Περικοπές τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ στις αποδοχές τους πρόκειται να δουν μέχρι το 2030 τα διευθυντικά στελέχη της Volkswagen, με τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου να υφίστανται τις μεγαλύτερες μειώσεις.
Αυτή η συμφωνία –την οποία ανακοίνωσε ο Γκάναρ Κίλιαν, μέλος του Δ.Σ. της VW, στον γερμανικό Τύπο– εμπίπτει στο πλάνο μείωσης των εξόδων του ομίλου, με στόχο την εξοικονόμηση 15 δισ. δολαρίων κάθε χρόνο σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνεται και η μείωση του κόστους εργασίας κατά 1,5 δισ. ευρώ, με επιπλέον απολύσεις 35.000 εργαζομένων μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Πρόκειται για το αποτέλεσμα της συμφωνίας με τα συνδικάτα, το «χριστουγεννιάτικο θαύμα» όπως το αποκάλεσαν οι επικεφαλής των σωματείων, που έκλεισε λίγο πριν από τις γιορτές. Ειδικότερα, αποφεύγοντας το κλείσιμο εργοστασίων, η VW δεσμεύθηκε να μειώσει την παραγωγική δυνατότητά τους στη Γερμανία κατά 734.000 οχήματα.
Επειτα από μια πολύμηνη διαδικασία, κατά την οποία η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία δεχόταν έντονη πίεση στην αγορά, η VW συμφώνησε να διατηρήσει λειτουργικά τα δέκα εργοστάσιά της στη Γερμανία και να επαναφέρει τις συμφωνίες για την ασφάλεια των θέσεων εργασίας έως το 2030. Σε αντάλλαγμα, οι εργαζόμενοι συμφώνησαν να παραιτηθούν από ορισμένα μπόνους, να μειώσουν τον αριθμό των ασκουμένων που εξασφαλίζουν μόνιμη απασχόληση και να μειώσουν την παραγωγική ικανότητα σε πέντε εγκαταστάσεις.
Τα μέτρα, τα οποία ελήφθησαν έπειτα από πέντε γύρους διαπραγματεύσεων, απέχουν πολύ από τη δραστική εξοικονόμηση που είχε αρχικά προτείνει η VW. Οι επικεφαλής των εργατικών συνδικάτων τάχθηκαν σθεναρά κατά των σχεδίων για απολύσεις χιλιάδων εργαζομένων, περικοπή μηνιαίων μισθών και κλείσιμο τριών γερμανικών εργοστασίων για να γίνει η VW πιο ανταγωνιστική. Ωστόσο ζητούσαν από τα διευθυντικά στελέχη να αναλάβουν την ευθύνη για την ύφεση της εταιρείας και να συμφωνήσουν σε μείωση των αποδοχών τους.
Σε κάθε περίπτωση, η συμφωνία φαίνεται να έδωσε στον διευθύνοντα σύμβουλο Ολιβερ Μπλουμ μια νέα ευκαιρία για να επανεκκινήσει τη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, καθώς το μερίδιο αγοράς της στην Κίνα συρρικνώνεται συνεχώς και επιβραδύνεται η ζήτηση για ηλεκτρικά οχήματα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. «Πρόκειται για σημαντικό μήνυμα για τη Γερμανία», δήλωσε ο εκπρόσωπος του συνδικάτου IG Metall. «Η συμφωνία στέλνει σήμα ότι υπάρχει η πρόθεση να βρεθεί λύση στα μεγάλα προβλήματα», συμπλήρωσε ο ίδιος. Οπως και να ‘χει, η κατάσταση της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας είναι άκρως αντίθετη σε σύγκριση με μερικά χρόνια νωρίτερα. Ο κλάδος ήταν ο μεγάλος «νικητής» της κατάργησης των εμπορικών φραγμών τις δεκαετίες του 1990 και του 2000. Ακόμη και μετά την κρίση του 2008, η Ευρώπη ήταν παγκοσμίως κυρίαρχος στην παραγωγή αυτοκινήτων και στην τεχνογνωσία, με κορωνίδα τη VW. Τώρα, όμως, οι αυστηρότεροι κανονισμοί για τους ρύπους, η ραγδαία πρόοδος του ανταγωνισμού στην Κίνα και η αποτυχία μέχρι στιγμής του στοιχήματος στην ηλεκτροκίνηση ασκούν τεράστια πίεση στον κλάδο. Το κόστος της ενέργειας και το ενδεχόμενο επιβολής δασμών από τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ συρρικνώνουν ακόμη περισσότερο τα περιθώρια.

