Μη αποδεκτές χαρακτήρισε ο υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος τις αυξήσεις κατά 14% στα ισόβια προγράμματα υγείας, καλώντας τις ασφαλιστικές εταιρείες να τις «πάρουν πίσω».
Ταυτόχρονα, απαντώντας στη Βουλή και σε ερώτηση της βουλευτού Βόρειου Τομέα του ΠΑΣΟΚ Μιλένας Αποστολάκη, ανακοίνωσε ότι θα αναθέσει στην ΕΛΣΤΑΤ να φτιάξει έναν νέο δείκτη υγείας, θέτοντας θέμα «επαναξιολόγησης» του δείκτη που καταρτίζει σήμερα ο ΙΟΒΕ για τα ισόβια προγράμματα υγείας, βάσει του οποίου οι ασφαλιστικές εταιρείες καθορίζουν την τιμολογιακή πολιτική τους.
Ο σχετικός δείκτης θεσμοθετήθηκε το 2020 με νόμο του υπουργού Υγείας Αδώνιδος Γεωργιάδη και επικυρώθηκε με προεδρικό διάταγμα το 2022 και, όπως δήλωσε η κ. Αποστολάκη, «η κυβέρνηση έρχεται καθυστερημένα να καταργήσει τον δείκτη που η ίδια κατέστησε νόμο του κράτους, αίροντας την προστασία των καταναλωτών που προσέφερε το προηγούμενο πλαίσιο».
Τι εξετάζεται για τον νέο δείκτη
Ο νέος δείκτης, σύμφωνα με τον υπουργό Ανάπτυξης Τάκη Θεοδωρικάκο, θα τεθεί σε ισχύ το 2026 και όπως προανήγγειλε θα περιλαμβάνει όλα τα δεδομένα, εννοώντας ότι δεν θα περιοριστεί στα ισόβια προγράμματα υγείας, αλλά θα συμπεριλάβει το κόστος όλων των συμβολαίων υγείας, δηλαδή και των ετησίως ανανεούμενων.
Στην κατάρτιση του νέου δείκτη θα συνεισφέρει και η ΤτΕ, που έχει και την εποπτεία των ασφαλιστικών εταιρειών και έχει επισημάνει διά στόματος του διοικητή της το θέμα της ολιγοπωλιακής διάρθρωσης των παρόχων υγείας, ενώ το θέμα είναι ανοιχτό, όπως δήλωσε ο υπουργός Ανάπτυξης και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Νομοθετική παρέμβαση
Ο κ. Θεοδωρικάκος προανήγγειλε ότι θα υπάρξει νομοθετική παρέμβαση «με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού, τη διαφάνεια των τιμολογήσεων και των διαδικασιών και την προστασία των καταναλωτών», καθώς «δεν είναι αποδεκτό κάποιος να κλείνει μια συμφωνία και όταν μεγαλώσει να πληρώνει απίστευτες αυξήσεις».
Να σημειωθεί ότι στο τραπέζι των συζητήσεων είναι και η πρόταση να υπάρξει σαφής αναφορά στα συμβόλαια και των προμηθειών που πληρώνουν οι ασφαλιστικές εταιρείες στους ασφαλιστές.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, η προμήθεια στα ετησίως ανανεούμενα προγράμματα είναι 28% (στα ισόβια, τα οποία άλλωστε δεν πωλούνται πλέον, είναι μικρότερη κάθε χρόνο) και επιβαρύνουν σημαντικά το κόστος των ασφαλιστηρίων συμβολαίων υγείας.
Με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στη Βουλή, τα ισόβια συμβόλαια είναι σήμερα 255.000, από 711.000 το 2011 και 378.000 το 2019, καθώς τα χρόνια της κρίσης αρκετοί ασφαλισμένοι ακύρωσαν τα προγράμματά τους αφού δεν μπορούσαν να πληρώνουν τα ασφάλιστρα μετά και τις περικοπές των μισθών.
Ο νέος δείκτης θα περιλαμβάνει όλα τα δεδομένα, όχι μόνο των ισόβιων προγραμμάτων υγείας αλλά και των ετησίως ανανεούμενων.
