Για πρώτη φορά, τα φωτοβολταϊκά συνέβαλαν περισσότερο από τον λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή της Ευρώπης το 2024, πετυχαίνοντας ένα ορόσημο για την πράσινη μετάβαση. Σύμφωνα με στοιχεία που επεξεργάστηκε η δεξαμενή σκέψης Ember, τα φωτοβολταϊκά παρήγαγαν το 11% της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε. πέρυσι, ενώ τα εργοστάσια λιγνίτη το 10%. Συνολικά, η συμβολή των ορυκτών καυσίμων συρρικνώθηκε για πέμπτο συναπτό έτος, καλύπτοντας τελικά το 16% του ενεργειακού μείγματος το 2024. «Είναι ορόσημο. Ο λιγνίτης είναι ο παλαιότερος τρόπος παραγωγής ενέργειας, αλλά και ο πιο “βρώμικος”. Τα φωτοβολταϊκά είναι το ανερχόμενο αστέρι», δήλωσε η Μπεατρίς Πέτροβιτς, μία εκ των συντακτών της έκθεσης.
Ο λιγνίτης πυροδότησε την εκβιομηχάνιση της Ευρώπης, αλλά εκλύει τους περισσότερους ρύπους σε σύγκριση με κάθε άλλη ενεργειακή πηγή. Η χρήση του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή κορυφώθηκε το 2007 και έκτοτε έχει μειωθεί κατά 50%. Στο μεταξύ, οι καθαρές πηγές ηλεκτρικής ενέργειας έχουν εκτιναχθεί: η αιολική και η ηλιακή ενέργεια συνέβαλαν πέρυσι στο 29% της παραγωγής της Ε.Ε., ενώ η υδροηλεκτρική και η πυρηνική συνέχισαν να ανακάμπτουν από τα χαμηλά του 2022.
Η έκθεση της Ember απέδωσε την άνοδο της ηλιακής ενέργειας –την ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή ενέργειας πέρυσι– στο ρεκόρ εγκατάστασης νέων πάνελ, αφού η Ευρώπη είχε λιγότερη ηλιοφάνεια σε σύγκριση με το 2023. Σημειώνεται ότι η χρήση του λιγνίτη μειώθηκε το 2024 στις 16 από τις 17 χώρες της Ευρώπης που συνεχίζουν να τον αξιοποιούν στην ηλεκτροπαραγωγή. Σύμφωνα με την έκθεση, η χρήση του λιγνίτη είναι πλέον συμπληρωματική ή πλήρως απούσα στα περισσότερα εθνικά συστήματα. Η Γερμανία και η Πολωνία, οι δύο χώρες που καίνε περισσότερο λιγνίτη στην Ευρώπη, ήταν ανάμεσα σε αυτές που μεταπήδησαν περισσότερο σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας. Το μερίδιο του λιγνίτη στο ηλεκτρικό δίκτυο της Γερμανίας μειώθηκε κατά 17% σε ετήσια βάση, ενώ της Πολωνίας κατά 8%.
Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια συνέβαλαν πέρυσι στο 29% της παραγωγής της Ε.Ε., ενώ η υδροηλεκτρική και η πυρηνική συνέχισαν να ανακάμπτουν.
Το φυσικό αέριο επίσης συνέχισε να καταγράφει μια «δομική συρρίκνωση», υποχωρώντας στις 14 από τις 26 χώρες που το αξιοποιούν για την ηλεκτροπαραγωγή.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία αυτά καταγράφηκαν παρά την ήπια αύξηση της ενεργειακής ζήτησης το 2024, έπειτα από δύο χρόνια βύθισης λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. «Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια αυξάνονται σε όλες τις μεγάλες οικονομίες, αλλά ο λιγνίτης συνεχίζει να αυξάνεται στην Κίνα και το φυσικό αέριο έχει αυξηθεί στις ΗΠΑ», τόνισε ο Γκρέγκορι Nίμετ, ενεργειακός ερευνητής στο University of Wisconsin – Madison. «Η Ευρώπη εκμεταλλεύεται τις καλές τιμές, την ασφάλεια και τα οφέλη του καθαρού αέρα που προσφέρουν οι ΑΠΕ», συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με την έκθεση της Ember, η Ε.Ε. βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου 400 GW εγκατεστημένης ηλιακής ενέργειας το 2025, ενώ ο στόχος για 750 GW έως το τέλος της δεκαετίας είναι σε απόσταση βολής.

