Δύο και πλέον δεκαετίες μετά την ένταξή της στον ΠΟΕ, οπότε άρχισε και η επέλαση των φθηνών προϊόντων της στις αγορές της Δύσης, ήρθε η ώρα να υποστεί και η Κίνα το ίδιο σοκ που είχε προκαλέσει στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές οικονομίες. Ο επιθετικός ανταγωνισμός από τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, όπως το Βιετνάμ και η Ινδονησία, η μείωση της εγχώριας ζήτησης και ο μείζων αποσταθεροποιητικός παράγοντας του εμπορικού πολέμου έχουν υπονομεύσει την ανταγωνιστικότητά της. Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται το μερίδιό της στις παγκόσμιες εξαγωγές, όπως και η απασχόληση. Και όπως σχολιάζει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, οι βιομηχανίες της αντιμετωπίζουν καίριο δίλημμα – να στραφούν στον αυτοματισμό, που συνεπάγεται απώλεια θέσεων εργασίας ή να παρακμάσουν και να εξαφανιστούν.
Πριν από μία δεκαετία το μερίδιό της στις παγκόσμιες εξαγωγές υποδημάτων έφτανε το 70%, αλλά στα 10 χρόνια που μεσολάβησαν έχει μειωθεί κατά 10%, μολονότι παραμένει κυρίαρχη δύναμη στις εξαγωγές τους. Το μερίδιο που έχασε έχουν καταλάβει το Βιετνάμ και η Ινδονησία που έχουν ακόμη το πλεονέκτημα των πολύ φθηνών εργατικών χεριών, σε αντίθεση με την Κίνα που τα τελευταία 10 χρόνια είδε τους μισθούς να αυξάνονται σταθερά στον μεταποιητικό τομέα. Το μερίδιό της στις εξαγωγές προϊόντων 10 βιομηχανιών εντάσεως εργασίας –από τις επιπλώσεις κουζίνας, μπάνιου, αλλά και γενικότερα επιπλώσεις, είδη ταξιδίου, παιχνίδια και πολλά άλλα καταναλωτικά προϊόντα– είχε κορυφωθεί το 2013, οπότε έφτασε στο 40%. Μέσα σε μία πενταετία, το 2018, είχε μειωθεί σε λιγότερο από 32% και οι δασμοί που επέβαλε έκτοτε ο Τραμπ έχουν επιταχύνει περαιτέρω τη διαδικασία. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγαν ακαδημαϊκοί και καθηγητές τριών πανεπιστημίων της Κίνας, προκύπτει πως στο διάστημα από το 2011 μέχρι και το 2019 η απασχόληση μειώθηκε κατά 14% σε 12 βιομηχανίες εντάσεως εργασίας. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, που έβγαλε εκατομμύρια Κινέζους από τη φτώχεια, έχουν μειωθεί 40% τα επαγγέλματα. Σύμφωνα δε με τη McKinsey, από το 2019 έως το 2023 οι εξαγωγές του Βιετνάμ και της Ινδονησίας αυξήθηκαν κατά 8,2% και 12,3% αντιστοίχως, ενώ η απασχόληση στον μεταποιητικό τομέα των δύο χωρών έχει αυξηθεί από το 2011 έως σήμερα κατά 10 εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Στο μεταξύ, αναπτύσσεται ταχύτατα ο τεχνολογικός τομέας της Κίνας, αλλά δεν μπορεί να υποκαταστήσει τα εκατομμύρια των επαγγελμάτων και των θέσεων εργασίας που χάνονται. Οπως τονίζουν αναλυτές του κλάδου, η παραγωγή στον τεχνολογικό τομέα και στις εξαγωγές τεχνολογίας δεν είναι εντάσεως εργασίας, όπως ήταν προ ετών η βιομηχανία ένδυσης και υπόδησης. Κι ενώ το Πεκίνο επιμένει να διατηρεί τον στόχο για ανάπτυξη 5%, οι οικονομικές προοπτικές της Κίνας υπονομεύονται περαιτέρω από την αύξηση της ανεργίας σε τοπικό επίπεδο, που προκαλεί κοινωνικές εντάσεις σε διάφορες περιοχές. Οι τοπικές αρχές δεν ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, καθώς είχαν επαναπαυθεί επί δεκαετίες στην πυρετώδη ανάπτυξη στις περιοχές τους. Οπως τονίζει ο Γκόρντον Χάνσον, καθηγητής στη Σχολή Κένεντι του Χάρβαρντ, ιδιαίτερα ευάλωτοι και εκτεθειμένοι στον κίνδυνο της ανεργίας είναι οι εργαζόμενοι χαμηλής εξειδίκευσης, που μέχρι προσφάτως απασχολούντο στον μεταποιητικό τομέα της Κίνας.

