Οι αγορές εξακολουθούν να εναποθέτουν τις ελπίδες τους στην τέχνη της συμφωνίας. Οι μετοχές μπορεί να υποχώρησαν χθες, καθώς οι επενδυτές αφομοίωσαν την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς στο Μεξικό, στον Καναδά και την Κίνα, ωστόσο δεν προβλέπουν έναν παρατεταμένο παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο. Ο κίνδυνος, βέβαια, είναι μήπως τελικά ο Τραμπ τον αποτολμήσει. Οι δασμοί δεν είναι καθόλου απροσδόκητοι. Το να πλήξουν αμέσως τους κοντινούς γείτονες των Ηνωμένων Πολιτειών, Μεξικό και Καναδά, με επιβάρυνση 25%, όμως, συνιστά ένα κτύπημα για όσους περίμεναν μια σταδιακή προσέγγιση. Η κλίμακά τους είναι περίπου πενταπλάσια από όλες τις εμπορικές πρωτοβουλίες του Τραμπ στην πρώτη του διακυβέρνηση, όπως εκτιμούν αναλυτές της Deutsche Bank. Σχετικά με τα πιο εκτεθειμένα περιουσιακά στοιχεία, οι αντιδράσεις των αγορών αποδείχθηκαν έντονες. Το μεξικανικό πέσο έφθασε στα χαμηλότερα επίπεδά του έναντι του δολαρίου εδώ και σχεδόν τρία χρόνια. Επίσης, παρακολουθώντας τις ειδήσεις, αποδεικνύεται ότι ο Τραμπ μπορεί να κινηθεί με υψηλότερους δασμούς και κατά της Ευρώπης και της Κίνας.
Οι αναλυτές της Barclays αναμένουν ότι η τελευταία διαμάχη για τους δασμούς θα μπορούσε να μειώσει σχεδόν κατά 3% τα κέρδη ανά μετοχή μεταξύ των ομίλων στον αμερικανικό δείκτη S&P 500, ακόμη και πριν συνυπολογίσουν τις καταστροφικές συνέπειες περαιτέρω δασμολογικών μαχών με την Ευρώπη και την Κίνα.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του S&P 500 υποχώρησαν λίγο περισσότερο από 1,5% το πρωί της Δευτέρας. Ορισμένες ευρωπαϊκές μετοχές έχουν ομολογουμένως εξασθενήσει πολύ περισσότερο από την πτώση 1,3% του STOXX 600. Η μετοχή της αυτοκινητοβιομηχανίας Stellantis, η οποία αντιμετωπίζει υψηλότερους δασμούς σε αυτοκίνητα και ανταλλακτικά που εισάγει στις ΗΠΑ από το Μεξικό ή τον Καναδά, υποχώρησε άνω του 6%. Αλλά αυτό είναι λιγότερο από το δυνητικό χτύπημα του 12% στα κέρδη από το πρώτο κύμα δασμών που υπολογίζεται από τους αναλυτές της RBC. Οι δε αγορές ομολόγων μόλις αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τι θα μπορούσε να επέλθει. Είναι αλήθεια ότι οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων βραχείας διαρκείας ενισχύθηκαν, ένδειξη ότι οι δασμοί θα αυξήσουν τον πληθωρισμό, δυσχεραίνοντας τον πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Τζερόμ Πάουελ να μειώσει τα επιτόκια.
Ωστόσο, στο 4,26%, οι αποδόσεις των ομολόγων διετίας παραμένουν χαμηλότερες από ό,τι πριν από μια εβδομάδα, κάτι που δύσκολα συνεπάγεται μια ξαφνική πιθανή αύξηση των επιτοκίων ή το τέλος στον κύκλο περικοπών τους. Η σχετικά σιωπηλή αντίδραση της αγοράς έχει εξήγηση. Οι εταιρείες μπορεί να βρουν τρόπους να αντισταθμίσουν το οδυνηρό πλήγμα είτε αυξάνοντας τις τιμές είτε μετατοπίζοντας την παραγωγή στις ΗΠΑ. Ακόμη κι αν το αρχικό άλμα του Τραμπ είναι επιθετικό, ίσως δυσκολευτεί να εφαρμόσει εξίσου αιφνίδιους δασμούς σε όλους τους μεγάλους εμπορικούς του εταίρους ταυτόχρονα, υποδηλώνοντας μια σειρά παρατεταμένων φιλονικιών παρά έναν παγκόσμιο πόλεμο.
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ίσως τους χρησιμοποιήσει για να διαπραγματευθεί μια γρήγορη νίκη στις συνομιλίες με τον Καναδά και το Μεξικό. Το μειονέκτημα έγκειται στο ότι το κίνητρο του Τραμπ να κλείσει μια συμφωνία πιθανότατα εξαρτάται από το όριο του κόστους που προκαλούν οι δασμοί. Εάν οι εγχώριες μετοχές υποφέρουν, πλήττοντας την εμπιστοσύνη των καταναλωτών ή εάν οι αγορές ομολόγων απειλήσουν να σταματήσουν να χρηματοδοτούν τα σχέδιά του, τότε θα χρειαστεί να υποχωρήσει, πράγμα απίθανο. Οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων στην πραγματικότητα μειώνονται, περιστέλλοντας το κόστος χρηματοδότησης του τεράστιου ελλείμματος των ΗΠΑ. Και ο δείκτης S&P 500 πορεύεται καλά. Το τέλος του δασμολογικού πολέμου ίσως απαιτεί πρώτα οι αγορές να αναταραχθούν έτι περαιτέρω.

