Ανησυχίες Πούτιν για τη ρωσική οικονομία

Εκρηκτικό κοκτέιλ υψηλού πληθωρισμού, ράλι επιτοκίων και νέων απειλών Τραμπ

3' 54" χρόνος ανάγνωσης

Η έλευση του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία, σε συνδυασμό με τα σύννεφα που πυκνώνουν απειλητικά πάνω από τη ρωσική οικονομία, αναπτερώνει τις ελπίδες για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα του Reuters, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις στρεβλώσεις στην οικονομία της Ρωσίας εν καιρώ πολέμου, την ώρα που ο νέος Αμερικανός πρόεδρος πιέζει από την πρώτη κιόλας εβδομάδα της θητείας του για τον τερματισμό της σύγκρουσης στην Ουκρανία.

Η οικονομία της Ρωσίας, στηριζόμενη στις εξαγωγές πετρελαίου, φυσικού αερίου και ορυκτών, αναπτύχθηκε δυναμικά την τελευταία διετία, παρά τους πολλαπλούς γύρους δυτικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Μόσχα μετά την εισβολή της στην Ουκρανία το 2022. Η οικονομία της Ρωσίας ωστόσο συρρικνώθηκε τους τελευταίους μήνες από τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού και τα υψηλά επιτόκια για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, ο οποίος εκτοξεύθηκε από τις στρατιωτικές δαπάνες-ρεκόρ. Ολα αυτά έχουν οδηγήσει μία μερίδα της ρωσικής ελίτ να επιθυμεί πλέον τις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου, σύμφωνα με πηγές του Κρεμλίνου που μίλησαν στο Reuters. Ο Τραμπ, ο οποίος έχει δεσμευτεί να επιλύσει γρήγορα τη μεγαλύτερη σύρραξη στην Ευρώπη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα ότι είναι πιθανές περισσότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, εκτός εάν ο Πούτιν διαπραγματευτεί, προσθέτοντας ότι η Ρωσία κινδυνεύει να αντιμετωπίσει «μεγάλο πρόβλημα» στην οικονομία της. «Η Ρωσία, φυσικά και ενδιαφέρεται για ένα διπλωματικό τέλος της σύγκρουσης», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Ολεγκ Βιούγκιν, πρώην αντιπρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας, αναφέροντας τον κίνδυνο αυξανόμενων οικονομικών προβλημάτων την ώρα που η χώρα συνεχίζει να δίνει έμφαση στον στρατό και στις αμυντικές δαπάνες.

Ο Πούτιν φέρεται έτοιμος να συζητήσει κατάπαυση του πυρός με τον Τραμπ, αλλά με την προϋπόθεση να γίνουν αποδεκτά τα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας και η Ουκρανία να εγκαταλείψει τις βλέψεις της να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ από την πλευρά του αναγνώρισε «προβληματικούς παράγοντες» στην οικονομία, διευκρίνισε ωστόσο ότι αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς και μπορεί ακόμη να καλύψει «όλες τις στρατιωτικές απαιτήσεις», καθώς και όλες τις κοινωνικές ανάγκες.

Μία μερίδα της ρωσικής ελίτ επιθυμεί πλέον τις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.

Η οικονομία ύψους 2,2 τρισ. δολαρίων της Ρωσίας έδειξε αξιοσημείωτη αντοχή κατά τη διάρκεια του πολέμου και ο Πούτιν επαίνεσε κορυφαίους οικονομικούς αξιωματούχους και επιχειρήσεις για την παράκαμψη των αυστηρών κυρώσεων της Δύσης. Μετά τη συρρίκνωση το 2022, το ΑΕΠ της Ρωσίας αυξήθηκε ταχύτερα από την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ το 2023 και το 2024, φέτος ωστόσο η κεντρική τράπεζα και το ΔΝΤ προβλέπουν ανάπτυξη κάτω του 1,5%. Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί σε διψήφιο ποσοστό, παρά το γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα αύξησε το επιτόκιο αναφοράς στο 21% τον Οκτώβριο. «Υπάρχουν ορισμένα ζητήματα εδώ, δηλαδή ο πληθωρισμός, μια ορισμένη υπερθέρμανση της οικονομίας», παραδέχθηκε ο Πούτιν στην ετήσια συνέντευξη Τύπου στις 19 Δεκεμβρίου. «Η κυβέρνηση και η κεντρική τράπεζα έχουν καθήκον να μειώσουν τον ρυθμό [του πληθωρισμού]».

Καθώς ο πόλεμος πλησιάζει στον τέταρτο χρόνο του, η ρωσική οικονομία αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις, με τους βασικούς υπεύθυνους χάραξης οικονομικής πολιτικής να διαφωνούν ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης. Οι οικονομολόγοι πάντως περιγράφουν τις προοπτικές για το 2025 ως μια «ιδανική καταιγίδα» με πολλαπλούς αρνητικούς παράγοντες ταυτόχρονα. Οι βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ρωσική οικονομία, σύμφωνα με το Reuters, είναι πέντε.

Ο ετήσιος πληθωρισμός της Ρωσίας έφτασε στο 9,5% το 2024, λόγω των υψηλών στρατιωτικών δαπανών, οι οποίες θα αντιπροσωπεύουν το 41% των συνολικών δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού το 2025. Ο πληθωρισμός βρίσκεται στην κορυφή της λίστας των οικονομικών δεινών στις δημοσκοπήσεις, με τις τιμές βασικών τροφίμων, όπως το βούτυρο, τα αυγά και τα λαχανικά, να καταγράφουν πέρυσι διψήφια αύξηση. Παράλληλα, επηρεάζει τα εισοδήματα των πιο ευάλωτων ομάδων, με τις πραγματικές συντάξεις να μειώνονται κατά 0,7% από τον Ιανουάριο έως τον Νοέμβριο του 2024. H δεύτερη πρόκληση της ρωσικής οικονομίας είναι τα υψηλά επιτόκια. Η ρωσική κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια στο 21% τον Οκτώβριο, στο υψηλότερο επίπεδο από τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης Πούτιν, όταν η Ρωσία αντιμετώπιζε χάος μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι τα υψηλά ποσοστά βλάπτουν τους μη στρατιωτικούς τομείς της οικονομίας, ενώ ο βαριά επιδοτούμενος αμυντικός τομέας παραμένει άτρωτος. Επιφανείς επιχειρηματικοί ηγέτες λένε ότι με το τρέχον κόστος κεφαλαίου να είναι περίπου 30% και τα περιθώρια κερδοφορίας να μην υπερβαίνουν το 20% στους περισσότερους τομείς, οι επενδύσεις έχουν σταματήσει. Τα υψηλά ποσοστά αυξάνουν τους κινδύνους εταιρικών χρεοκοπιών, ειδικά σε ευάλωτους τομείς όπως η ακίνητη περιουσία. Η οικονομική επιβράδυνση, το δημοσιονομικό έλλειμμα που έφτασε στο 1,7% του ΑΕΠ το 2024, αλλά και η αστάθεια του νομίσματος, με το ρούβλι να κατρακυλάει σε ιστορικά χαμηλά, συμπληρώνουν τη λίστα με τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η ρωσική οικονομία.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT