Πρώτα η Ιρλανδία, μετά η Πορτογαλία και η Ισπανία, και τώρα η Ελλάδα. Η μία μετά την άλλη, οι χώρες που βρέθηκαν στο επίκεντρο της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης πριν από μία και πλέον δεκαετία, δανείζονται πιο φθηνά από τη Γαλλία, η οποία χάνει τη θέση της ως ασφαλούς και σταθερής αγοράς ομολόγων.
Καθώς η πολιτική κρίση στο Παρίσι παρατείνεται, το ερώτημα στο μυαλό όλων –αδιανόητο πριν από ένα χρόνο– είναι αν η Γαλλία θα έχει σύντομα υψηλότερο κόστος δανεισμού από την Ιταλία, τη χώρα πρότυπο δημοσιονομικής σπατάλης της περιοχής.
Τα γαλλικά ομόλογα κέρδισαν κάποια ανάπαυλα αυτή την εβδομάδα, καθώς ο πρωθυπουργός Μισέλ Μπαρνιέ έκανε παραχωρήσεις στα δημοσιονομικά του σχέδια για το 2025, σε μια προσπάθεια να αποτραπεί μια πρόταση μομφής που θα μπορούσε να ρίξει την κυβέρνησή του. Αλλά η μακροπρόθεσμη τάση είναι εντυπωσιακή: το χάσμα μεταξύ των 10ετών ομολόγων των δύο χωρών είναι ήδη μικρότερο από 40 μονάδες βάσης, σχεδόν το μισό από ό,τι ήταν τον Σεπτέμβριο. «Ποτέ μη λες ποτέ. Ισως να χρειαστεί τα spreads των γαλλικών ομολόγων να φθάσουν σε επίπεδα Ιταλίας για να κινητοποιηθεί η ελίτ στη Γαλλία», είπε ο Ντάνιελ Λάφνι, επικεφαλής του τμήματος σταθερού εισοδήματος της Mediolanum International Funds Ltd.
Μέχρι τα μέσα της χρονιάς, τα γαλλικά ομόλογα θεωρούνταν γενικά υποκατάστατο των γερμανικών ομολόγων, το ασφαλέστερο περιουσιακό στοιχείο της περιοχής. Σε μία αιφνιδιαστική απόφαση όμως τον Ιούνιο, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές, οδηγώντας τη χώρα σε πολιτική κρίση καθώς κανένα κόμμα δεν κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία. Η πολιτική αναταραχή εμπόδισε τις προσπάθειες μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος, που έχει διογκωθεί στο αναμενόμενο 6,1% του ΑΕΠ φέτος. Η απόδοση του γαλλικού ομολόγου αυξήθηκε στο 3%, υψηλότερα από τις αποδόσεις της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας. Αν και αυτό είναι μία ιστορία της παρακμής της Γαλλίας, αντικατοπτρίζει επίσης την ώθηση των παραπάνω χωρών να μειώσουν τα τεράστια χρέη που κάποτε έθεταν σε κίνδυνο την ακεραιότητα της Ευρωζώνης.
Η σύγκριση όμως με την Ιταλία, τη μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία, θα ήταν το πιο συμβολικό ορόσημο μέχρι σήμερα. Για χρόνια, τα ιταλικά κρατικά ομόλογα ήταν τα πιο ευμετάβλητα ομόλογα της περιοχής, καθώς η Ρώμη περνούσε από τη μια πολιτική κρίση στην άλλη, εξοργίζοντας τους επενδυτές και καθιστώντας δυσκολότερο να χαλιναγωγήσουν ένα χρέος που ισοδυναμούσε με περίπου 140% του ΑΕΠ. «Θα ήταν μια πολύ σημαντική αλλαγή», δήλωσε η Εβελίν Γκόμεζ-Λιέστι, αναλύτρια της Mizuho International Plc. «Η Ιταλία έχει μεγαλύτερη αγορά χρέους έναντι της Ισπανίας και άλλων περιφερειακών, επομένως από αυτή την άποψη είναι πιο συγκρίσιμη».
Η μία μετά την άλλη, οι χώρες που βρέθηκαν στο επίκεντρο της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης δανείζονται πιο φθηνά από τη Γαλλία.
Οι επενδυτές αναζητούν άλλες χώρες για να αγοράσουν – και η Ιταλία είναι «πολύ ρευστή και οι αποδόσεις all-in είναι ελκυστικές», πρόσθεσε. Ηδη τα έντοκα γραμμάτια του γαλλικού δημοσίου διάρκειας τριών μηνών είναι πάνω από αυτά της Ιταλίας.
Ενώ η Ιταλία αντιμετωπίζει μεγάλες οικονομικές προκλήσεις, η σταθερότητα του συνασπισμού της πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι έχει φέρει μια περίοδο σχετικής ηρεμίας στην αγορά χρέους της χώρας. Το premium απόδοσης έναντι της Γερμανίας είναι περίπου 120 μονάδες βάσης, κοντά στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων τριών ετών.
Η πορεία της πιστοληπτικής ικανότητας των δύο χωρών επιβεβαιώνει τις αντικρουόμενες προοπτικές. Ενώ η Γαλλία διατηρεί τη διπλή αξιολόγηση Α και από τους τρεις μεγάλους οίκους, έχει υποβαθμιστεί δύο φορές από τις αρχές του 2023. Η Ιταλία, με τριπλή βαθμολογία Β, βρίσκεται σε θετική τροχιά αξιολόγησης από τον Fitch. Προς το παρόν, οι επενδυτές ετοιμάζονται για πολλά περισσότερα πολιτικά πυροτεχνήματα, πιθανώς μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, όταν θα μπορούν να προκηρυχθούν για πρώτη φορά νέες βουλευτικές εκλογές.
