Μπορεί το θέμα των προμηθειών και των επιτοκίων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα να βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο, αλλά δεν είναι κάτι νέο. Ανατρέχοντας στις εξελίξεις του εγχώριου τραπεζικού συστήματος πριν από είκοσι ακριβώς χρόνια, διαπιστώνουμε ότι και τότε αποτελούσε βασικό σημείο στρατηγικής.
Εκείνη την περίοδο η λιανική τραπεζική έθετε τις νέες βάσεις που θα την οδηγούσαν στη σημερινή της μορφή. Διοικητικά στελέχη τραπεζών σε δημόσιες παρεμβάσεις έδιναν έμφαση στη στρατηγική που στόχευε στην εξατομίκευση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος στην τιμολόγηση των προϊόντων, ειδικά των δανείων και των πιστωτικών καρτών, ακόμη και για τους ιδιώτες πελάτες. Οπως ανέφεραν τραπεζικά στελέχη, ο στόχος ήταν ο πελάτης να μπορεί να απολαμβάνει διαφορετικό επιτόκιο για το ίδιο δάνειο, βάσει κριτηρίων όπως η συνολική του σχέση με την τράπεζα.
Τότε οι τράπεζες ανακοίνωναν ότι θα δώσουν ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στην προσέγγιση πελατών ανά κατηγορίες, ανάλογα με το επάγγελμα, το εισόδημα και άλλα χαρακτηριστικά. Ξεκίνησαν να δημιουργούν εξειδικευμένα πακέτα προϊόντων για επαγγελματικές ομάδες, όπως δικηγόροι, φαρμακοποιοί και έμποροι.
Στα τέλη του 2004 και στις αρχές του 2005 άρχισε να αναδεικνύεται με έντονο τρόπο ένας νέος ρόλος που φιλοδοξούσαν να αποκτήσουν οι τράπεζες: αυτός του συμβούλου τόσο για τις επιχειρήσεις, και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες που στη χώρα μας διαχρονικά αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας, όσο και για τα απλά νοικοκυριά. Για πρώτη φορά οι τράπεζες στελέχωναν ολοένα και περισσότερο τα καταστήματά τους με επιχειρηματικούς και επαγγελματικούς συμβούλους, οι οποίοι μάλιστα στον τομέα του επιχειρείν επισκέπτονταν επιχειρήσεις για να συνδράμουν στη διευθέτηση ζητημάτων που ανέκυπταν κατά την παραγωγική διαδικασία.
Στον τομέα της στεγαστικής πίστης οι τράπεζες προχώρησαν σε μια σημαντική καινοτομία: συνέδεσαν την ακίνητη περιουσία με την καταναλωτική πίστη. Οι πελάτες μπορούσαν να προσφέρουν εξασφαλίσεις βασισμένες στην ακίνητη περιουσία τους για τη λήψη προσωπικών δανείων. Οι εξασφαλίσεις αυτές παρείχαν τη δυνατότητα χαμηλότερων επιτοκίων, ενώ ταυτόχρονα προσδοκούσαν ότι θα μείωναν τον κίνδυνο επισφαλειών για τις τράπεζες.
Την ίδια περίοδο ξεκίνησε σταδιακά και ο εκσυγχρονισμός του δικτύου ΑΤΜ που αποτελούσε το βασικό εναλλακτικό δίκτυο εκτός του παραδοσιακού τραπεζικού γκισέ. Οι τράπεζες στόχευαν στη διεύρυνση των υπηρεσιών και προϊόντων που παρέχονταν μέσω των ΑΤΜ. Η εξέλιξη αυτή έγινε εφικτή με τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό του πλαστικού χρήματος. Οι υπάρχουσες χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες αντικαθιστούσαν σταδιακά τις παραδοσιακές κάρτες με μαγνητική ταινία, παρέχοντας αυξημένη ασφάλεια και νέες λειτουργίες, χωρίς τότε να μπορεί κανείς να προβλέψει το μέγεθος της ανάπτυξης που θα ακολουθήσει, η οποία οδήγησε στη διείσδυσή τους στο σύνολο του γενικού πληθυσμού.
Στη διάρκεια της εικοσαετίας που μεσολάβησε οι τράπεζες βρέθηκαν μπροστά σε δύο πρωτοφανή γεγονότα: τη δεκαετή οικονομική κρίση της χώρας και την παγκόσμια υγειονομική πανδημία που σάρωσε τον πλανήτη. Οπως επισημαίνουν από την πλευρά τους όμως τραπεζικά στελέχη σε δημόσιες παρεμβάσεις τους, με μεγάλο κόστος, με τη συμβολή της πολιτείας και των εποπτικών αρχών και των δικών τους προσπαθειών, σήμερα είναι πιο έτοιμες και διαδραματίζουν τον διπλό τους ρόλο: χρηματοδοτούν την οικονομία και συμβουλεύουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της σύγχρονης οικονομίας.

