Εκσυγχρονίζεται ο τρόπος φορολόγησης από εισοδήματα που πηγάζουν από Αμοιβαία Κεφάλαια Επιχειρηματικών Συμμετοχών (ΑΚΕΣ). Το ΑΚΕΣ είναι ομάδα περιουσίας που αποτελείται από κινητές αξίες, εταιρικά μερίδια και μετρητά, με αποκλειστικό σκοπό τη συμμετοχή στο κεφάλαιο άλλων επιχειρήσεων μέσω επενδύσεων σε μετοχές και ομολογίες, χωρίς να απαιτείται άδεια από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Το ΑΚΕΣ λειτουργεί με διαχειριστή που εκπροσωπεί τους μεριδιούχους και εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τη σύμβαση διαχείρισης και την προστασία των συμφερόντων τους. Το ελάχιστο ενεργητικό για τη σύστασή του είναι 3 εκατ. ευρώ, με ελάχιστη συμμετοχή 150.000 ευρώ ανά μεριδιούχο και πρώτη καταβολή 50.000 ευρώ τουλάχιστον. Το ΑΚΕΣ θεωρείται νομικά διαφανής οντότητα χωρίς νομική προσωπικότητα, με τους μεριδιούχους να ευθύνονται μόνο μέχρι την αξία της συμμετοχής τους. Ωστόσο, ο πρόσφατος νόμος 5162/2024 δίνει τη δυνατότητα σε νεοσυσταθέν ΑΚΕΣ να αντιμετωπίζεται φορολογικά ως αυτοτελής οντότητα που φορολογείται στο όνομά του, διαφοροποιώντας το από τη μέχρι τώρα νομική διαφάνειά του.
Δυνατότητα απαλλαγής από τον φόρο επί των κερδών των μεριδιούχων καθιερώθηκε με τη δυνατότητα φορολόγησης σε επίπεδο ΑΚΕΣ. Eισήχθη ένα διαζευκτικό σύστημα φορολόγησης επί των ΑΚΕΣ, επιτρέποντας την επιλογή μεταξύ δύο διαφορετικών μεθόδων. Με την πρώτη μέθοδο διατηρείται η απαλλαγή του φόρου σε επίπεδο ΑΚΕΣ και επιβάλλεται φορολόγηση στους μεριδιούχους για το κάθε μορφής εισόδημα που αποκτούν υπό την ιδιότητά τους αυτή, όπως μερίσματα ή υπεραξία από τους τίτλους που αποκτά το ΑΚΕΣ. Αντιθέτως, η νεοεισαχθείσα εναλλακτική μέθοδος προβλέπει την καταβολή φόρου σε επίπεδο ΑΚΕΣ, με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης για τους μεριδιούχους. Ο φόρος των ΑΚΕΣ θα υπολογίζεται ετησίως επί τη βάση της διαφοράς μεταξύ της αξίας των εταιρικών συμμετοχών και του κόστους απόκτησης των εν λόγω συμμετοχών, προσαυξημένου κατά τις σωρευτικές δαπάνες λειτουργίας με πολύ ευνοϊκό φορολογικό συντελεστή. Κατόπιν τούτου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση τόσο σε επίπεδο ΑΚΕΣ όσο και σε επίπεδο μεριδιούχων του. Επίσης, με τον πρόσφατο νόμο φαίνεται ότι τα μερίσματα προς τους μεριδιούχους θα απαλλάσσονται από την παρακράτηση φόρου κατά τη διανομή τους. Η δυνατότητα επιλογής του τρόπου φορολόγησης εφαρμόζεται για ΑΚΕΣ τα οποία συστήνονται από 1ης.1.2025 και εφ’ εξής, ενώ για τα υφιστάμενα ΑΚΕΣ εφαρμόζεται αποκλειστικά το υφιστάμενο φορολογικό πλαίσιο με τη φορολόγηση σε επίπεδο μεριδιούχων μόνο (Ν. 5162/2024).
Νόμιμη η επιβολή Ειδικού Φόρου Ακινήτων (ΕΦΑ) σε εταιρεία τρίτου κράτους με το οποίο δεν έχει συναφθεί σύμβαση διοικητικής συνδρομής. Με πρόσφατη απόφασή του το ΣτΕ εξέτασε το ζήτημα νομιμότητας επιβολής ΕΦΑ σε εταιρείες με μετόχους από τρίτες χώρες που δεν έχουν συνάψει σύμβαση διοικητικής συνδρομής με την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, μία ολλανδική εταιρεία υποχρεώθηκε από τη φορολογική διοίκηση να καταβάλει φόρο 15% επί της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων ιδιοκτησίας της στην Ελλάδα, καθώς μοναδική μέτοχός της ήταν λιβανέζικη εταιρεία. Η εταιρεία υποστήριξε ότι είχε προβεί στη δήλωση των φυσικών μετόχων της, λιβανέζικης ιθαγενείας, και ότι η απαίτηση ύπαρξης σύμβασης διοικητικής συνδρομής παραβιάζει την ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων. Το ΣτΕ έκρινε ότι η ύπαρξη σύμβασης διοικητικής συνδρομής είναι αναγκαία για τον έλεγχο και την επαλήθευση των στοιχείων από τις φορολογικές αρχές. Εφόσον δεν υπάρχει τέτοια σύμβαση με τον Λίβανο, οι προϋποθέσεις απαλλαγής από τον φόρο δεν πληρούνται. Η αίτηση αναίρεσης της εταιρείας απορρίφθηκε και επιβεβαιώθηκε η επιβολή του ΕΦΑ (ΣτΕ 1220/2024).
Κρίθηκε από το ΣτΕ ότι ημεδαπός που δεν έχει υποβάλει αίτημα μεταβολής της φορολογικής του κατοικίας αντιμετωπίζεται ως φορολογικός κάτοικος Ελλάδας και φορολογείται για το παγκόσμιο εισόδημά του. Ο φορολογικός έλεγχος αντιμετώπισε δικηγόρο ως φορολογικό κάτοικο Ελλάδας και καταλόγισε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης για το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013). Ο δικηγόρος προσέφυγε ισχυριζόμενος ότι είναι φορολογικός κάτοικος Αλβανίας, υποβάλλοντας και πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας από την Αλβανία. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο και στη συνέχεια το Διοικητικό Εφετείο απέρριψαν τον ισχυρισμό του φορολογουμένου, κρίνοντας ότι δεν υπέβαλε αίτημα μεταβολής φορολογικής κατοικίας στην αρμόδια ΔΟΥ όπως όφειλε σύμφωνα με τον νόμο. Το ΣτΕ επικύρωσε την κρίση του Εφετείου υπογραμμίζοντας ότι η έλλειψη δήλωσης της μεταβολής και η συνέχιση της επαγγελματικής δραστηριότητας στην Ελλάδα οδηγούν στο τεκμήριο ότι ο φορολογούμενος παραμένει κάτοικος Ελλάδας και φορολογείται για το παγκόσμιο εισόδημά του (ΣτΕ 1718/2024).
Πηγή: Grant Thornton