«Πιστεύω ότι αναπόφευκτα θα κινηθεί κανείς προς τα ιταλικά επιτόκια μέχρι να βρεθεί μια πολιτική λύση, αλλά δεν υπάρχουν ορατές λύσεις, τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο», τόνισε ο Πιερ Ιβ Γκοτιέ, πρόεδρος της AlphaValue SAS.
Κρίσιμη Δευτέρα για την ψήφιση του γαλλικού προϋπολογισμού
Λίγο πριν από την εκπνοή του 2024, η Γαλλία, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, βιώνει πρωτοφανή πολιτικοοικονομική κρίση, που απειλεί να συμπαρασύρει την Ευρωζώνη. Η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν απειλεί να τραβήξει την πρίζα στην εύθραυστη κυβέρνηση συνασπισμού του πρωθυπουργού Μισέλ Μπαρνιέ, με αφορμή τα μεγαλόπνοα σχέδιά του να χαλιναγωγήσει το τεράστιο γαλλικό έλλειμμα. Σε μια δραματική κίνηση, η Λεπέν έδωσε προθεσμία στον Μπαρνιέ μέχρι τη Δευτέρα για να απαντήσει στα αιτήματά της και να τροποποιήσει τα δημοσιονομικά του σχέδια.

Αν καταρρεύσει η κυβέρνηση, θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες, όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά και για τη σταθερότητα ολόκληρης της Ευρωζώνης. Το νήμα άρχισε να ξετυλίγεται τον Ιούνιο, όταν ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές, μετά την ήττα που υπέστη στις ευρωεκλογές από τη Λεπέν.
Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, ένας συνασπισμός αριστερών κομμάτων που συνασπίστηκε για να μπλοκάρει την Εθνική Συσπείρωση, κέρδισε τις περισσότερες έδρες στο γαλλικό κοινοβούλιο, αλλά όχι και την απόλυτη πλειοψηφία. Το αποτέλεσμα ήταν ένα μετέωρο κοινοβούλιο. Επειτα από εβδομάδες συνομιλιών, στις αρχές Σεπτεμβρίου επέλεξε πρωθυπουργό τον Μισέλ Μπαρνιέ, τον πρώην διαπραγματευτή της Ε.Ε. για το Brexit, που συγκρότησε κυβέρνηση με την υποστήριξη των κεντρώων του Μακρόν και μιας μικρής ομάδας συντηρητικών.
Η προθεσμία της Λεπέν για τροποποιήσεις και ο κίνδυνος μιας χρηματοοικονομικής καταιγίδας.
Ο Μπαρνιέ ξεκαθάρισε από την αρχή ότι προτεραιότητά του ήταν να μειώσει το έλλειμμα του γαλλικού προϋπολογισμού. Η Γαλλία ξόδεψε αφειδώς για να διατηρήσει την οικονομία «ζωντανή» την περίοδο της πανδημίας, η οποία εκτόξευσε το έλλειμμα στο 5,5% του ΑΕΠ το 2023, ωθώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θέσει τη χώρα σε «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος» Με το έλλειμμα του 2024 να προβλέπεται να αγγίξει το 6,1%, ο Μπαρνιέ και η ομάδα του έσπευσαν να καταρτίσουν έναν προϋπολογισμό που θα επανέφερε τα οικονομικά της Γαλλίας σε καλό δρόμο, με περικοπές 40 δισ. ευρώ και αυξήσεις φόρων 20 δισ. ευρώ για το 2025. Ενώ τα σχέδια έχουν κατευνάσει τις Βρυξέλλες, είναι αντιδημοφιλή στο εσωτερικό.
Ο Μπαρνιέ πιθανότατα θα χρειαστεί να επιστρατεύσει μια «συνταγματική κερκόπορτα» για να περάσει τον προϋπολογισμό του, το άρθρο 49.3 του γαλλικού συντάγματος, το οποίο επιτρέπει στην κυβέρνηση να περάσει νομοσχέδια χωρίς ψηφοφορία στην Εθνοσυνέλευση. Επιτρέπεται ωστόσο στους νομοθέτες να απαντήσουν, υποβάλλοντας πρόταση δυσπιστίας. Μέλη του Νέου Λαϊκού Μετώπου, που εξοργίστηκαν με την απόφαση του Μακρόν να τους αφήσει εκτός κυβέρνησης, έχουν ήδη ορκιστεί να το κάνουν. Το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα κάνει η Λεπέν. Εάν η βετεράνος ηγέτιδα της Ακροδεξιάς ακολουθούσε, η κυβέρνηση Μπαρνιέ δεν θα υπήρχε πια.
Η ψηφοφορία για τον προϋπολογισμό της κοινωνικής ασφάλισης είναι προγραμματισμένη για τη Δευτέρα. Εάν ο Μπαρνιέ χρησιμοποιήσει τη ρύθμιση 49.3, οι νομοθέτες θα έχουν 48 ώρες για να υποβάλουν πρόταση δυσπιστίας. Μόλις υποβληθεί η πρόταση, πρέπει να ψηφιστεί εντός τριών ημερών. Ποιο είναι λοιπόν το χειρότερο σενάριο για την Ευρωζώνη σε περίπτωση που όλα πήγαιναν στραβά; Μια χρηματοοικονομική καταιγίδα, με τους επενδυτές να πουλούν γαλλικά κρατικά ομόλογα και μια δραματική αύξηση του κόστους δανεισμού.
Αυτό θα συνέβαινε πρώτη φορά στη Γαλλία, η οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό απρόσβλητη από την κρίση της περασμένης δεκαετίας. Σε αντίθεση με τότε, όμως, η ΕΚΤ δεν αγοράζει πλέον ομόλογα των προβληματικών χωρών για να μειώσει το κόστος δανεισμού τους.

