Η πρόσφατη ανακοίνωση του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για την εγκατάσταση στην Ελλάδα ενός από τα επτά εργοστάσια τεχνητής νοημοσύνης (T.N.) που θα δημιουργηθούν στην Ευρώπη είναι μια εξαιρετική είδηση που ορθώς δεν πέρασε «στα ψιλά» της επικαιρότητας. Η σχετική πρόταση «Pharos», η οποία θα υλοποιηθεί από μια εθνική κοινοπραξία φορέων, αποτελεί εντούτοις μόνο ένα κομμάτι του σύνθετου παζλ του ψηφιακού μετασχηματισμού της ευρωπαϊκής οικονομίας που βρίσκεται πολύ ψηλά στην ατζέντα της ανανεωμένης Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπό την ηγεσία και πάλι της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Υπό την ηγεσία άλλωστε της ίδιας, ήδη από τον Μάρτιο του 2021, διαμορφώθηκε η λεγόμενη «Πορεία προς την ψηφιακή δεκαετία», η οποία μαζί με την «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» ήταν ίσως οι δύο πιο εμβληματικές και πολλά υποσχόμενες πρωτοβουλίες της σύνθεσης της προηγούμενης Επιτροπής της.
Κι αν η πράσινη ατζέντα φαίνεται ενδεχομένως να έχει χάσει την «πυξίδα» ή τουλάχιστον τον δυναμισμό της, η ψηφιακή στρατηγική της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής ξαναβρίσκει το «μομέντουμ», καθώς αναπτύσσεται και στη σκιά της δημοσίευσης της λεγόμενης Εκθεσης Ντράγκι, που συντάχθηκε άλλωστε κατά παραγγελία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Η έκθεση του τέως προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας επισημαίνει τη μειούμενη ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία οφείλεται εν πολλοίς και στο διαρκώς ογκούμενο «ψηφιακό χάσμα» της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ (και όχι μόνο), το οποίο εντέλει απειλεί και υπονομεύει τον μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας σε μια οικονομία καινοτομίας, έρευνας και ανάπτυξης.
Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι τόσο η Εκθεση Ντράγκι όσο και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντιμετωπίζουν το ζήτημα ως μέρος ενός ευρύτερου πλαισίου που εστιάζει πλέον όχι μόνο στην τεχνολογία και στις ψηφιακές υποδομές, αλλά και στη γενικότερη διαχείριση δεδομένων (data), προσωπικών και μη, και στη διασύνδεση αυτών προς όφελος των κρατών-μελών, των επιχειρήσεων και τελικά των πολιτών της Ενωσης, καθώς εύλογα αντιλαμβάνονται ότι τα δεδομένα είναι ο «μαύρος χρυσός» της δικής μας εποχής, της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.
Προς αυτή την κατεύθυνση, ήδη από τον Φεβρουάριο του 2020, η Ευρωπαϊκή Ενωση σταδιακά χτίζει ένα νέο μοντέλο ψηφιοποίησης της ευρωπαϊκής οικονομίας, που ταυτόχρονα θα προωθεί τον διαμοιρασμό δεδομένων μεταξύ επιχειρήσεων (Β2Β) ή και μεταξύ επιχειρήσεων και κυβερνήσεων (B2G). Αυτό μαρτυρά το γεγονός ότι σε αυτή την περίοδο των μόλις 5 ετών η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ήδη υιοθετήσει έναν σημαντικό αριθμό νέων κανονισμών που θα μεταβάλουν άρδην το επιχειρηματικό περιβάλλον, δημιουργώντας ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις για τα κράτη-μέλη και τις επιχειρήσεις της Γηραιάς Ηπείρου. Για παράδειγμα, η Πράξη για τη Διακυβέρνηση Δεδομένων (DGA) προωθεί τον υποχρεωτικό διαμοιρασμό δεδομένων που βρίσκονται στα χέρια των δημόσιων αρχών, ενώ η Πράξη για τα Δεδομένα (DA) δίνει δικαιώματα στους χρήστες διασυνδεδεμένων συσκευών επί των δεδομένων που παράγουν οι συσκευές τους. Η πολυσυζητημένη Πράξη για την Τεχνητή Νοημοσύνη (AIA) στοχεύει στη ρύθμιση της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης με ένα ολιστικό νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για πρώτη φορά σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ η οδηγία για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύου και πληροφοριών (NIS2) καθιερώνει νέες υποχρεώσεις ασφάλειας για τα δίκτυα δεδομένων. Τέλος, η Πράξη για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (DSA) και η Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA) ρυθμίζουν τις διαδικτυακές πλατφόρμες και τους «ρυθμιστές της πρόσβασης», ενώ ο Ευρωπαϊκός Χώρος Δεδομένων Υγείας (EHDS) εισάγει νέες υποχρεώσεις για την επεξεργασία και τη χρήση δεδομένων υγείας στην Ευρώπη. Ας δούμε μερικές από αυτές τις ευκαιρίες και προκλήσεις, η αντιμετώπιση των οποίων θα καθορίσει το τελικό ισοζύγιο αυτών των πρωτοβουλιών για τη χώρα μας.
