Καθαρά κέρδη ύψους 36,6 δισ. δολαρίων αναμένεται να έχει ο κλάδος των αεροπορικών εταιρειών παγκοσμίως το 2025, καθώς εκτιμάται ότι η επιβατική κίνηση θα διαμορφωθεί στο ύψος-ρεκόρ των 5,2 δισ. επιβατών, όπως αναφέρει η Διεθνής Ενωση Αερομεταφορών (IATA) στην ετήσια πρόβλεψή της.
Πρόκειται για αύξηση 16% σε σχέση με τα στοιχεία του 2024, ενώ το περιθώριο κέρδους για τον κλάδο θα διαμορφωθεί στο 3,6%, υψηλότερα από το περιθώριο 3,3% το 2024. Οι χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου και η υψηλότερη ζήτηση θα φέρουν κερδοφορία, ενώ οι ενδεχόμενοι δασμοί και ο εμπορικός πόλεμος από την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσαν να πλήξουν τις προοπτικές του κλάδου, αναφέρεται στην έκθεση. Η IATA αναμένει επίσης ότι τα έσοδα του κλάδου θα ξεπεράσουν το 1 τρισ. δολάρια για πρώτη φορά το 2025.
Παρότι η βιομηχανία των αερομεταφορών κατέγραψε κατακόρυφη ανάκαμψη μετά την πανδημία, τα περιθώρια κέρδους παραμένουν περιορισμένα. Οι αεροπορικές εταιρείες έχουν να αντιμετωπίσουν διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού που καθυστερούν τις παραδόσεις νεότερων, πιο αποδοτικών αεροσκαφών και κρατούν τα υπάρχοντα αεροσκάφη καθηλωμένα για συντήρηση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Η Βόρεια Αμερική παρέμεινε η περιοχή με τα μεγαλύτερα κέρδη παγκοσμίως στον κλάδο το 2024, αν και τα περιθώρια κέρδους ήταν σε χαμηλότερα επίπεδα από ό,τι πριν από την πανδημία, λόγω των βραδύτερων παραδόσεων αεροσκαφών και του υψηλότερου κόστους, ιδίως για τους αερομεταφορείς χαμηλού κόστους, όπως σημείωσε η ΙΑΤΑ. Η Μέση Ανατολή κατέγραψε τις ισχυρότερες οικονομικές επιδόσεις και ήταν η μόνη περιοχή όπου οι αποδόσεις των επιβατών σημείωσαν άλμα, χάρη στην ισχυρή ζήτηση για premium ταξίδια μεγάλων αποστάσεων. Οι ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες, αντιθέτως, επλήγησαν από παράγοντες όπως καθηλωμένα αεροσκάφη, αύξηση μισθών, υψηλότερα τέλη αεροδρομίων και φόρους, που επιβάρυναν την ανταγωνιστικότητα το 2024, σύμφωνα με την ΙΑΤΑ. Ο οργανισμός προβλέπει βελτίωση της κερδοφορίας το 2025, καθώς οι αερομεταφορείς χαμηλού κόστους θα λειτουργήσουν καθηλωμένα αεροσκάφη.
Η ΙΑΤΑ εκτιμά, ωστόσο, ότι οι προβλέψεις της ενδέχεται να αλλάξουν σε περίπτωση που οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή επιδεινωθούν ή οι τιμές του πετρελαίου δεν μειωθούν.

