Ολο και περισσότερα κεφάλαια τοποθετούν οι επενδυτές στην Ευρώπη εν αναμονή των αυξημένων αμυντικών δαπανών που έχουν αποφασίσει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αλλά και επειδή επαναξιολογούν την κατάσταση στις αγορές των ΗΠΑ. Αυτό εκτιμά ο Στεφάν Μπουζνά, διευθύνων σύμβουλος του Euronext, της πανευρωπαϊκής χρηματιστηριακής πλατφόρμας, όταν μιλώντας στο Bloomberg έκανε λόγο για την «εκτεταμένη αστάθεια» που καλλιεργεί στις ΗΠΑ η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, με αποτέλεσμα να επισπεύδει τις εισροές επενδυτικών κεφαλαίων προς την Ευρώπη. Παράλληλα βέβαια τους επενδυτές προσελκύουν εν μέρει και οι χρηματιστηριακές αξίες, που στην Ευρώπη είναι χαμηλότερες.
Οπως επισήμανε ο Μπουζνά, «οι πολιτικές του Τραμπ έχουν προκαλέσει παρατεταμένη αστάθεια και έχουν οδηγήσει τους επενδυτές σε μια θεμελιώδη επανεκτίμηση των επενδύσεων στις ΗΠΑ από ευρωπαϊκές εταιρείες, καθώς οι ΗΠΑ γίνονται όλο και περισσότερο μια εντελώς διαφορετική χώρα». Προς επίρρωση των εκτιμήσεών του, από την αρχή του έτους οι ευρωπαϊκές μετοχές έχουν σημειώσει πολύ καλύτερη πορεία από τις αμερικανικές εξαιτίας ακριβώς της ανησυχίας που επικρατεί μεταξύ επενδυτών ότι οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ ενδέχεται να ανακόψουν την ανάπτυξη της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο. Και όπως προσέθεσε ο Μπουζνά, ένας εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ δημιουργεί μια κατάσταση στην οποία χάνουν όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές, αλλά και πάλι στην Ευρώπη επιταχύνθηκαν σημαντικά οι εισροές κεφαλαίων εν αναμονή της δυναμικής τόνωσης που θα λάβουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες. Μεταξύ άλλων, η τόνωση αναμένεται να προέλθει από τις αυξημένες δαπάνες της Γερμανίας για την άμυνα και για έργα υποδομής.
Επιπλέον ο Μπουζνά δηλώνει αισιόδοξος σε ό,τι αφορά την ανάκαμψη των αρχικών δημοσίων εγγραφών στα χρηματιστήρια της Ευρώπης. Εκτιμά ότι οι δημόσιες εγγραφές θα ανακάμψουν παράλληλα με τις ίδιες τις αγορές, καθώς πολλές εταιρείες που σχεδίαζαν την εισαγωγή τους στη Wall Street τώρα αναθεωρούν τα σχέδιά τους.
Στο μεταξύ, ο Στέφαν Λίτνερ, διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Borse, της γερμανικής πολυεθνικής που διαχειρίζεται το χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης, καλεί τους αξιωματούχους της Ε.Ε. να εκμεταλλευτούν εις το έπακρον τη στροφή ορισμένων επενδυτών στις ευρωπαϊκές αγορές λόγω των δασμών του Τραμπ. Μιλώντας για το θέμα στους Financial Times, ο Λίτνερ τονίζει πως η Κομισιόν πρέπει να επισπεύσει τα σχέδιά της για την αναβάθμιση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, προωθώντας τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και ενθαρρύνοντας τις εγχώριες επενδύσεις στις ευρωπαϊκές εταιρείες. Οπως χαρακτηριστικά είπε, «έχουν ήδη γίνει αρκετά μικρά πράγματα, αλλά απουσιάζει ακόμη η μεγάλη έκρηξη των επενδύσεων» και προσέθεσε ότι πρέπει να υπάρξει αυτή η μεγάλη έκρηξη «και να καταγραφεί η επείγουσα κατάσταση εδώ».
Εξήγησε, άλλωστε, πως η πεποίθηση που επικρατεί μεταξύ διεθνών επενδυτών ότι μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο οι γερμανικές επιχειρήσεις, «πιστοποιείται στη βελτίωση της εικόνας, στις επιδόσεις των εταιρειών και στην ανατίμησή τους, αλλά τώρα είναι η ευκαιρία να επισπευσθεί η προσπάθεια ώστε να αναβαθμιστεί η ανταγωνιστικότητα της Γηραιάς Ηπείρου». Εδώ και χρόνια, η Ε.Ε. προσπαθεί να προσελκύσει επενδύσεις στις εταιρείες της και στο έδαφός της ενοποιώντας τις κατακερματισμένες κεφαλαιαγορές τους και ενθαρρύνοντας θεσμικούς επενδυτές και μικροεπενδυτές να τοποθετήσουν περισσότερα κεφάλαια σε μετοχές. Οι προσπάθειες αυτές έχουν, όμως, προσκρούσει στις ισχυρές αντιρρήσεις ορισμένων χωρών. Το περασμένο έτος η Ιταλία, η Ισπανία, η Πολωνία και η Ολλανδία υποστήριξαν σχετική πρόταση της Γαλλίας για προώθηση της ενοποίησης των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών, αλλά προσέκρουσαν στην πλειονότητα πολλών μικρών κρατών-μελών που εκφράζουν φόβους πως στην περίπτωση αυτή θα εκχωρήσουν το δικαίωμά τους να θεσπίζουν τους δικούς τους κανόνες.

