Tο 2024 ήταν μια ταραγμένη χρονιά για τη χρηματοδότηση της βιωσιμότητας του πλανήτη και αυτό θα συνεχιστεί και φέτος, διότι η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου των ΗΠΑ προαναγγέλλει περισσότερες περιφερειακές αποκλίσεις σε όλα, από τις ροές κεφαλαίων έως τις νομικές υποθέσεις και τους ρυθμιστικούς κανονισμούς της αγοράς. Παρά τις θερμοκρασίες-ρεκόρ και τα πιο ακραία καιρικά φαινόμενα σε ολόκληρο τον πλανήτη πέρυσι, η ανταπόκριση από τις κυβερνήσεις εξακολουθεί να παραμένει πολύ αργή για να επιτευχθεί ο σχεδόν 10ετής παγκόσμιος στόχος για περιορισμό της υπερθέρμανσης. Αν και οι ρυθμιστικές αρχές παντού θεσπίζουν σκληρότερους κανόνες, που διέπουν τα χρηματοπιστωτικά και τις εταιρείες στην πραγματική οικονομία, αποσκοπώντας να μειώσουν γρηγορότερα τις εκπομπές ρύπων, ο ρυθμός της αλλαγής είναι ανομοιόμορφος. Οι ΗΠΑ, συγκεκριμένα, ήδη υστερούν έναντι της Ευρώπης. Μία πολιτική αναδίπλωση ως προς τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές προδιαγραφές, καθώς κι εκείνες της εταιρικής διακυβέρνησης υπό τον Τραμπ σημαίνει ότι το χάσμα θα μπορούσε να διευρυνθεί περαιτέρω, ακόμη κι αν, σε πολλές περιπτώσεις, τα οικονομικά, οι δεσμεύσεις των εταιρειών για βραχυπρόθεσμη μείωση των εκπομπών και το αυξανόμενο κόστος των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής διατηρούν τη γενικότερη κατεύθυνση αμετάβλητη.
«Προβλέπουμε ότι το 2025 θα παραμείνουν ανθεκτικές οι βιώσιμες επενδύσεις παγκοσμίως, αν και είναι πιθανό να εξακολουθήσουν να υφίστανται βασικές διαφορές μεταξύ της προσέγγισης των ΗΠΑ και της Ευρώπης», δήλωσε ο Τομ Γουίλμαν, υπεύθυνος ρυθμιστικής συμμόρφωσης στην εταιρεία τεχνολογιών βιωσιμότητας Clarity AI. «Στις Ηνωμένες Πολιτείες ίσως δούμε μία συντηρητικότερη προσέγγιση, αναμένοντας από τους επενδυτές να δώσουν προτεραιότητα στις μακροπρόθεσμες αποδόσεις για να αποφύγουν πιθανούς πολιτικούς κινδύνους ή βλάβη στη φήμη τους». Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας δεδομένων Workiva, που διεξήχθη τον Δεκέμβριο μεταξύ 1.600 στελεχών, λίγο πάνω από το 50% από αυτά στις ΗΠΑ αναμένουν φέτος νέους ή διευρυμένους κανονισμούς βιωσιμότητας, ενώ στη Βρετανία αυτό το ποσοστό είναι 60% και 80% στη Σιγκαπούρη. Οι πολιτικές εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη παρακινήσει ορισμένες αμερικανικές εταιρείες να περιορίσουν τις προσπάθειές τους για το κλίμα και την κοινωνική ποικιλομορφία για να αποφύγουν τη μομφή. Μία από τις τελευταίες ενδείξεις της τάσης αυτής είναι ότι οι μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ αποχώρησαν πρόσφατα από έναν διεθνή κλαδικό συνασπισμό με στόχο τη μείωση των ρύπων.
Οι περιφερειακές διαφορές σε επίπεδο επενδύσεων με άξονα τη βιωσιμότητα ήταν εμφανείς κατά το δωδεκάμηνο Οκτωβρίου 2023 – Σεπτεμβρίου 2024, οπότε στις ΗΠΑ οι πελάτες απέσυραν συνολικά 15,9 δισ. δολάρια, ενώ στην Ευρώπη προστέθηκαν την ίδια περίοδο 37,3 δισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία της Morningstar. Ο αριθμός των νέων επενδυτικών κεφαλαίων με γνώμονα τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές προδιαγραφές και την εταιρική διακυβέρνηση, που δρομολογήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, μειώθηκε σε μόλις 7 έναντι των 189 στην Ευρώπη. Γενικά μιλώντας, σε όλο τον κόσμο περισσότερα βιώσιμα κεφάλαια έκλεισαν από ό,τι εκδόθηκαν για πρώτη φορά κυρίως λόγω των αντιδράσεων στις ΗΠΑ, καθώς και των ολοένα και αυστηρότερων κανόνων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι εν λόγω κανόνες στόχο έχουν να υποχρεώσουν τα επενδυτικά κεφάλαια βιωσιμότητας να αποδείξουν τα διαπιστευτήριά τους και την ενοποίηση της αγοράς. Τέλος, όπως αναφέρει ο Ορτένσε Μπιόι, διευθυντής των ερευνών βιώσιμων επενδύσεων της Morningstar Sustainalytics, «η ζήτηση για βιώσιμα κεφάλαια υστερούσε στην ευρύτερη αγορά εν μέρει λόγω των μεικτών αποδόσεών τους, των ανησυχιών σχετικά με το εάν ορισμένα κεφάλαια ήταν τόσο πράσινα όσο διατείνονταν, της αβεβαιότητας για το ρυθμιστικό πλαίσιο και της αντίδρασης στις προδιαγραφές περιβάλλοντος, κοινωνικής δράσης και εταιρικής διακυβέρνησης».

