Καθυστερήσεις στις πτήσεις λόγω «μποτιλιαρίσματος»

Καθυστερήσεις στις πτήσεις λόγω «μποτιλιαρίσματος»

Ο μεγάλος αριθμός αεροσκαφών στο «Ελ. Βενιζέλος» ασκεί έντονες πιέσεις στον έλεγχο εναέριας κυκλοφορίας

2' 21" χρόνος ανάγνωσης

Πόσες φορές επιβιβαζόμαστε κανονικά, μόνο για να ακούσουμε τον πιλότο να ανακοινώνει ακόμη μία καθυστέρηση λόγω αυξημένης εναέριας κίνησης στο αεροδρόμιο της Αθήνας; Στις ώρες αιχμής, οι καθυστερήσεις δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας, επηρεάζοντας το μεγαλύτερο μέρος του πτητικού προγράμματος. Μετά την επιστροφή στην κανονικότητα, η εκρηκτική ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια και η ενισχυμένη θέση της Ελλάδας στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη δοκιμάζουν τα όρια χωρητικότητας του μεγαλύτερου αεροδρομίου της χώρας, ιδιαίτερα στον έλεγχο εναέριας κυκλοφορίας.

Οι πιέσεις αυτές αντικατοπτρίζονται και στα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο Eurocontrol, ο ευρωπαϊκός οργανισμός για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας. Οπως αναφέρεται στην έκθεση «Performance Review Report» για το 2024, η Αθήνα «συνέχισε να αντιμετωπίζει σημαντικές καθυστερήσεις λόγω περιορισμών στην ικανότητα του ελεγκτή εναέριας κυκλοφορίας (ATC)», κυρίως κατά το χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο, δηλαδή κατά τη θερινή σεζόν. Το 2024, η Αθήνα κατέλαβε την πέμπτη θέση μεταξύ των 30 μεγαλύτερων αεροδρομίων της Ευρώπης με τις υψηλότερες καθυστερήσεις αφίξεων λόγω διαχείρισης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας (ATFM). Ο μέσος χρόνος καθυστέρησης διαμορφώθηκε στα 3,46 λεπτά ανά άφιξη.

Η καθυστέρηση αυτή αντιστοιχεί στον χρόνο που ένα αεροσκάφος παρέμεινε καθηλωμένο στο έδαφος πριν από την απογείωση, προκειμένου η άφιξή του στην Αθήνα να ευθυγραμμιστεί με τα επιτρεπόμενα όρια χωρητικότητας του εναέριου χώρου. Αν και τα 3,46 λεπτά μπορεί να φαίνονται αμελητέα, πρόκειται για μέσο όρο που περιλαμβάνει και τις χειμερινές πτήσεις, όπου οι καθυστερήσεις είναι συχνά μηδενικές. Χαρακτηριστικό είναι ότι τον Μάιο του 2024, η μέση καθυστέρηση εκτοξεύθηκε στα 9 λεπτά ανά άφιξη, αναδεικνύοντας τις έντονες εποχικές διακυμάνσεις. Επιπλέον, αυτός ο χρόνος προστίθεται στο ημερήσιο πρόγραμμα κάθε δρομολογίου, επιβαρύνοντάς το σημαντικά, ειδικά όταν το αεροδρόμιο καλείται να διαχειριστεί έως και 1.000 πτήσεις ημερησίως κατά τις περιόδους αιχμής.

«Εάν δεν υπάρξουν βελτιώσεις στο περιβάλλον, μέσω ενίσχυσης του προσωπικού και αναβάθμισης των συστημάτων, κάτι που δεν προβλέπεται να συμβεί τα επόμενα 3 με 4 χρόνια, η κατάσταση στις καθυστερήσεις δεν αναμένεται να ομαλοποιηθεί», τονίζει στην «Κ» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας Ελλάδος, Παναγιώτης Ψαρός, προσθέτοντας ότι «πρωταρχική προτεραιότητα παραμένει η ασφάλεια». «Σε κάθε περίπτωση οι ελεγκτές καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις», επισημαίνει. Παράλληλα, η όποια ολιγωρία επιφέρει και κόστος για τις αεροπορικές εταιρείες, καθώς, όπως αναφέρει ο κ. Ψαρός, σύμφωνα με ευρωπαϊκή έρευνα, κάθε λεπτό καθυστέρησης κόστισε 119 ευρώ το 2023.

Πάντως, το ζήτημα της αναμονής απασχολεί τα σημαντικότερα αεροδρόμια της Ευρώπης. Για παράδειγμα, η Λισσαβώνα βρέθηκε πέρυσι στην κορυφή των καθυστερήσεων με 4,2 λεπτά/άφιξη και ακολούθησαν το Αμστερνταμ με 3,76 λεπτά/άφιξη και το Λονδίνο όπου Heathrow και Gatwick κατέγραψαν και τα δύο 3,6 λεπτά/άφιξη. Επισημαίνεται ότι εκτός από τον περιορισμό στη χωρητικότητα, οι καθυστερήσεις μπορεί να προκύψουν από κακές καιρικές συνθήκες, από προβλήματα στην απογείωση όταν άλλες πτήσεις δεν έχουν ακόμη απογειωθεί, καθώς και από διάφορες εργασίες που μπορεί να υλοποιούνται στα αεροδρόμια.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT