίσχυση των επενδύσεων με στόχο να στηριχθεί ο ρυθμός ανάπτυξης. Το 2026, έτος κατά το οποίο θα ολοκληρωθεί και η εκταμίευση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, θα πρέπει, όπως συζητείται ήδη, να υπάρξει περαιτέρω στήριξη του κονδυλίου του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, ποσό που και αυτό πρέπει να προκύψει από τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο. Αυτό σημαίνει ότι θα περιοριστούν ακόμη περισσότερο οι διαθέσιμοι πόροι για τις φορολογικές ελαφρύνσεις. Ετσι, τα «ρεαλιστικά» σενάρια για τις αλλαγές στις κλίμακες θα ξεκινήσουν να συζητούνται μετά τον Ιούνιο και αφού θα έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο σε όλα τα μέτωπα: τη ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες και την απόδοση της μάχης κατά της φοροδιαφυγής.

