Η στιγμή του απολογισμού φθάνει για τους μεγιστάνες στην Ινδία. Οι κατηγορίες των ΗΠΑ εναντίον του Γκαουτάμ Αντάνι για φερόμενες παραβιάσεις σε συναλλαγές αξιογράφων αποκαλύπτουν τη μεγάλη εξάρτηση της χώρας του από μια χούφτα βιομηχάνων για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της. Ο μεγιστάνας των έργων υποδομής αρνείται οποιαδήποτε αδικοπραγία, ωστόσο, η εν λόγω υπόθεση πιθανώς να υποχρεώσει την Ινδία, την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, να μοιραστεί τα λάφυρά της με μια μεγαλύτερη ομάδα εκλεκτών. Οι οικογενειακοί κολοσσιαίοι όμιλοι, καθώς και οι κρατικές επιχειρήσεις, πρωτοστατούν στο επιχειρείν από την ανεξαρτησία της Ινδίας, το 1947. Πολλοί πίστευαν ότι η επιρροή τους στη χώρα και η τεράστια ικανότητά τους να πλουτίζουν εις βάρος άλλων θα αμβλύνονταν μετά τη συναλλαγματική κρίση του 1991, η οποία λειτούργησε ως παρότρυνση στην κυβέρνηση να ανοίξει την οικονομία. Τουναντίον, μερικές οικογένειες άντλησαν μεγάλα οφέλη από τη γενικότερη αναδιάρθρωση, υιοθέτησαν νέες συμπεριφορές, αναμένοντας ανταλλάγματα και σώρευσαν τεράστιο πλούτο και δύναμη. Σήμερα, η κεφαλαιοποίηση των πέντε κορυφαίων ομίλων της Ινδίας –Reliance Industries, Tata Sons, Aditya Birla, Bharti Enterprises και όμιλος Adani– αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 25% των όσων απαρτίζουν τον χρηματιστηριακό δείκτη Nifty 50.
Τα αθροιστικά έσοδά τους ισοδυναμούν περίπου με το 12% του ΑΕΠ της Ινδίας των σχεδόν 4 τρισ. δολαρίων και οι δραστηριότητές τους συμβάλλουν στο να αιμοδοτηθούν πολύ περισσότερα. Οπερ σημαίνει πως η οικονομική τύχη της Ινδίας συνδέεται με τις επιτυχίες και τις αποτυχίες των μεγιστάνων. Οι κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες ίσως τώρα να χρειαστεί να αυξήσουν τις πιστώσεις προς τον όμιλο του Αντάνι, εάν οι ξένοι δανειστές πατήσουν φρένο στην αναχρηματοδότηση των πιστώσεών του ύψους 30 δισ. δολαρίων. Αυτό το χρέος στηρίζει μια αυτοκρατορία, που εκτείνεται από λιμένες και την ειδική οικονομική ζώνη, το ήμισυ ενός οιονεί διπωλίου μαζί με το κράτος, έως αεροδρόμια και ζωτικής σημασίας υποδομές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η ανάγκη για επιπλέον εγχώρια χρηματοδότηση δεν αποδίδει σε μια χώρα που συνολικά στερείται κεφαλαίου. Ο κίνδυνος εξάρτησης από μερικούς ομίλους πολυσχιδών δραστηριοτήτων γίνεται πολύ μεγάλος ώστε να τον αγνοήσει η Ινδία. Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε δύο χρόνια κατά τα οποία τα προβλήματα του Γκαουτάμ Αντάνι διαταράσσουν τις αγορές της χώρας. Οι μετοχές των έντεκα εισηγμένων εταιρειών, που φέρουν ως επί το πλείστον το όνομα του μεγιστάνα, εμφάνισαν άγριες διακυμάνσεις τις τελευταίες εβδομάδες.
Εκτός από αυτά τα προβλήματα, ο Βιράλ Ασάργια, καθηγητής της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου της Ν. Υόρκης και πρώην αναπληρωτής διοικητής στην Τράπεζα της Ινδίας, προειδοποιεί ότι το κουιντέτο των οικογενειακών επιχειρήσεων αυξάνεται εις βάρος του ανταγωνισμού. Υπολογίζει ότι το μερίδιό τους στο σύνολο των συγχωνεύσεων και εξαγορών υπερδιπλασιάστηκε το 2015-2021 στο 6%, χωρίς τέτοια αύξηση στις επόμενες πέντε ομάδες πλουσίων. Δεν υπάρχει εύκολη λύση για την αντιμετώπιση αυτής της συγκέντρωσης πλούτου και ισχύος. Για αρχή, υπάρχει περιορισμένη όρεξη για ρίσκο στην επόμενη βαθμίδα μεγιστάνων. Ενα τσουνάμι επισφαλών δανείων πριν από μία δεκαετία προκάλεσε μια σειρά από χρεοκοπίες ιδίως στις υποδομές. Οι ινδικοί όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων αντισταθμίζουν την περιορισμένη ικανότητα του κράτους να δανείζεται και να εκτελεί μεγάλα έργα με αποτελεσματικό τρόπο. Πάντως, σήμερα υπάρχουν ολιγάριθμοι επιχειρηματίες πρόθυμοι να αναλάβουν μακροχρόνια έργα έντασης κεφαλαίου, που απαιτούν επαφές υψηλού επιπέδου με την κυβέρνηση και την ανάληψη του σχετικού κινδύνου.