Η Εθνική Ασφαλιστική
Ως μέτρο άμεσης παρέμβασης, πάντως, είναι η υπαναχώρηση από τις αυξήσεις που έχουν ανακοινωθεί για το 2025.
Το θέμα αφορά την Εθνική Ασφαλιστική, η οποία μετά και τις χθεσινές ανακοινώσεις του υπουργού Ανάπτυξης θα πρέπει να συμφωνήσει να πάρει πίσω την αύξηση που ανακοίνωσε για το 2025 στο συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο των ισόβιων προγραμμάτων.
Η σχετική εγκύκλιος έχει κοινοποιηθεί στο δίκτυο της εταιρείας και οι επιστολές με τις νέες αυξήσεις έχουν φτάσει ήδη στα χέρια των ασφαλισμένων, που θα πρέπει να πληρώσουν τα ασφάλιστρα είτε έως το τέλος Ιανουαρίου είτε έως τον Μάρτιο, ανάλογα με το αν το συμβόλαιο προβλέπει μηνιαία καταβολή ή ανά τρίμηνο.
Να σημειωθεί ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν έχουν οριζόντια ημερομηνία για τις αυξήσεις. Ετσι, μεγάλες εταιρείες του κλάδου, όπως η NN, η Generali και η Eurolife, ανακοινώνουν τις αυξήσεις που θα κάνουν για τα διάφορα νοσοκομειακά προγράμματα το καλοκαίρι και τίθενται σε ισχύ είτε άμεσα είτε τον Σεπτέμβριο.
Μετά την κυβερνητική παρέμβαση, όλες οι εταιρείες θα πρέπει να αναθεωρήσουν την τιμολογιακή πολιτική τους ειδικά για τα ισόβια προγράμματα, προκειμένου να ευθυγραμμιστούν με τις κυβερνητικές κατευθύνσεις.
Η κ. Αποστολάκη χαρακτήρισε πάντως την κυβερνητική παρέμβαση καθυστερημένη, καθώς, όπως είπε, «οι ασφαλισμένοι παρέμειναν απροστάτευτοι την περίοδο από το 2020 έως το 2024 με την ευγενική χορηγία του νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση».
Σε εκκρεμότητα η έρευνα στον κλάδο από το 2021
Της Δήμητρας Μανιφάβα
Μέχρι το Πάσχα εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί η τελική έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο πλαίσιο της κλαδικής έρευνας που διενεργεί από το 2021 στον κλάδο παροχής ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας και συναφών υπηρεσιών ασφάλισης. Υπενθυμίζεται ότι από το 2023 είχε ολοκληρωθεί η ενδιάμεση έκθεση, με την τελική έκθεση να παραμένει σε εκκρεμότητα.
Χθες από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Ανάπτυξης κάλεσε την Επιτροπή Ανταγωνισμού (Ε.Α.) να ολοκληρώσει την έρευνα αυτή, έρευνα η οποία, σημειωτέον, δεν σχετίζεται με την επιβολή προστίμων ή άλλων κυρώσεων, ούτε καταλήγει σε μέτρα, όπως η κανονιστική παρέμβαση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αφορμή για την απόφαση να διεξαχθεί η εν λόγω έρευνα, επί ηγεσίας Ιωάννη Λιανού στην Ε.Α., υπήρξαν οι έντονες ανακατατάξεις στους κλάδους ιδιωτικής υγείας και ιδιωτικής ασφάλισης τα τελευταία χρόνια, απόρροια των αλλεπάλληλων εξαγορών και συγχωνεύσεων, κυρίως από επενδυτικά funds.Σύμφωνα με στοιχεία της «Καθημερινής» που προέρχονται από την επεξεργασία σχετικής μελέτης της ICAP το 2023, η εικόνα στην αγορά έχει ως εξής:
• Στον κλάδο των κλινικών, τρεις εταιρείες απέσπασαν το 44% της αγοράς.
