Η οικονομία της Ευρωζώνης, που βρίσκεται στο μεταίχμιο της ύφεσης εδώ και περισσότερο από ένα έτος, έκλεισε το 2024 με πληθώρα από αρνητικούς δείκτες. Και οι δείκτες αυτοί καταδεικνύουν πως η πολυπόθητη ανάκαμψη βρίσκεται ακόμη μακριά. Πρώτα απ’ όλα ο βασικός δείκτης οικονομικού αισθήματος της Κομισιόν υποχώρησε τον Δεκέμβριο περισσότερο απ’ όσο αναμενόταν, οι βιομηχανικές παραγγελίες της Γερμανίας έκαναν βουτιά και οι λιανικές πωλήσεις στη Γερμανία επίσης σημείωσαν απροσδόκητη πτώση. Ολα αυτά προστίθενται στα ήδη αρνητικά στοιχεία που έχουμε για την Ευρωζώνη.
Ο συνδυασμός αυτών των δεικτών καταδεικνύει πως η Ευρωζώνη μόλις που σημείωσε οριακή ανάπτυξη μέσα στο τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους, ενώ η οικονομία της Γερμανίας ενδεχομένως φλερτάρει και πάλι με την ύφεση. Και όλα αυτά όταν η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει εκ νέου τον κίνδυνο των δασμών που μπορεί να επιβάλει η επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ σε όλες τις εισαγωγές και επομένως και στα ευρωπαϊκά προϊόντα. Εν ολίγοις πρόκειται για μια συνεχιζόμενη αλληλουχία θλιβερών εξελίξεων που καταγράφονται μετά την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας ως συνεπακόλουθο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και του αναπόφευκτου πλήγματος στην ευρωπαϊκή βιομηχανία.
Οπως σχολιάζει ο Λέο Μπαρινκού, στέλεχος της Oxford Economics, «η δυσοίωνη εικόνα που προκύπτει από τον δείκτη οικονομικού αισθήματος, όπως αυτό δόθηκε στη δημοσιότητα, σημαίνει ότι υπάρχει περίπτωση να υποβαθμιστεί προς τα κάτω η πρόβλεψή μας για την αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης μέσα στο πρώτο τρίμηνο του έτους». Ο ίδιος προσθέτει με έμφαση ότι «δεν υπάρχουν φωτεινά σημεία στην οικονομία της Ευρωζώνης». Ο βασικός δείκτης οικονομικού αισθήματος της Ε.Ε. υποχώρησε τον Δεκέμβριο στις 93,7 μονάδες, από τις 95,6 στις οποίες βρισκόταν τον Νοέμβριο, και διέψευσε έτσι τις προσδοκίες πως θα παρέμενε στάσιμος. Υποχώρησαν επίσης ο δείκτης εμπιστοσύνης των βιομηχανιών και ο δείκτης καταναλωτικού αισθήματος, ενώ στο μεταξύ αυξάνονταν οι προσδοκίες για άνοδο των τιμών.
Αυτά τα στοιχεία δόθηκαν στη δημοσιότητα λίγες ώρες μετά τα ανεξάρτητα στοιχεία που φέρουν τις βιομηχανικές παραγγελίες στη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, τη Γερμανία, να έχουν μειωθεί κατά 5,4% σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα. Σκιαγραφούν έτσι μια εικόνα χειρότερη από τις προβλέψεις που μιλούσαν για σταθεροποίηση της κατάστασης στη γερμανική οικονομία. Και στο μεταξύ οι λιανικές πωλήσεις υποχώρησαν κατά 0,6% σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ και πάλι οι προβλέψεις μιλούσαν για αύξηση πωλήσεων κατά 0,5%. Ο βιομηχανικός τομέας της Γερμανίας βρίσκεται σε ύφεση εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο, καθώς έχει δεχθεί πλήγμα από το υψηλό κόστος της ενέργειας, τη μειωμένη ζήτηση από τις χώρες της Ασίας και την εισβολή φθηνών εισαγωγών από άλλες αγορές. Οπως επισημαίνει ο Κάρστεν Μπρζέσκι, οικονομολόγος της ING, «δεν διαφαίνεται τάση ανάκαμψης στον ορίζοντα της γερμανικής βιομηχανίας, που στην καλύτερη περίπτωση είναι στάσιμος». Ο ίδιος εκτιμά, άλλωστε, πως «οι απογοητευτικές λιανικές πωλήσεις καταδεικνύουν ότι είναι μάλλον απίθανο να έχει συνεχιστεί το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους η ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης, όπως είχε αποτυπωθεί στο τρίτο τρίμηνο.
Οι οικονομολόγοι ήλπιζαν πως η ιδιωτική κατανάλωση θα οδηγούσε σε ανάκαμψη, καθώς τώρα τα νοικοκυριά έχουν υψηλότερα εισοδήματα, ενώ ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται. Ωστόσο, μελέτη της ΕΚΤ καταδεικνύει πως τα νοικοκυριά θα εξακολουθήσουν να αποταμιεύουν σημαντική μερίδα των εισοδημάτων τους προκειμένου να συγκεντρώσουν τον πλούτο που έχει εξανεμισθεί εξαιτίας του πληθωρισμού και επομένως δεν θα δικαιωθούν οι ελπίδες για αύξηση των δαπανών των νοικοκυριών.

