Τον τελευταίο καιρό, η Βικτόρια Γκουτιέρες σκέφτεται πολύ το αβοκάντο. Ο πρόεδρος Τραμπ προειδοποιούσε εδώ και καιρό για υψηλούς δασμούς σε τρόφιμα και άλλες προμήθειες από το Μεξικό, τον Καναδά και την Κίνα. Ετσι, η, εμπορική διευθύντρια στον παγκόσμιο διανομέα τροφίμων Sysco άρχισε να αναζητά τα προϊόντα που θα μπορούσαν να επηρεαστούν. Τα καλά νέα για τη Sysco, μια εταιρεία με ετήσια έσοδα 79 δισ. δολαρίων, ήταν ότι η πανδημία την είχε ήδη αναγκάσει να διαφοροποιηθεί και ενίοτε να αντιγράψει τους προμηθευτές της σε βασικά προϊόντα. Τα άσχημα νέα; Το αβοκάντο. «Η πλειονότητα των αβοκάντο που καταναλώνονται στις ΗΠΑ προέρχεται από το Μεξικό. Μπορούμε να καλύψουμε την πλήρη ζήτηση; Οχι», είπε η Γκουτιέρες την Τρίτη, όταν η απειλή των δασμών έγινε πραγματικότητα. Η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε δασμούς 25% σε όλες τις εισαγωγές από τον Καναδά και το Μεξικό. Πρόσθεσε επίσης δασμούς 20% σε προϊόντα από την Κίνα φέτος.
Ακόμη και πριν από την ανακοίνωση, εταιρείες όπως η Sysco προσπαθούσαν να δημιουργήσουν αποθέματα ή να βρουν νέους προμηθευτές σε χώρες που δεν επηρεάζονται από τους δασμούς. Είναι άλλο πράγμα, όμως, να δημιουργεί κανείς ένα περιορισμένο απόθεμα καφέ ή τεκίλας από το Μεξικό και άλλο να αναλαμβάνει δράση για ευπαθή προϊόντα όπως το αβοκάντο. Εκεί, οι εταιρείες έχουν δύο επιλογές: είτε επωμίζονται το πρόσθετο κόστος είτε το μεταφέρουν στους καταναλωτές. Το Μεξικό, ο μεγαλύτερος παραγωγός αβοκάντο στον κόσμο, προμηθεύει περίπου τα μισά αβοκάντο που χρησιμοποιούνται στην αλυσίδα εστιατορίων Chipotle. Η εν λόγω εταιρεία είπε ότι δεν θα χρεώσει επιπλέον τους πελάτες, τουλάχιστον προς το παρόν. Η Target, από την άλλη, ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει τις τιμές στα φρούτα και στα λαχανικά που εισάγονται από το Μεξικό.
Η ικανότητα των εταιρειών να μετακυλίουν το κόστος σε καταναλωτές κουρασμένους από τον πληθωρισμό μπορεί να είναι περιορισμένη, προειδοποιούν αναλυτές. Οι εταιρείες συσκευασμένων τροφίμων, για παράδειγμα, μπορεί να κληθούν να «απορροφήσουν μέρος του κόστους», αντί να διακινδυνεύσουν να χάσουν μερίδιο αγοράς, σημειώνει η S&P Global Ratings. Η πανδημία και οι προκύπτουσες ελλείψεις και καθυστερήσεις από μακρινούς κατασκευαστές οδήγησαν πολλές εταιρείες να αντιγράψουν τους προμηθευτές τους ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, να μετατοπιστούν από προμηθευτές στην Ασία, για παράδειγμα, σε πιο κοντινούς στις ΗΠΑ, όπως ο Καναδάς και το Μεξικό. Η ιδέα ήταν να δημιουργηθούν δίχτυα ασφαλείας στην αλυσίδα εφοδιασμού, ιδέα που αποδεικνύεται πλέον επιζήμια.
Ορισμένες εταιρείες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στους δασμούς. Τον περασμένο μήνα, ο κολοσσός αλκοολούχων Diageo, που αντλεί το 45% των πωλήσεών του στις ΗΠΑ από τεκίλα και άλλα ποτά που εισάγονται από το Μεξικό και τον Καναδά, προειδοποίησε ότι τα λειτουργικά του κέρδη θα μπορούσαν να πληγούν κατά 200 εκατ. δολάρια το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Η Sysco πάλι, η οποία παρέχει τρόφιμα και ποτά σε αλυσίδες εστιατορίων, καθώς και σε μεγάλα νοσοκομεία και σχολεία, φρόντισε να αλλάξει σημαντικά την αλυσίδα εφοδιασμού της κατά τη διάρκεια της COVID-19. Οι μεγάλες εταιρείες τροφίμων κλήθηκαν άλλωστε να προσαρμοστούν σε ζητήματα που σχετίζονται με το κλίμα ή άλλες παραμέτρους που μπορεί να εκτινάξουν τις τιμές στα ύψη όπως η δραματική έλλειψη αυγών τους τελευταίους μήνες, λόγω της έξαρσης της γρίπης των πτηνών. «Για τους υπευθύνους της εφοδιαστικής αλυσίδας, η αβεβαιότητα και η αντιμετώπιση κραδασμών στο σύστημα είναι μέρος του παιχνιδιού», συνοψίζει η Γκουτιέρες, «είτε πρόκειται για καταιγίδες σε μια συγκεκριμένη περιοχή είτε για δασμούς».

