Η νέα εποχή στις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας και το ενδεχόμενο άρσης των κυρώσεων σε περίπτωση που επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία δημιουργούν μια νέα πραγματικότητα στον κόσμο των επενδύσεων. Οι επενδυτές ποντάρουν ξανά στο ρούβλι και στα ρωσικά ομόλογα, που είχαν «εξαφανιστεί» από τις διεθνείς αγορές μετά την έναρξη του πολέμου, το 2022. Στοιχηματίζοντας ότι η αμερικανορωσική προσέγγιση θα στείλει ένα κύμα κεφαλαίων πίσω στη ρωσική οικονομία, οι traders στρέφονται σε στοιχήματα που δεν κινδυνεύουν από κυρώσεις σε ρωσικά ομόλογα και στο ρούβλι. «Κάποιες από τις ρητορικές του Τραμπ για τη Ρωσία είναι ακανόνιστες και αυτό είναι κάτι που πρέπει να ληφθεί υπόψη, εξετάζεται όμως η άρση των κυρώσεων», λέει ο Πολ ΜακΝαμάρα, διευθυντής επενδύσεωντης GAM, παραμονές της σημερινής κρίσιμης τηλεφωνικής συνομιλίας Τραμπ – Πούτιν για την έκβαση του πολέμου και το σχέδιο εκεχειρίας 30 ημερών που εξετάζει η Μόσχα.
Ενώ παραμένει δύσκολο για τα δυτικά funds να στοιχηματίσουν απευθείας σε ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, ορισμένοι αναζητούν ομόλογα ρωσικών εταιρειών που θεωρήθηκαν σχεδόν άχρηστα μετά την εισβολή στην Ουκρανία, όμως πλέον επανέρχονται στις εσωτερικές αποτιμήσεις ορισμένων επενδυτών. Παρ’ όλα αυτά, το ρούβλι εξακολουθεί να διαπραγματεύεται ελάχιστα εκτός Ρωσίας και τα ομόλογα είναι ως επί το πλείστον εκτός ορίων για ξένους θεσμικούς επενδυτές. Από το 2022, οι κυρώσεις έχουν απαγορεύσει τις συναλλαγές σε ρωσικά κρατικά χρέη και πολλοί εταιρικοί εκδότες από τη χώρα δεν μπορούν να βρουν τράπεζες ή μεσάζοντες για να διεκπεραιώσουν πληρωμές προς τους πιστωτές. Οι διεθνείς όγκοι συναλλαγών στο ρωσικό νόμισμα είναι μόλις 50 εκατ. δολάρια την εβδομάδα, σε σύγκριση με τα δισ. δολάρια που άλλαξαν χέρια πριν από τον πόλεμο. «Υπάρχει σίγουρα κάποιος ενθουσιασμός, κυρίως στην κοινότητα των hedgefunds», εξηγεί ο Ρότζερ Μαρκ, αναλυτής στην επενδυτική εταιρεία Ninety One. Οι έμποροι έχουν χρησιμοποιήσει το τένγκε του Καζακστάν ως υποκατάστατο για το ρούβλι, λόγω των οικονομικών δεσμών της χώρας με τη Ρωσία, με όγκους που αγγίζουν τα 100 έως 200 εκατ. δολάρια την εβδομάδα. Το τένγκε έχει σημειώσει ράλι περίπου 5% έναντι του δολαρίου φέτος. Αλλά αυτές οι συναλλαγές είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν σε μεγάλη κλίμακα.
Οι διεθνείς αγορές ρωσικών περιουσιακών στοιχείων εξατμίστηκαν μετά την εισβολή στην Ουκρανία, καθώς οι κυρώσεις απέκλεισαν τις ρωσικές τράπεζες από το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα και η χώρα υπέστη τεράστια φυγή κεφαλαίων. Η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας αύξησε τα επιτόκια αφού το κόστος των εισαγωγών αυξήθηκε και οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού αυξάνονταν, ιδιαίτερα καθώς το Κρεμλίνο έθεσε σε κίνηση την πολεμική παραγωγή. Σήμερα, οι κινήσεις στην αγορά συναλλάγματος και η ανατίμηση στο ρούβλι αποκαλύπτουν ότι αυτή η δυναμική μπορεί να αντιστραφεί, ιδίως αν οι Ρώσοι που έφυγαν από τη χώρα υπό τον φόβο της επιστράτευσης επιστρέψουν με αποταμιεύσεις που είχαν μεταφέρει στη Γεωργία, την Αρμενία και άλλες γειτονικές χώρες. Οι επενδύσεις στο ρούβλι εξακολουθούν να εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους, για παράδειγμα σε περίπτωση που οι ΗΠΑ επιλέξουν τελικά να αυστηροποιήσουν τις κυρώσεις εάν η Μόσχα απορρίψει τους όρους κατάπαυσης του πυρός. Ακόμη και αν χαλαρώσουν οι κυρώσεις, οι Ρώσοι επενδυτές με χρήματα στη χώρα μπορεί να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία να φύγουν, ενώ πολλοί μετανάστες μπορεί να μην επιστρέψουν καθόλου, σχολιάζουν οι αναλυτές.