• Στον κλάδο των μαιευτικών – γυναικολογικών, δύο εταιρείες απέσπασαν το 70% της αγοράς.
• Στον κλάδο των διαγνωστικών και λοιπών κέντρων, τρεις εταιρείες απέσπασαν το 33% της σχετικής αγοράς.
Επιπλέον, ο όμιλος Hellenic Healthcare (συμφερόντων CVC, στο οποίο ανήκει και η Εθνική Ασφαλιστική) ελέγχει το 34,5% στην αγορά των γενικών κλινικών, το 35% στην αγορά των μαιευτικών κλινικών, το 2,5% στην αγορά των διαγνωστικών κέντρων και το 27% στο σύνολο της αγοράς των γενικών, μαιευτικών κλινικών και διαγνωστικών κέντρων. Ο όμιλος Ιατρικού Κέντρου ελέγχει το 25,6% στην αγορά των γενικών κλινικών, ο όμιλος Βιοϊατρικής το 9,6% στην αγορά των γενικών κλινικών και διαγνωστικών κέντρων, ο όμιλος Ιατρόπολις το 12,4% στην αγορά των λοιπών κλινικών και διαγνωστικών κέντρων, ο όμιλος Euromedica το 6% στο σύνολο της αγοράς (εκτίμηση αγοράς 2019) και ο όμιλος Ιασώ ελέγχει το 11,4% στην αγορά των μαιευτικών και γενικών κλινικών.
Στον κλάδο των κλινικών, τρεις εταιρείες έχουν το 44% της αγοράς και σε αυτόν των μαιευτικών – γυναικολογικών, δύο εταιρείες απέσπασαν το 70% της αγοράς.
Από την ενδιάμεση έκθεση της Ε.Α., η οποία σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στα όσα οι ίδιες οι εταιρείες των δύο κλάδων έχουν απαντήσει, προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα ως προς τον κλάδο παροχής ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας:
• Τάσεις συγκέντρωσης στην αγορά ή καθετοποίηση του κλάδου υγείας με τον κλάδο ασφάλισης υγείας (μέσω συγκεντρώσεων ή διαφόρων πρακτικών/συμπράξεων). Τέτοιες συμπράξεις θα μπορούσαν να αφορούν συμφωνίες αποκλειστικότητας, δεσμευμένες πωλήσεις, ρήτρες «all or nothing», συμφωνίες μη ανταγωνισμού.
• Ρυθμιστικά εμπόδια εισόδου και δραστηριοποίησης στην αγορά αλλά και παρεμβάσεις στη δραστηριότητα των παρόχων ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας από δημόσιους φορείς.
• Οι πάροχοι υγείας φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη από τις εταιρείες ασφάλισης.
Ως προς τον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης υγείας προκύπτουν τα εξής:
• Εξαιτίας της αδυναμίας των ασφαλιστικών εταιρειών να επηρεάσουν το κόστος της νοσοκομειακής περίθαλψης, γεγονός που επιτείνεται από την έλλειψη ενός διαφανούς συστήματος αποζημίωσης, πολλές ασφαλιστικές επιχειρήσεις καταφεύγουν στη σύναψη ατομικών συμβάσεων με παρόχους υγείας. Οι μικροί και μεσαίου μεγέθους πάροχοι ιδιωτικής ασφάλισης δεν συνάπτουν απευθείας συμβάσεις με τους παρόχους υγείας, αλλά βασίζονται στη χρήση υπηρεσιών διαχείρισης ασφάλισης τις οποίες προσφέρουν συγκεκριμένοι ενδιάμεσοι παίκτες.
• Ασφαλιστικές εταιρείες επιλέγουν συγκεκριμένες κλινικές βάσει μειοδοτικού διαγωνισμού με προκαθορισμένο ασφάλιστρο ανά μήνα ανά ασφαλισμένο. Αλλες επιλέγουν κλινική βάσει προκαθορισμένου ετήσιου κόστους ανεξάρτητα από το πλήθος των νοσηλειών του συγκεκριμένου χαρτοφυλακίου.

