Ακόμη και για εμάς τους Ελληνες που είμαστε συνηθισμένοι στις πολιτικές «κωλοτούμπες», οι αναδιπλώσεις του Τραμπ το περασμένο Σαββατοκύριακο ήταν εντυπωσιακές. Μέσα σε δύο ημέρες, επέβαλε δασμούς στο Μεξικό και στον Καναδά – και μετά τους ανακάλεσε.
Λέγεται πως οι αντίπαλοι του Τραμπ τον παίρνουν τοις μετρητοίς αλλά όχι στα σοβαρά, ενώ οι οπαδοί του το αντίθετο. Μήπως πρέπει και εμείς, όπως κάνουν οι οπαδοί του, να κοιτάξουμε πέρα από τους θεατρινισμούς του και να εξετάσουμε τις πραγματικές πολιτικές του; Τι προτείνουν οι πιο κοντινοί οικονομικοί συνεργάτες του, ο Στέφεν Μιράν, επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων, και ο Σκοτ Μπέσεντ, υπουργός Οικονομικών;
Ο Μιράν θεωρεί ότι η παγκοσμιοποίηση ζημίωσε τη μεσαία τάξη και ότι οι ΗΠΑ πρέπει να αναδιαπραγματευτούν την οικονομική τους θέση. Υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ προσφέρουν τέσσερα βασικά προνόμια: ομπρέλα ασφαλείας, πρόσβαση στη μεγαλύτερη αγορά καταναλωτών και στις πιο ρευστές χρηματαγορές, καθώς και το δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Αυτά, λέει, δεν είναι αυτονόητα δικαιώματα των άλλων χωρών, αλλά προνόμια που παρέχει η Αμερική.
Ο Μιράν προτείνει την επιβολή δασμών που θα προστατεύσουν τις εταιρείες που παράγουν στην Αμερική, φθηνότερο δολάριο για τη μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, συσχέτιση των εμπορικών σχέσεων με τις στρατηγικές συμμαχίες των ΗΠΑ και χαμηλότερη φορολογία, ώστε να προσελκύσει επενδύσεις στην παραγωγή.
Ο υπουργός Οικονομικών του Τραμπ, Σκοτ Μπέσεντ, κάνει παρεμφερείς προτάσεις. Υποστηρίζει τη διατήρηση του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος και προτείνει σταδιακή αύξηση των δασμών. Το σχέδιό του στοχεύει σε 3% ανάπτυξη του ΑΕΠ, 3% δημοσιονομικό έλλειμμα και 3% αύξηση της παραγωγής πετρελαίου. Ζητάει την παράταση των φορολογικών ελαφρύνσεων του 2017 και αυστηρές οικονομικές κυρώσεις σε εχθρικά κράτη. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτά τα μέτρα θα αναδιαμορφώσουν το διεθνές οικονομικό σύστημα και θα εξασφαλίσουν περισσότερα οφέλη για την Αμερική, που επωμίζεται το μεγαλύτερο κόστος.
Σύμφωνα με τους δύο συνεργάτες του Τραμπ, οι ΗΠΑ χρειάζεται να επιβάλουν δασμούς στις εισαγωγές, φθηνότερο δολάριο, χαμηλούς φόρους και ξένες επενδύσεις για να ενισχύσουν την παραγωγή τους και να αυξήσουν την απασχόληση.
Λέγεται, μάλιστα, ότι ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ στοχεύει σε μια μεγάλη διεθνή συμφωνία για τις χρηματοπιστωτικές και εμπορικές σχέσεις, αντίστοιχη με αυτήν που είχε επιτύχει ο πρόεδρος Ρέιγκαν το 1985, γνωστή ως Plaza Accord.
Η Κίνα έχει μελετήσει προσεκτικά την οικονομική ζημία που υπέστη η Ιαπωνία μετά το Plaza Accord και δεν θα δεχθεί εύκολα ένα παρόμοιο σενάριο.
Η Αμερική είχε πάντα τη δύναμη να επιβάλλει τη θέλησή της. Το έκανε στο Bretton Woods, διαμορφώνοντας το παγκόσμιο σύστημα στα μέτρα της και απορρίπτοντας τις προτάσεις του Κέινς. Το επανέλαβε ο Νίξον, αποσύροντας αιφνιδιαστικά το δολάριο από τον κανόνα του χρυσού, και το 1985 με το Plaza Accord, όταν ο Ρέιγκαν ανάγκασε τους εμπορικούς εταίρους να ανατιμήσουν τα νομίσματά τους.
Τίποτα δεν συνοψίζει καλύτερα την αμερικανική στάση από τη φράση του υπουργού Οικονομικών του Νίξον, Τζον Κόναλι, προς τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρώπης, όταν παραπονέθηκαν για την ισοτιμία των νομισμάτων τους με το δολάριο: «Το δολάριο είναι το δικό μας νόμισμα και το δικό σας πρόβλημα».
Θα καταφέρει ο Τραμπ να επιβάλει μια τέτοια συμφωνία; Και ποιο θα είναι το κόστος αυτής της διαπραγμάτευσης;
Σήμερα, οι ΗΠΑ δεν διαπραγματεύονται μόνο με συμμάχους τους, όπως το 1985. Απέναντί τους βρίσκεται η Κίνα, που έχει μελετήσει προσεκτικά την οικονομική ζημία που υπέστη η Ιαπωνία μετά το Plaza Accord και δεν θα δεχθεί εύκολα ένα παρόμοιο σενάριο.
Οι ισορροπίες έχουν αλλάξει: οι ΗΠΑ παράγουν το 15% του παγκόσμιου ΑΕΠ αλλά καταναλώνουν το 30%, ενώ η Κίνα παράγει 30% αλλά καταναλώνει μόλις 12%. Η γεφύρωση αυτού του χάσματος θα είναι τιτάνια πρόκληση.
Ο Τραμπ και οι σύμβουλοί του μπορεί να έχουν πλάνα και στρατηγικές, αλλά όπως είπε ο Μάικ Τάισον πριν από έναν αγώνα μποξ: «Ολοι έχουμε ένα σχέδιο – μέχρι να φάμε μια μπουνιά στο πρόσωπο».
*Ο κ. Βασίλης Θ. Καρατζάς είναι διαχειριστής επενδύσεων σε αναδυόμενες αγορές.