H διαχείριση δεδομένων και η ψηφιοποίηση αποτελούν μια αναπτυσσόμενη «οικονομία» από μόνες τους.
Κατ’ αρχάς, η διαχείριση δεδομένων και η ψηφιοποίηση αποτελούν μια αναπτυσσόμενη «οικονομία» από μόνες τους! Οι προβλέψεις είναι ενθαρρυντικές: η αξία της οικονομίας των δεδομένων στην Ε.Ε. αναμένεται να φθάσει στα 829 δισ. ευρώ μέχρι το 2030, ενώ οι επαγγελματίες στον τομέα θα αυξηθούν από 5,7 εκατομμύρια σε 10,9 εκατομμύρια. Επιπλέον, ο παγκόσμιος όγκος δεδομένων θα εκτοξευθεί κατά 530%, φθάνοντας στα 175 zettabytes! Συνεπώς, η καθιέρωση ενός φιλικού «ψηφιακού» επιχειρηματικού περιβάλλοντος είναι «εκ των ων ουκ άνευ»! Η χώρα μας ξεκινάει από σχετικά καλύτερη θέση σε σύγκριση με το παρελθόν: μια σειρά από σημαντικές πρωτοβουλίες τεχνολογικών κολοσσών, όπως οι επενδύσεις της Microsoft και της Google, αλλά και η ανάδειξη μερικών ιδιαίτερα επιτυχημένων startups στον χώρο της τεχνολογίας και της πληροφορικής στη χώρα μας, έχουν βάλει την Ελλάδα στον ευρωπαϊκό και στον παγκόσμιο «ψηφιακό χάρτη». Ενα πισωγύρισμα σε επενδυτικά εχθρικές πολιτικές, είτε ως αποτέλεσμα συνειδητών ιδεολογικών επιλογών της σημερινής ή όποιας μελλοντικής κυβέρνησης, είτε ως αποτέλεσμα μελλοντικής δημοσιονομικής πίεσης, κουβαλάει αυτή τη φορά μαζί του το ρίσκο ότι μπορεί να καταδικάσει τη χώρα σε μια πολυετή «ψηφιακή οπισθοδρόμηση» που θα έχει πολυεπίπεδες συνέπειες σε όλους τους χώρους της οικονομίας και του επιχειρείν.
Μέχρι το 2030 το 75% των εταιρειών της Ε.Ε. θα πρέπει να χρησιμοποιεί υπολογιστικό νέφος και τεχνητή νοημοσύνη.
Επιπροσθέτως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θεσπίσει έναν αυστηρό και απαιτητικό διακρατικό μηχανισμό παρακολούθησης και συνεργασίας για να διασφαλίσει ότι τα κράτη-μέλη θα προχωρήσουν γρήγορα και αποφασιστικά προς την υλοποίηση των ιδιαιτέρως φιλόδοξων στόχων της «ψηφιακής πυξίδας» (ενδεικτικά, τα κράτη-μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν ότι μέχρι το 2030 το 5G θα πρέπει να είναι διαθέσιμο σε όλους, το 75% των εταιρειών της Ε.Ε. θα πρέπει να χρησιμοποιεί υπολογιστικό νέφος και τεχνητή νοημοσύνη, και οι κύριες δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει να παρέχονται στους πολίτες κατά ποσοστό 100% μέσω του Διαδικτύου, ενώ το 100% των πολιτών θα πρέπει να έχει πρόσβαση σε ηλεκτρονικούς ιατρικούς φακέλους). Κατ’ αποτέλεσμα, τα κράτη-μέλη όπως η Ελλάδα θα χρειαστεί να δημιουργήσουν στρατηγικούς χάρτες πορείας για την ψηφιακή δεκαετία και να υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις προόδου. Συνεπώς, το συνολικό πλαίσιο παρουσιάζει ευκαιρίες ενός μακροπρόθεσμου, στρατηγικού και ιδεατά διακομματικού σχεδιασμού, αλλά και τον εγγενή κίνδυνο, σε αντίθετη περίπτωση, η χώρα να βρεθεί σε ένα είδος «ψηφιακής απομόνωσης» στην Ευρώπη, σε μια περίοδο η οποία θα καθορίσει εν πολλοίς και το μέλλον των κρατών-μελών και της Ενωσης. Υπάρχει μια ενθαρρυντική ένδειξη για τη χώρα λόγω της θέρμης με την οποία το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης έχει αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα το θέμα (για παράδειγμα, το υπουργείο έχει εκπονήσει ήδη από το 2020 μια «Βίβλο Ψηφιακού Σχεδιασμού» για την περίοδο 2020-2025), αλλά θα είναι μια ασυγχώρητη αβλεψία, προς τις μελλοντικές γενιές ιδίως, αν η συγκρουσιακή παράδοση της χώρας δεν επιτρέψει την επίτευξη ακόμη ευρύτερων διακομματικών, κοινωνικών και οικονομικών συγκλίσεων (μεταξύ κράτους, κομμάτων, επιχειρήσεων, φορέων και τοπικής αυτοδιοίκησης) για τη διαμόρφωση και την υλοποίηση φιλόδοξων ψηφιακών στρατηγικών και στρατηγικών δεδομένων μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Ειδικά σε μια περίοδο που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήδη «τρέχει» δεκάδες πολυκρατικά έργα μεγάλης κλίμακας, τα οποία κανένα μεμονωμένο κράτος-μέλος δεν θα μπορούσε να αναπτύξει από μόνο του, θα είναι απογοητευτικό να βρεθεί η χώρα μας στον ρόλο του απομονωμένου εταίρου που δεν θα έχει ισχυρό λόγο και παρουσία στον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ενωσης ή αν ο πήχυς των προσδοκιών παραμείνει ιδιαίτερα χαμηλός ή χαθεί εντέλει η ευκαιρία να κάνει η χώρα πραγματικά τη διαφορά για το σήμερα και το μέλλον του τόπου.
