Το πράσινο φως για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης στο σύνολο της οικονομίας από την 1η Ιουλίου 2025 έλαβε η ελληνική κυβέρνηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Με βάση την απόφαση της Ε.Ε. το οικονομικό επιτελείο θα προχωρήσει στη νομοθέτηση του νέου συστήματος το οποίο δεν αποκλείεται να εφαρμοσθεί σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση θα ενταχθούν οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις και στη δεύτερη θα ενταχθούν οι μικρότερες. Επίσης, εξετάζεται στην πρώτη φάση να ενταχθούν συγκεκριμένοι κλάδοι και στα μέσα του έτους να ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι. Το μοντέλο που θα ακολουθηθεί, θα το εισηγηθεί η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και θα ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις.
Σημειώνεται ότι η Κομισιόν ενέκρινε την ηλεκτρονική τιμολόγηση για ένα χρόνο και συγκεκριμένα έως τον Ιούλιο του 2026. Ωστόσο, η Ελλάδα μπορεί να ζητήσει την επέκταση του μέτρου χωρίς να χρειάζεται να υποβάλει νέα έκθεση.
Η ηλεκτρονική τιμολόγηση είναι η ανταλλαγή ψηφιακών παραστατικών μεταξύ δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε μια εμπορική συναλλαγή (επιχείρηση, Δημόσιο, φυσικό πρόσωπο). Τα παραστατικά αυτά δεν είναι μόνο τιμολόγια, αλλά μπορεί να περιλαμβάνουν και άλλα «έγγραφα» όπως εντολές αγοράς, χρεωστικά/πιστωτικά σημειώματα, εμβάσματα, όρους πληρωμής κ.λπ.
Για την ηλεκτρονική τιμολόγηση οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επιλέξουν τον πάροχο που επιθυμούν και ήδη 16 έχουν πιστοποιηθεί από την ΑΑΔΕ. Με τη νέα διαδικασία, όπως σημειώνουν στελέχη της φορολογικής διοίκησης, θα ελαχιστοποιηθούν οι απάτες στον ΦΠΑ και τα εικονικά στοιχεία. Σημειώνεται ότι πολλές επιχειρήσεις στην Ελλάδα εφαρμόζουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση, κερδίζοντας παράλληλα από τα κίνητρα που έχουν θεσμοθετηθεί και είναι σε ισχύ μέχρι το τέλος του έτους. Συγκεκριμένα, έχουν ταχύτερες επιστροφές φόρων, παραγραφή φορολογικών υποθέσεων στα τρία χρόνια και υπεραποσβέσεις για τεχνολογικό εξοπλισμό. Τα κίνητρα αφορούν όλες τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που εκδίδουν αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο τα τιμολόγιά τους τα οποία διαβιβάζονται στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA.
Με τη νέα διαδικασία, όπως σημειώνουν στελέχη της φορολογικής διοίκησης, θα ελαχιστοποιηθούν οι απάτες στον ΦΠΑ και τα εικονικά στοιχεία.
Σημειώνεται ότι η Ελλάδα υπέβαλε αίτηση παρέκκλισης τον Ιούλιο του 2024, προκειμένου να της επιτραπεί να εφαρμόσει την υποχρέωση έκδοσης ηλεκτρονικών τιμολογίων, η οποία κοινοποιήθηκε σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Οπως τονίζεται στη σχετική απόφαση, οι επιχειρήσεις που υποχρεούνται να τηρούν λογιστικά αρχεία, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, οφείλουν να διαβιβάζουν δεδομένα συναλλαγών εσόδων και εξόδων στην πλατφόρμα MyData.
Επί του παρόντος, υπάρχουν διάφοροι δίαυλοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διαβίβαση των δεδομένων στην πλατφόρμα. Μετά την εφαρμογή της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης στην Ελλάδα, τα ηλεκτρονικά τιμολόγια θα αποτελέσουν τον κύριο δίαυλο για τη διαβίβαση αυτή, με τα στοιχεία τους να τροφοδοτούν άμεσα την πλατφόρμα myDATA. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες θα φθάνουν σε πραγματικό χρόνο και με υψηλό επίπεδο ποιότητας, καθιστώντας ευκολότερο και ταχύτερο για τη φορολογική διοίκηση τον εντοπισμό περιπτώσεων απάτης στον τομέα του ΦΠΑ.
Επιπλέον, οι πληροφορίες που θα λαμβάνονται θα χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση προσυμπληρωμένων δηλώσεων ΦΠΑ, βοηθώντας τις επιχειρήσεις να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τον ΦΠΑ.
Στο κείμενο που απέστειλε η ελληνική κυβέρνηση στις Βρυξέλλες αναφέρεται ότι η θέσπιση υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης θα συμβάλει στην περαιτέρω μείωση του κενού ΦΠΑ, καθώς μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μέσο για την καταπολέμηση της κυκλικής ή αλυσιδωτής απάτης, επιτρέποντας στις φορολογικές αρχές να εντοπίζουν τα εμπλεκόμενα μέρη εντός συντομότερου χρονικού διαστήματος. Επίσης, η εφαρμογή της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης θα είναι επωφελής για τους υποκείμενους στον φόρο, παρέχοντάς τους προσυμπληρωμένες δηλώσεις ΦΠΑ και επιτρέποντας την έγκαιρη διεκπεραίωση των αιτήσεων επιστροφής φόρου.
Οπως ανέφερε η ελληνική κυβέρνηση στις Βρυξέλλες, το αρχικό κόστος εγγραφής σε πάροχο υπηρεσιών ηλεκτρονικής τιμολόγησης ή αναβάθμισης των υφιστάμενων προγραμμάτων διαχείρισης (εμπορικού/λογιστικού, ERP) που χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις, αναμένεται να αντισταθμιστεί από τη μείωση του λογιστικού κόστους (κόστος έκδοσης, αποστολής και τήρησης τιμολογίων), αλλά και από τη γενική βελτίωση των ψηφιακών υπηρεσιών που αναμένεται να διευκολύνει την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των επιχειρήσεων. Η Ελλάδα παρέχει φορολογικά κίνητρα στους υποκείμενους στον φόρο που μεταβαίνουν στην ηλεκτρονική τιμολόγηση έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Κατά συνέπεια, οι οικονομικές οντότητες θα εκπληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις αμέσως και με χαμηλότερο κόστος.

