Με 600 ακίνητα, που έως το τέλος του χρόνου θα φτάσουν τις 3.000, ξεκίνησε η νέα πλατφόρμα που έχει δημιουργήσει η Εθνική Τράπεζα σε συνεργασία με την Qualco με την επωνυμία Uniko για την πώληση ακινήτων. Μέσω της νέας πλατφόρμας, που τροφοδοτείται με ακίνητα που έχουν στην κατοχή τους η τράπεζα, η εταιρεία ακινήτων της Quant, αλλά και μεσίτες, επιδιώκεται η δυναμικότερη επέκταση των δύο ομίλων στον τομέα της διάθεσης ακινήτων και χορήγησης στεγαστικών δανείων από την πλευρά της Εθνικής.
Οπως δήλωσε η γενική διευθύντρια λιανικής τραπεζικής της Εθνικής και πρόεδρος της Uniko Χριστίνα Θεοφιλίδη, πρόκειται για έναν ψηφιακό μεσίτη που στόχο έχει την υποβοήθηση του ενδιαφερομένου στην αναζήτηση κατοικίας και στην εξεύρεση της κατάλληλης χρηματοδότησης μέσω των χρηματοδοτικών λύσεων που προσφέρει η Εθνική Τράπεζα. Στα συγκριτικά πλεονεκτήματα που προσφέρει η πλατφόρμα είναι η παροχή όλης της τεχνικής και νομικής υποστήριξης, προκειμένου το ακίνητο να παραδίδεται με το «κλειδί στο χέρι». Μέσω της πλατφόρμας επιδιώκεται να εξυπηρετηθούν και ενδιαφερόμενοι αγοραστές που έχουν ήδη εντοπίσει το ακίνητο της αρεσκείας τους και αναζητούν χρηματοδότηση ή συμβουλευτικές υπηρεσίες από το στάδιο της νομιμοποίησης έως την υπογραφή της σύμβασης με την τράπεζα.
Η συνεργασία έχει τη μορφή εταιρείας joint venture, στην οποία το 51% έχει η Qualco και το 49% η Εθνική Τράπεζα. Επιδίωξη είναι τα ακίνητα που θα ανεβαίνουν στην πλατφόρμα να αποτελούν κυρίως μοναδικά ακίνητα, δηλαδή που δεν έχουν ανέβει σε άλλες πλατφόρμες αναζήτησης ακινήτων και γι’ αυτό θα ενισχυθούν οι συνεργασίες με μεσίτες σε όλη τη χώρα, αλλά και η προσέλκυση ιδιωτών που θέλουν να μεταβιβάσουν το ακίνητό τους, εξασφαλίζοντας την αξιολόγηση και την πιστοποίηση του ομίλου. Οπως δήλωσε ο βοηθός γενικός διευθυντής λιανικής τραπεζικής της ΕΤΕ Παντελής Μαραβέας, στόχος είναι να καλυφθεί το κενό που υπάρχει στην προσφορά κατοικίας και να αντιμετωπιστεί ο κατακερματισμός στο επίπεδο της προσφοράς.
Θα παρέχεται ολοκληρωμένη τεχνική και νομική υποστήριξη, προκειμένου το ακίνητο να παραδίδεται με το «κλειδί στο χέρι».
Σύμφωνα με τον κ. Μαραβέα, η Εθνική έχει πρωτοστατήσει στις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων και με βάση τα στοιχεία ήδη το 40% των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί στο «Σπίτι μου ΙΙ» προέρχεται από το πρόγραμμα «Σπίτι μου Ι» και από ενδιαφερομένους που δεν κατάφεραν τελικώς να βρουν κατοικία στην πρώτη φάση του προγράμματος. Ενα 30% προέρχεται από την επέκταση των ηλικιακών και εισοδηματικών κριτηρίων, ενώ άλλο ένα 30% αποτελεί ενδιαφέρον που εκδηλώνεται για πρώτη φορά. Μέχρι σήμερα οι αιτήσεις που έχουν φτάσει στις τράπεζες και έχουν λάβει προέγκριση φθάνουν περίπου τις 35.000, αλλά οι υπαγωγές, δηλαδή αυτοί που έχουν βρει σπίτι, είναι περίπου 3.000.
Η Uniko αποτελεί συνδυασμό των δυνατοτήτων του embedded banking, τομέας στον οποίο η Εθνική δίνει έμφαση μέσα από σημαντικές επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες, εμπορικές συνεργασίες και συνεργασίες με τεχνολογικούς παρόχους. Οπως δήλωσε ο βοηθός γενικός διευθυντής καρτών και digital banking Δημήτρης Πλέσσας, η ΕΤΕ είναι η μεγαλύτερη ψηφιακή τράπεζα στην Ελλάδα με περισσότερους από 3 εκατ. ενεργούς χρήστες, που συνδέονται με τις εφαρμογές της Εθνικής 20 φορές τον μήνα. Η τράπεζα πρωτοστατεί στις ψηφιακές πωλήσεις προϊόντων και υπηρεσιών, με περισσότερες από 500.000 πωλήσεις το 2024 να έχουν ολοκληρωθεί μέσα από το internet και mobile banking. Πλέον το σύνολο των δανείων αυτοκινήτου, τρία στα τέσσερα καταναλωτικά δάνεια και ένα στα πέντε στεγαστικά, δίνονται μέσω embedded banking.
Τέλος, στον τομέα της διαχείρισης των επενδύσεων ιδιωτών, ο Γιώργος Βαρελτζίδης –ανώτερος διευθυντής διαχείρισης περιουσίας– εξήγησε ότι η περιουσία των νοικοκυριών στην Ελλάδα είναι παραδοσιακά επικεντρωμένη κυρίως στα ακίνητα κατά ποσοστό 77%, κατά 13% σε λοιπά περιουσιακά (π.χ. εταιρικές συμμετοχές) και μόλις 10% σε χρηματοοικονομικά μέσα (ρευστά διαθέσιμα). Tα επενδυτικά προϊόντα έχουν πολύ μικρότερη διείσδυση σε σχέση με τις αντίστοιχες χώρες του ευρωπαϊκού νότου (12%), καθώς η συντριπτική πλειονότητα βρίσκεται σε τραπεζικές καταθέσεις (ταμιευτηρίου και προθεσμιακές), μια τάση που αλλάζει σταδιακά, όπως δείχνει ο υπερδιπλασιασμός του ενεργητικού των ελληνικών ΑΕΔΑΚ (22,1 δισ. το 2024 έναντι 11 δισ. το 2022).

