Αρθρο Νίκου Μηλαπίδη στην «Κ»: Η μείωση της ανεργίας ως συντελεστής του μέλλοντος

Αρθρο Νίκου Μηλαπίδη στην «Κ»: Η μείωση της ανεργίας ως συντελεστής του μέλλοντος

Επόμενος μεγάλος στόχος, η αναμόρφωση του πλαισίου για τις συλλογικές συμβάσεις, ώστε να αυξηθούν οι εργαζόμενοι που καλύπτονται από αυτές

2' 56" χρόνος ανάγνωσης

Τον Ιανουάριο του 2025 σημειώθηκε στην Ελλάδα το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας που έχει καταγραφεί στη χώρα τα τελευταία 17 χρόνια. Βάσει έκθεσης της ΕΛΣΤΑΤ, η ανεργία διαμορφώθηκε στο 8,7%, όταν τον Ιανουάριο του 2019 βρισκόταν στο 19,5%.

Τον Ιανουάριο του 2019 η ανεργία ανδρών ήταν 14,5%. Σήμερα βρίσκεται στο 7%. Τα ποσοστά ανεργίας σε γυναίκες και νέους έχουν κι αυτά μειωθεί σημαντικά. Η ανεργία των γυναικών τον Ιανουάριο του 2019 άγγιζε το ποσοστό 24% ενώ αυτό των νέων βρισκόταν κοντά στο 40%. Πλέον, τα ποσοστά βρίσκονται στο 11% και 19,5%, αντιστοίχως.

Ο δείκτης της ανεργίας αποτελεί έναν από τους βασικότερους μακροοικονομικούς δείκτες που αντικατοπτρίζει τόσο τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας όσο και την προοπτική ευημερίας των εργαζομένων. Γνωρίζουμε ότι το 8,7% δεν αποτελεί χαμηλό ποσοστό ανεργίας σε σχέση με τις προηγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες.

Αν αναλογιστούμε, δε, πως τα τελευταία 30 χρόνια η Ελλάδα δεν είχε ποτέ ανεργία χαμηλότερη του 7,5%, καταλαβαίνουμε πως το 8,7% βρίσκεται πολύ κοντά στον πυρήνα της διαρθρωτικής ανεργίας. Αυτό προκύπτει και από τον δείκτη κενών θέσεων εργασίας της Eurostat, όπου η χώρα –παρά το σχετικά υψηλό ποσοστό ανεργίας μας– βρίσκεται περίπου στη μέση της κατάταξης μεταξύ των κρατών-μελών. Η μείωση της ανεργίας συνδέεται με την αύξηση της στενότητας στην αγορά εργασίας, καθώς και με τη δυσκολία των επιχειρήσεων να βρουν εξειδικευμένο προσωπικό σύμφωνα με τις ανάγκες τους.

Σε κάθε περίπτωση, η αποκλιμάκωση της ανεργίας σημαίνει πολλά. Σημαίνει πως μέσα σε 6 χρόνια οι θέσεις απασχόλησης στη χώρα αυξήθηκαν κατά περίπου 500.000, οι άνεργοι μειώθηκαν κατά 520.000 και τα μη οικονομικώς ενεργά άτομα μειώθηκαν κατά 140.000.

Εάν θέλουμε να διατηρήσουμε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης σε ορίζοντα δεκαετίας, με δεδομένους τους αρνητικούς δημογραφικούς δείκτες, τότε πρέπει, σίγουρα, να διευρύνουμε το εργατικό δυναμικό και να αυξήσουμε την παραγωγικότητα.

Η διεύρυνση θα επιτευχθεί με δύο τρόπους: αφενός, αυξάνοντας τα ποσοστά απασχόλησης κοινωνικών ομάδων, που αυτή τη στιγμή υποεκπροσωπούνται στην αγορά και, αφετέρου, βελτιώνοντας την αντιστοιχία προσφερόμενων και ζητούμενων δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας.

Παράλληλα, η αύξηση της παραγωγικότητας θα προκύψει μέσω των επενδύσεων σε κεφάλαιο (σε τεχνολογίες αιχμής) και σε κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού με ευθύνη του κράτους, αλλά και των επιχειρήσεων.

Η πορεία των μισθών είναι επίσης ένας πολύ αντιπροσωπευτικός δείκτης για τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών κάθε νοικοκυριού. Χωρίς να παραγνωρίζουμε τις δυσμενείς επιπτώσεις του πληθωρισμού, τα δείγματα των τελευταίων ετών σε ό,τι αφορά τους μισθούς είναι θετικά.

Το επενδυτικό κενό σε σχέση με την Ευρώπη, αν και παραμένει υπαρκτό, μειώνεται, και κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών η πορεία των μισθών έχει αντιστραφεί πλήρως. Δεν είναι τυχαίο ότι το 2019, όταν οι επενδύσεις βρέθηκαν σε ιστορικό χαμηλό ως ποσοστό του ΑΕΠ, ο κατώτατος μισθός ήταν 650 ευρώ και ο μέσος μισθός οριακά έφτανε τα 1.000 ευρώ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μισθοί στην Ελλάδα πρέπει να αυξηθούν, τη στιγμή δε που το κράτος μειώνει διαρκώς φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Οι καλύτεροι μισθοί διασφαλίζουν κοινωνική συνοχή, πολιτική σταθερότητα, αγοραστική δύναμη και αξιοπρεπή διαβίωση.

Η αναμόρφωση του πλαισίου για τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων με στόχο να αυξηθεί το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από αυτές είναι ο επόμενος μεγάλος στόχος του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Από την αύξηση των συλλογικών συμβάσεων είναι βέβαιο πως θα προκύψουν υψηλότεροι μισθοί, ενισχύοντας τη σύνδεσή τους πάντα με την παραγωγικότητα. Πρόκειται για μια συνθήκη προς όφελος τόσο των εργαζομένων όσο και των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Η στάση των κοινωνικών εταίρων είναι απολύτως κρίσιμη και είναι αυτή που θα καθορίσει εν τέλει την αύξηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Ο κ. Νίκος Μηλαπίδης είναι γενικός γραμματέας Εργασιακών Σχέσεων.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT