Δυσβάστακτο το κόστος στέγης για το 30% των ελληνικών νοικοκυριών

Δυσβάστακτο το κόστος στέγης για το 30% των ελληνικών νοικοκυριών

Δαπανούν πάνω από το 40% του εισοδήματος σε στεγαστικες δαπάνες

3' 3" χρόνος ανάγνωσης

Το ένα τρίτο των νοικοκυριών δαπανά πάνω από το 40% του εισοδήματός του σε στεγαστικές δαπάνες, ποσοστό το οποίο εκτοξεύεται στο 85% όταν οι δαπάνες αφορούν τους πιο φτωχούς Ελληνες. Πληθωρισμός και υψηλό κόστος στέγασης δεν μπορούν να καλυφθούν από τις αυξήσεις των μισθών, με αποτέλεσμα οι Ελληνες εργαζόμενοι να κατατάσσονται στην τελευταία θέση της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσον αφορά την αγοραστική δύναμη των αποδοχών τους.

Τα στοιχεία από την Ενδιάμεση Εκθεση για την Οικονομία που διενήργησε για λογαριασμό της ΓΣΕΕ το Ινστιτούτο Εργασίας της Συνομοσπονδίας (ΙΝΕ ΓΣΕΕ) είναι αποκαλυπτικά καθώς δείχνουν ότι στην κρίση αξιοπρεπούς διαβίωσης το υψηλό κόστος στέγασης διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Είναι ενδεικτικό πως, σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2023 στη χώρα μας το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιούσε σε νοικοκυριά στα οποία το στεγαστικό κόστος ήταν μεγαλύτερο του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους ανερχόταν στο 28,5%. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. Για τα άτομα που ανήκαν στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα το ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης του κόστους στέγασης ανερχόταν στο 85,3% (έναντι 29,9% στην Ε.Ε.). Το κόστος στέγασης για τους ενοικιαστές καταγράφεται στο 40,5% (τέταρτο υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε.), ενώ για τα άτομα σε ιδιόκτητη κατοικία, χωρίς δάνειο ή υποθήκη σε εκκρεμότητα, φθάνει στο 23,7% (το υψηλότερο μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε.).

Οκτώ από τις δεκατρείς περιφέρειες της χώρας κατέγραψαν το 2023 υψηλότερα ποσοστά υπερβολικής επιβάρυνσης του στεγαστικού κόστους έναντι του 2021. Το υψηλότερο ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης εμφάνισαν το 2023 οι περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας (34,8%), Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (32,7%) και Πελοποννήσου (31,8%). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά επιβάρυνσης κατέγραψαν οι περιφέρειες Κρήτης (20,2%) και Ιονίων Νήσων (23,1%), ακολουθούμενες από τις περιφέρειες Θεσσαλίας (23,9%), Νοτίου Αιγαίου (25%), Ηπείρου (25,6%) και Δυτικής Μακεδονίας (25,7%).

Κοντά στον μέσο όρο της χώρας (28,5%) κυμάνθηκαν, τέλος, τα αντίστοιχα ποσοστά στην Αττική (27,9%) και στις περιφέρειες Στερεάς Ελλάδας και Βορείου Αιγαίου (27,7%).

Επιβαρυντική είναι παράλληλα η επίπτωση του πληθωρισμού στο επίπεδο ευημερίας των πολιτών, ενώ την εικόνα συμπληρώνουν και οι ιδιαίτερα χαμηλές αποδοχών των μισθωτών. Οπως επισημαίνεται στην έκθεση, το ύψος του μέσου ετήσιου προσαρμοσμένου μισθού πλήρους απασχόλησης για το 2023 ήταν 17.013 ευρώ, επίδοση που αποτελεί την τρίτη χαμηλότερη μεταξύ των 26 υπό εξέταση κρατών-μελών της Ε.Ε. Το 2009 η χώρα μας κατείχε τη 13η θέση στη σχετική κατάταξη. Αλλά και σε όρους αγοραστικής δύναμης (PPS) το αντίστοιχο μέγεθος ανήλθε στην Ελλάδα σε 21.004, το χαμηλότερο μεταξύ των υπό εξέταση κρατών-μελών της Ε.Ε.

Μάλιστα, στο σύνολο των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας ο μέσος πραγματικός μισθός ανά ώρα απασχόλησης στη χώρα μας μειώθηκε το διάστημα γ΄ τρίμηνο 2021 – γ΄ τρίμηνο 2024 κατά 1,1%. Τη μεγαλύτερη απώλεια πραγματικού εισοδήματος ανά ώρα εργασίας επωμίσθηκαν οι μισθωτοί των κλάδων «Κατασκευές» (-9%), «Τέχνες, διασκέδαση, ψυχαγωγία, άλλες δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών κ.λπ.» (-5,9%), «Δημόσια διοίκηση και άμυνα, εκπαίδευση και δραστηριότητες σχετικές με τη δημόσια υγεία».

Στη μελέτη επισημαίνεται επίσης πως και η κατάσταση στην αγορά εργασίας παραμένει εύθραυστη, με τους επιστημονικούς συνεργάτες της Συνομοσπονδίας να υπογραμμίζουν πως η ελληνική οικονομία καταγράφει ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις και όσον αφορά το ποσοστό των εργαζομένων που απασχολούνται σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας στο σύνολο της απασχόλησης (3,4%), το οποίο είναι το δεύτερο χαμηλότερο στο σύνολο των κρατών-μελών της Ε.Ε. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του υπευθύνου επικοινωνίας της ΓΣΕΕ Γιώργου Χριστόπουλου, σχολιάζοντας τα στοιχεία για την προτελευταία θέση στην Ευρώπη όσον αφορά το ποσοστό εργαζομένων σε επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας, ότι «την ώρα που καταγράφονται επενδύσεις υψηλές στις κατασκευές και σε μηχανολογικό εξοπλισμό, οι επενδύσεις σε προϊόντα διανοητικής ιδιοκτησίας, οι οποίες αποτελούν κρίσιμο μέγεθος για την ποιοτική αναβάθμιση του εγχώριου παραγωγικού ιστού, αποτελούν μόλις το 2,4% του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα να έχουμε μια αναιμική ανάπτυξη χωρίς ποιότητα και προοπτική για το αύριο της χώρας».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT