Το 2024 ήταν η χρονιά που οι ανησυχίες για τον υπερτουρισμό άγγιξαν μεγάλη μερίδα των κατοίκων σε δημοφιλείς προορισμούς, προκαλώντας διαμαρτυρίες από το Αμστερνταμ μέχρι τα Κανάρια Νησιά και φέρνοντας νέους κανονισμούς από την Ισλανδία μέχρι την Ινδονησία. Ηταν όμως και η χρονιά κατά την οποία άρχισε να γίνεται σαφές πόσο περίπλοκη διαδικασία είναι η μείωση των τουριστικών ροών.
Φέτος, περισσότεροι προορισμοί διεθνώς θα εφαρμόσουν μέτρα περιορισμού των τουριστών, τα οποία όμως είναι ακόμη αμφίβολο αν θα έχουν αποτέλεσμα. Ορισμένοι θεωρούν ότι η κατάσταση δεν μπορεί πλέον να αναστραφεί. Αλλωστε, τα οικονομικά συμφέροντα εμποδίζουν τις προσπάθειες εναντίον του υπερτουρισμού.
Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα μέτρων που θα δοκιμαστούν φέτος είναι οι ρυθμίσεις στη βραχυχρόνια μίσθωση σε Γαλλία, Τσεχία και Ελλάδα. Επίσης, λιμάνια στην Ιμπιζα και το Τζούνο της Αλάσκας θα περιορίσουν τον αριθμό των πλοίων, ενώ στην περίπτωση του Τζούνο και τον αριθμό των επιβατών. Στην Μπριζ έχει σταματήσει η κατασκευή νέων ξενοδοχείων, ενώ αντίστοιχα μέτρα έχει επιβάλει και το Αμστερνταμ. Στην Πομπηία θα επιτρέπονται έως 20.000 τουρίστες την ημέρα, στη Νέα Ζηλανδία ο τουριστικός φόρος θα ανέβει περίπου στα 57 δολάρια, στην Ιαπωνία δημοφιλείς προορισμοί θα έχουν όριο στον αριθμό των τουριστών και σε ιστορική γειτονιά της Σεούλ επιβάλλεται ώρα απαγόρευσης κυκλοφορίας.
«Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι για πολλά πολλά χρόνια αξιοποιούσαμε ένα μοντέλο τουρισμού που λέει “νούμερα με κάθε κόστος”… Τώρα είμαστε σε μια κατάσταση στην οποία εφαρμόζονται όλα αυτά τα πράγματα, όπως περιορισμοί στους αριθμούς και τουριστικοί φόροι, σαν αντιδραστικές στρατηγικές», είπε στους NYT η Μαρίνα Νοβέλι, διευθύντρια του κέντρου έρευνας βιώσιμων ταξιδιών και τουρισμού στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ. Το αν αυτές οι στρατηγικές θα αποδώσουν καρπούς είναι αβέβαιο. Πάντως, τα στοιχεία δείχνουν ότι χρειάζεται αρκετός καιρός για να φανούν αποτελέσματα. Ενδεικτικά, η Βαρκελώνη έβαλε τον πρώτο τουριστικό φόρο το 2012, άρχισε να περιορίζει τη βραχυχρόνια μίσθωση το 2015 και περιόρισε την κατασκευή νέων ξενοδοχείων το 2017. Κι όμως, οι τουρίστες συνέχισαν να καταφθάνουν σε αριθμούς-ρεκόρ μέχρι και το πρώτο τρίμηνο πέρυσι. Μόνο στο τέλος του 2024 καταγράφηκε ήπια πτώση, της τάξης του 0,7%, στον ετήσιο ρυθμό αφίξεων.
Σημειώνεται ότι η μείωση των αριθμών δεν είναι πάντοτε ο πρωταρχικός στόχος των μέτρων. Οι περιορισμοί στη βραχυχρόνια μίσθωση προωθούνται συχνά σαν απάντηση στις ελλείψεις κατοικίας, ενώ οι φόροι στους τουρίστες μπορεί να στοχεύουν στην αντιστάθμιση της πίεσης που ασκεί ο υπερτουρισμός στους πεπερασμένους πόρους.
Πάντως, το μεγαλύτερο εμπόδιο στην αντιμετώπιση του υπερτουρισμού ίσως είναι τα οικονομικά συμφέροντα. Ως πηγή εσόδων και θέσεων εργασίας, τα ταξίδια είναι μοχλός οικονομικής ανάπτυξης. Ενδεικτικά, το 2024 ο τουρισμός παρήγαγε έσοδα-ρεκόρ ύψους 1,6 τρισ. δολαρίων. Συνεπώς, υψώνονται εμπόδια στις περισσότερες προσπάθειες για περιορισμό του τουρισμού.
Η Ράκελ Ντοντς, καθηγήτρια τουριστικού μάνατζμεντ στο Toronto Metropolitan University, σχολίασε πως μέρος της λύσης θα πρέπει να είναι και η επαναξιολόγηση των δεικτών που αποτυπώνουν την επιτυχία στον κλάδο. «O Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού εξακολουθεί να μετράει την επιτυχία με τον αριθμό των αφίξεων, που ουσιαστικά διαιωνίζει τα προβλήματα του υπερτουρισμού», είπε.
Δεδομένου ότι οι διεθνείς αφίξεις αναμένεται να αυξηθούν 12,4% φέτος έναντι των επιπέδων του 2019, ο υπερτουρισμός είναι πιθανό να επεκταθεί. «Δεν είμαι σίγουρη ότι υπάρχει κάποια λύση. Εκτός αν ο κόσμος αναλάβει την ευθύνη, λέγοντας “ξέρεις κάτι; Δεν χρειάζεται να δω τη Βενετία. Δεν θα πάω”», σημειώνει η Νοβέλι.

