Εως 2,8% του ΑΕΠ μπορεί να φθάσει τελικά το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού φέτος έναντι 2,5% του ΑΕΠ πρόβλεψης στον προϋπολογισμό του 2025, χάρη στη σημαντική υπέρβαση των φορολογικών εσόδων, εκτίμησε χθες ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, καθηγητής Γιάννης Τσουκαλάς.
Οπως είπε, κατά την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσης του Γραφείου, έως τώρα τα επιπλέον έσοδα από τη σύλληψη της φοροδιαφυγής έχουν φθάσει στο 1,9 δισ. ευρώ και υπολογίζεται ότι μπορεί να αγγίξουν τα 2 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση προέβλεπε έσοδα από φοροδιαφυγή 1,8 δισ. ευρώ για φέτος, ενώ ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης έχει θέσει στόχο τα 2,5 δισ. ευρώ το 2027. Στόχος τον οποίο ο κ. Τσουκαλάς είπε χθες ότι θεωρεί εφικτό.
Ο ίδιος υποστήριξε ότι τα όποια πρόσθετα έσοδα πρέπει να αξιοποιηθούν για ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος και όχι για μειώσεις στους έμμεσους φόρους. Μάλιστα, στο πλαίσιο της άμεσης φορολογίας έδωσε προτεραιότητα στις ασφαλιστικές εισφορές, από τις οποίες επωφελούνται και οι εργοδότες, επομένως η μείωσή τους έχει εντονότερο αναπτυξιακό χαρακτήρα. Αφού λύσουμε αυτό το θέμα, μπορούμε να δούμε την έμμεση φορολογία, είπε.
Ο ίδιος τάχθηκε, επίσης, υπέρ της ενίσχυσης των επενδυτικών δαπανών, ιδίως ενόψει της εξάντλησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Είπε ότι υπάρχουν περιθώρια να μειωθούν οι λειτουργικές δαπάνες για να εξασφαλισθούν οι σχετικοί πόροι. «Μετά το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα είναι τόσο απλά τα πράγματα», σχολίασε.
Στις επενδύσεις η έκθεση δίνει ιδιαίτερη έμφαση, επισημαίνοντας μάλιστα ότι «η διατήρηση της οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας συνδέεται με τον περιορισμό του επενδυτικού κενού». Το Γραφείο προβλέπει αύξηση επενδύσεων 7,9% το 2025 (έναντι πρόβλεψης του προϋπολογισμού για 8,4%).
Ο κ. Τσουκαλάς ανέφερε ότι το επενδυτικό κενό, σε σχέση με την Ευρωζώνη, είναι σήμερα 5,4% του ΑΕΠ και προβλέπεται να περιοριστεί στο 2,3% του ΑΕΠ το 2026.
Στις επενδύσεις επικεντρώνονται, εξάλλου, οι προϋποθέσεις που ανέφερε για σταθερή και διατηρήσιμη ανάπτυξη. «Αν ήταν να ζητούσα κάτι από τον Αη Βασίλη», είπε, «θα ζητούσα τα εξής»:
1. Αύξηση των εσωτερικών πόρων χρηματοδότησης με μείωση του κόστους, κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
2. Δυναμική προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων που εμπεριέχουν τεχνογνωσία.
3. Στήριξη επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας στον τομέα της μεταποίησης, ώστε να βελτιωθεί περαιτέρω η εξαγωγική επίδοση της χώρας.
4. Αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και επένδυση στις υψηλές δεξιότητες στην αγορά εργασίας.
5. Ταχεία υλοποίηση μεταρρυθμίσεων.
6. Αποτελεσματικότητα δημοσίων υπηρεσιών που εμπλέκονται σε όλες τις εκφάνσεις της οικονομικής δραστηριότητας.
Το Γραφείο προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,3% για φέτος και του χρόνου (έναντι 2,2% και 2,3% αντίστοιχα του υπουργείου Οικονομικών).
To Δημοσιονομικό Συμβούλιο
Την ανάγκη να συνεχιστεί η συνετή δημοσιονομική πολιτική προκειμένου να είναι έτοιμη η χώρα να αντιμετωπίσει νέες δημοσιονομικές προκλήσεις που θα μπορούσαν να προκύψουν λόγω της διεθνούς αβεβαιότητας επισήμανε, εξάλλου, χθες στη φθινοπωρινή έκθεσή του το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο. Ακόμη, το Συμβούλιο ανέδειξε τις δημοσιονομικές ανισορροπίες με τις οποίες θα βρεθεί αντιμέτωπη η χώρα το προσεχές διάστημα: δημογραφικό πρόβλημα και χαμηλή εθνική αποταμίευση. Η έκθεση χτυπάει «καμπανάκι», εξάλλου, για τις αυξήσεις στους μισθούς, σημειώνοντας ότι πρέπει να συνδυάζονται με αύξηση της παραγωγικότητας, με στόχο την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