Από την άλλη πλευρά πρέπει να σημειωθεί ότι 6 από τις 8 νομοθετικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπουν την ίδρυση νέων Δημόσιων Ρυθμιστικών Αρχών, είτε σε ενωσιακό είτε σε εθνικό επίπεδο (είτε και στα δύο επίπεδα ταυτόχρονα)! Αν συνυπολογίσει κανείς ότι αυτές οι Αρχές θα έρθουν να προστεθούν σε έναν αριθμό ήδη υφιστάμενων (όπως οι Αρχές προστασίας προσωπικών δεδομένων, οι Αρχές ανταγωνισμού ή οι Αρχές προστασίας καταναλωτή κ.λπ.), εύλογα εγείρεται η ανησυχία κατά πόσον θα μπορέσει το νέο πλαίσιο να διατηρήσει μια κατ’ ελάχιστον συνεκτικότητα και αποτελεσματικότητα χωρίς να δημιουργήσει αβεβαιότητες, επικαλύψεις, αχρείαστη γραφειοκρατία κ.λπ., που εντέλει θα λειτουργήσουν ως αντικίνητρο για την επιδιωκόμενη καινοτομία και ανάπτυξη, πόσο μάλλον αν αναλογιστεί κανείς την πικρή ιστορικά παράδοση του ελληνικού ρυθμιστικού πλαισίου. Θα απαιτηθεί αυτοσυγκράτηση και ενδεχομένως υπέρβαση ώστε η νέα αυτή ρυθμιστική πραγματικότητα στη χώρα μας να μη μετατραπεί σύντομα σε έναν ρυθμιστικό «εφιάλτη» για τις επιχειρήσεις και τους νομικούς συμβούλους τους.
Τέλος, η φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να καταστήσει την Ενωση πρωτοπόρο στην καθιέρωση των ρυθμιστικών προτύπων και των τεχνολογικών στάνταρντ που θα διαμορφώσουν παγκοσμίως μια νέα ψηφιακή εποχή. Εντούτοις, δεν είναι προφανώς μόνη της καθώς και άλλοι «παίκτες» (π.χ. ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Μεγάλη Βρετανία κ.λπ.) διαγωνίζονται στην ίδια αρένα επιχειρώντας να αποκτήσουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του «first mover»! Αυτή η εξέλιξη έχει δύο αναγνώσεις: από τη μια οι επιχειρήσεις κινδυνεύουν να βρεθούν σε μια «μέγγενη» πολλαπλών και ενδεχομένως αντικρουόμενων ρυθμίσεων, την ίδια στιγμή που επιχειρούν να συγκρατήσουν τα κόστη τους και να υιοθετήσουν επιχειρηματικά μοντέλα όσο δυνατόν πιο παγκοσμιοποιημένα. Από την άλλη πλευρά, ο εντεινόμενος ανταγωνισμός και σε αυτό το πεδίο κινδυνεύει να αναζωπυρώσει παλαιές ή να δημιουργήσει καινούργιες εστίες γεωπολιτικής σύγκρουσης και πόλωσης, που μπορούν να επιβραδύνουν την παγκόσμια οικονομία και ανάπτυξη. Πολύ περισσότερο, δε, εάν αυτό συνδυαστεί με την προφανή επιθυμία των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ενωσης να εισάγουν με τα νέα νομοθετήματα περιορισμούς στη διασυνοριακή διαβίβαση εκτός Ενωσης όχι μόνο προσωπικών αλλά και μη προσωπικών δεδομένων, ρισκάροντας την ανάφλεξη ενός νέου, ψηφιακού αυτή τη φορά, «εθνικισμού».
Συνεπώς, συνολικά η επιτυχία του εγχειρήματος θα εξαρτηθεί από τις ευρύτερες συγκυρίες, τους διαμορφούμενους συσχετισμούς γεωπολιτικής ισχύος αλλά και τον βαθμό ωριμότητας που θα επιδείξουν η ελληνική πολιτική σκηνή και οι διοικητικοί μηχανισμοί της χώρας.
*Ο κ. Αντώνης Ρούσσος είναι δικηγόρος, επικεφαλής του τμήματος Global E&C Data Privacy της ιαπωνικής φαρμακευτικής εταιρείας Astellas Pharma Inc.

