Επιστροφή των επιθετικών τραπεζικών εξαγορών

Επιστροφή των επιθετικών τραπεζικών εξαγορών

Τι δείχνει η εμπειρία από τη δεκαετία του 1980 και μετά, γιατί οι τράπεζες- στόχοι απορρίπτουν τις προτάσεις

3' 9" χρόνος ανάγνωσης

Τρεις προσφορές εξαγοράς και μια πιθανή προσέγγιση βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο τραπέζι στον ευρωπαϊκό κλάδο, αλλά το κοινό σημείο που έχουν αυτά τα προτεινόμενα deals συνολικού ύψους 60 δισ. ευρώ, είναι ότι κανένα δεν είναι επιθυμητό από την τράπεζα-στόχο.

Κάποτε, μια προσπάθεια επιθετικής εξαγοράς μιας ανταγωνιστικής τράπεζας αποτελούσε ένδειξη επικίνδυνης υπερβολής. Σήμερα, μοιάζει περισσότερο με την πιο λογική επιλογή που έχουν οι υποψήφιοι αγοραστές. Ομως ακόμα και εάν τα deals αυτά προχωρήσουν, οι επιθετικοί αγοραστές κινδυνεύουν από την «κατάρα του νικητή», προειδοποιεί η στήλη Breakingviews του Reuters. Οι βασικοί παίκτες σε αυτόν τον γύρο συγκέντρωσης του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου είναι ο Κάρλος Τόρες Βίγια, πρόεδρος της ισπανικής Banco Bilbao Vizcaya Argentaria (BBVA) που διαθέτει κεφαλαιοποίηση 63 δισ. ευρώ και ο Αντρέα Ορτσελ, CEO της ιταλικής UniCredit, που έχει κεφαλαιοποίηση 69 δισ. ευρώ.

Τον περασμένο Μάιο, ο Τόρες κατέθεσε προσφορά ύψους 12 δισ. ευρώ για την εξαγορά της επίσης ισπανικής Banco de Sabadell. Και αργότερα μέσα στο έτος, ο Ορτσελ απέκτησε σχεδόν το 30% της γερμανικής Commerzbank, μιας τράπεζας με κεφαλαιοποίηση 22 δισ. ευρώ, και έκανε γνωστό ότι επιθυμεί μια πλήρη εξαγορά, εάν οι τοπικές αρχές συμφωνήσουν. Τον Νοέμβριο, ο Ορτσελ προσέφερε 10 δισ. ευρώ για την ιταλική Banco BPM, κάτι που με τη σειρά του πυροδότησε την ύψους 13 δισ. ευρώ προσφορά της Banca Monte dei Paschi di Siena για τη Mediobanca.

Και στις τέσσερις περιπτώσεις, οι τράπεζες-στόχοι έχουν είτε απορρίψει επίσημα τις προτάσεις ή καταστήσει σαφές ότι δεν ενδιαφέρονται, υπονοώντας ότι οι υποψήφιοι αγοραστές θα πρέπει να απευθυνθούν απευθείας στους μετόχους για να πάρουν αυτό που θέλουν.

Οπως σημειώνει το Reuters, προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτή η επιθετική προσέγγιση έχει κάνει και πάλι την εμφάνισή της στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, με δεδομένο ότι μετά τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008, είχε σχεδόν εξαφανιστεί.

Αλλωστε, η εμπειρία από τη δεκαετία του 1980 και μετά δεν είναι ευοίωνη.

Η λίστα της LSEG με τις συγχωνεύσεις και εξαγορές περιλαμβάνει 24 προσφορές για επιθετικές εξαγορές ύψους 1 δισ. δολαρίων και πάνω στον ευρωπαϊκό κλάδο. Ομως, μόλις πέντε από αυτές οδήγησαν σε συμφωνία, κάτι που σημαίνει ότι το ποσοστό της επιτυχίας είναι μόλις 21%.

Αλλά και από τις εξαγορές που τελικά προχώρησαν, πολλές αποδείχθηκαν καταστροφικές, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την ύψους 71 δισ. ευρώ εξαγορά της ολλανδικής ABN Amro από μια κοινοπραξία με επικεφαλής τη Royal Bank of Scotland, το 2007, η οποία είχε ως αποτέλεσμα αρκετά από τα μέρη του deal να χρειαστεί να διασωθούν.

Η ξαφνική επιστροφή των επιθετικών εξαγορών στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο είναι αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων, που έδωσε ώθηση στις αποδόσεις κεφαλαίου και τις αποτιμήσεις.

Μέσα στο 2024, οι υποψήφιοι αγοραστές βρέθηκαν με πλεονάζοντα κεφάλαια και ένα ισχυρό «νόμισμα» εξαγορών στα χέρια τους, για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια. Με τις αποτιμήσεις τους να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα και άρα να καθιστούν τις επαναγορές ιδίων μετοχών ασύμφορες, οι εξαγορές βρέθηκαν ψηλά στην ατζέντα των τραπεζών.

Ομως, οι ίδιες ακριβώς δυνάμεις έκαναν παραδοσιακά αδύναμες τράπεζες, όπως η Sabadell, η BPM και η Commerzbank, να θεωρούνται πιο βιώσιμοι παίκτες, ενθαρρύνοντας τα διοικητικά τους συμβούλια να απορρίψουν τις προσφορές εξαγοράς.

Πλέον, το ερώτημα είναι εάν κάποια από τα προτεινόμενα deals θα κλείσουν αλλά και εάν οι μέτοχοι των αγοραστών θα έπρεπε να επιθυμούν κάτι τέτοιο.

Ολα θα εξαρτηθούν από πολιτικούς παράγοντες, τις εγκρίσεις των εποπτικών αρχών αλλά και τα τιμήματα.

Sabadell, Commerzbank, BPM και Mediobanca αναμένεται να επιτύχουν απόδοση ιδίων ενσώματων κεφαλαίων άνω του 10% το 2026 και το 2027, κάτι που σημαίνει ότι οι επενδυτές θα έπρεπε να αποδεχθούν μόνο προσφορές που να ξεπερνούν με άνεση τη λογιστική αξία των τραπεζών.

Συνεπώς, η προσφορά της UniCredit για την BPM και της BBVA για τη Sabadell ίσως να πρέπει να αυξηθεί, ενώ το ίδιο ενδεχομένως να ισχύει και για εκείνη της MPS για τη Mediobanca, σημειώνει το Reuters.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT